Πολλές φορές ὥς τώρα δίδαξε τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Α΄ Γυμνασίου. Μετρᾶ τά δάχτυλα τῶν δυό χεριῶν της δυό φορές, καί πάλι λίγα τά βρίσκει... Τόσα πολλά χρόνια ἔχει στήν ἐκπαίδευση... Καί πάντα τά παιδιά ἀνταποκρίνονται τόσο πρόθυμα καί φιλότιμα μέ τίς ὡραῖες διδακτικές ἱστορίες πού μαθαίνουν: ἡ ζωή τῶν πρωτοπλάστων μέσα στόν Παράδεισο, ἡ ἱστορία τοῦ Ἰωσήφ, οἱ Ἰσραηλίτες στήν Αἴγυπτο, ἡ Ἔξοδος, ὁ Δεκάλογος, οἱ Κριτές...
Μά νά! Μ’ αὐτό τόν Δεκάλογο, πού αἰῶνες τώρα ρυθμίζει τή ζωή καί τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Δημιουργό του καί μέ τούς συνανθρώπους του, νιώθει φέτος ἰδιαίτερη δυσκολία. Τόνισε βέβαια ὅλες τίς ἐντολές στά παιδιά κι ἄρχισαν ἐκεῖνα φιλότιμα νά τίς μαθαίνουν ἀπ’ ἔξω μέ δικά τους λόγια. Σέ μιά ἐντολή σταμάτησε σκεφτική. Ἐκείνη πού πρώτη καθορίστηκε ἀπ’ ὅλες ὅσες μιλοῦν γιά τή στάση μας πρός τόν συνάνθρωπο. Ποιός ἄλλος εἶναι κοντινότερος γιά τόν καθένα μας ἀπό τούς ἴδιους τούς γεννήτορές μας; «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου». Νιώθει κάποια αὐθόρμητη ἀντίδραση: γιά ποιόν πατέρα καί ποιά μητέρα νά μιλήσει; Πολλοί ἀπό τούς μαθητές της -εἶναι τόσο συνηθισμένο ἄλλωστε στήν ἐποχή μας- δέν ζοῦν μέ τούς γονεῖς τους. Γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους, μέ κύριο ἐκεῖνο τοῦ διαζυγίου καί τῆς μονογονεϊκῆς οἰκογένειας, λείπει ὄχι μόνον ὁ πατέρας, ἀλλά καί ἡ μάνα. Καί δέν εἶναι πιά σπάνιες οἱ περιπτώσεις παιδιῶν πού οἱ γονεῖς τους τά ἐγκατέλειψαν στούς παπποῦδες.
Πῶς νά παρατρέξει τήν περίπτωση τῆς πολυαγαπημένης μαθήτριάς της, τῆς Ἀλεξάνδρας; Ἀπό βρέφος τήν ἀνέλαβε ἡ γιαγιά... - Ζῆ μαζί μου, ἀφ’ ὅτου γεννήθηκε, εἶπε ὅταν ἦρθε νά τή γράψει στό Γυμνάσιο.
Ἄγνωστος ὁ πατέρας, ἄφαντη ἡ μάνα τῆς μικρῆς Ἀλεξάνδρας, κι ἡ καθηγήτριά της σήμερα νά μιλᾶ γιά τήν τιμή στούς γονεῖς. Ἄ! ὄχι, ὁπωσδήποτε θά πρέπει καί κάτι ἄλλο νά προσθέσει, γιά νά ἁπαλύνει τό βάρος στήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ. Κάτι σχετικό θαρρεῖ πώς εἶχε διαβάσει στό χριστιανικό περιοδικό πού παίρνει. Ψάχνοντας σέ παλιότερα τεύχη, δέν ἀργεῖ νά βρεῖ ἕνα χαριτωμένο ἄρθρο πού μιλᾶ γιά κεῖνες τίς περιπτώσεις τῶν παιδιῶν πού δέν τά θώπευσαν τά μητρικά χέρια -ἀδιάφορο γιά ποιό λόγο- μά τά χέρια μιᾶς θετῆς μάνας, μιᾶς φιλόστοργης γειτόνισσας, μιᾶς γιαγιᾶς ἤ θείας ἤ τοῦ ἴδιου τοῦ πατέρα. Κι ἔνιωσαν μάνα τους τή μάνα ὅλων μας τή στοργική, παρηγορήτρα μάνα τοῦ Θεοῦ, τήν Παναγία μας.
Πόση ἔκπληξη καί συγκίνηση δοκίμασε τήν ἄλλη μέρα! Ἀφοῦ διαβάστηκε τό παρήγορο ἄρθρο, τήν πλησίασε στό τέλος ἡ Ἀλεξάνδρα καί τῆς εἶπε μ’ ἕνα γλυκό χαμόγελο, πού δέν ἄφηνε περιθώρια γιά κάποια κακή σκέψη ἤ μεμψιμοιρία:
- Κυρία, θά μπορούσατε νά μοῦ τό δώσετε νά τό ξαναδιαβάσω;
- Βέβαια, εὐχαρίστως! Λέω μάλιστα νά τό δείξεις καί στή γιαγιά.
- Αὐτό ἔχω σκοπό νά κάνω. Πάντα μοῦ ζητᾶ νά διαβάσει ὅ,τι μοῦ δίνουν καί στό Κατηχητικό Σχολεῖο.
- Μπράβο σου, Ἀλεξάνδρα μου!
- Κυρία, νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο; Στίς 2 Φεβρουαρίου δέν εἶναι ἡ γιορτή τῆς μητέρας γιά τήν Ἐκκλησία; Ἔ! λοιπόν, ἐγώ ἐκείνη τή μέρα ἔχω τά γενέθλιά μου...
Χαμογέλασε ἡ μικρή μαθήτρια, χαιρέτησε κι ἔφυγε, ἀφήνοντας τήν καθηγήτριά της στούς δικούς της προβληματισμούς.
Εἶχε μαστόρους ἡ Ζωή στό σπίτι. Γενική ἀνακαίνιση. Εἶχε καί δυό παιδιά πού πήγαιναν σχολεῖο. Ποῦ νά σταθοῦν νά διαβάσουν! Διαλυμένα ἔπιπλα, σκόρπια οἰκοδομικά ὑλικά, ἐργαλεῖα...
Παρ᾿ ὅλα αὐτά φρόντισε νά μήν ἀπουσιάσουν ἀπό καμιά τους δραστηριότητα. Τά ἔπαιρνε ἀπ᾿ τό χέρι καί ξεκινοῦσαν ἀπό τό πρωί μαζί τό μαραθώνιό τους. Πρῶτα σχολεῖο, ἔπειτα φροντιστήρια ξένων γλωσσῶν, στή συνέχεια στό κολυμβητήριο, μετά στό ὠδεῖο, σέ δυό δημοτικούς χορούς. Μήπως ξεχάσαμε τίποτε; Ἄ, ναί! Καί στό μπάσκετ τήν Κυριακή τό ἀγόρι καί στό βόλεϋ τό κορίτσι.
Κάποια μέρα, ὅταν ἔφυγαν οἱ μάστορες κι ἔλαμψε τό σπίτι ἀπό πάστρα καί καθαριότητα, ἡ καινούργια δασκάλα τῆς κόρης της τῆς εἶπε:
- Θά ᾿θελες νά μοῦ στείλεις τή Σπυριδούλα στό Κατηχητικό;
- Μπά, εἶναι μακριά ἡ ἐκκλησία (βέβαια δέν τῆς φανέρωσε πώς ἡ ἀπόσταση τοῦ γυμναστηρίου καί τοῦ κολυμβητηρίου ἦταν πενταπλάσια).
- Τό κατηχητικό γίνεται σέ μιά αἴθουσα τοῦ σχολείου μας, ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό τό λόγο, συνέχισε ἡ δασκάλα.
- Ἄ, ὄχι, κ. Χριστίνα, δέ γίνεται. Ἄς μήν τήν παραφορτώσω τήν καημένη. Δέ μένει καιρός, πιστέψτε με, ἀπάντησε κοφτά ἡ Ζωή.
- Δέ θά ᾿θελες νά ᾿ναι κάπου ἀνάμεσα σ᾿ ἐκεῖνα τά παιδιά; τή ρώτησε ἡ δασκάλα δείχνοντάς της μιά εἰκόνα πού εἶχε στόν τοῖχο μέ τόν Κύριο καί τά παιδιά στήν ἀγκαλιά του.
- Μά κι ἐγώ χριστιανή εἶμαι. Δέν εἶμαι ἄθεη. Καί τά παιδιά μου τά βάπτισα.
- Ξέρεις πῶς εἶναι αὐτό πού μοῦ λές; «Ἔγραψα τό παιδί μου στό σχολεῖο, ἀλλά τό πηγαίνω στό πάρκο».
Θά τό ἔκανες ποτέ αὐτό; Μποροῦν νά ἀναπληρώσουν ὅλες οἱ πολιτιστικές δραστηριότητες τίς ἀνάγκες τῆς ψυχῆς ἑνός βαπτισμένου παιδιοῦ;
Δέν ξέρω τί ἀποφάσισε ἡ κ. Ζωή γιά τά παιδιά της, ἀλλά κατάλαβα πώς ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται σέ ὅλες τίς ἐποχές μέ τόν ἴδιο τρόπο. Γι᾿ αὐτό μοῦ φάνηκε πάρα πολύ ἐπίκαιρος ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, καθώς σέ διάφορες ὁμιλίες του ἀπευθύνεται στούς γονεῖς.
Γράφει λοιπόν ὁ ἱερός πατέρας ἀνάμεσα στά ἄλλα: «Σᾶς εἶπα κι ἄλλη φορά, ὅτι ὁ λόγος πού τό κακό γίνεται δυσκολοξερίζωτο, εἶναι ὅτι κανείς δέν φροντίζει τά παιδιά του, κανείς δέν τούς μιλᾶ γιά τήν ἁγνότητα, κανείς γιά σωφροσύνη, κανείς γιά νά περιφρονοῦν τό χρῆμα καί τή δόξα, κανείς δέν τούς λέει αὐτά πού προστάζουν οἱ Γραφές.
Ὅταν, λοιπόν, τά παιδιά ἀπό τήν πρώτη ἡλικία δέν ἔχουν δασκάλους, τί θά γίνουν; Ἀφοῦ μερικοί μαθαίνουν τό καλό ἀπό τότε πού θά γεννηθοῦν μέχρι τά γηρατειά τους κι ὅμως δέν τό κατορθώνουν, αὐτοί πού ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς τους συνηθίζουν ν᾿ ἀκοῦνε τό κακό, ποιό κακό δέν θά πράξουν; Κι ὅμως τώρα καθένας κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά μορφώσει τά παιδιά του μέ τέχνες καί γράμματα καί λόγια, μά γιά τό πῶς θά γυμνάσει τήν ψυχή τους στήν ἀρετή κανείς δέν δίνει σημασία.
Ὅταν τά ὁδηγεῖτε στά θέατρα, δέν προβάλλετε γιά δικαιολογία οὔτε τά μαθήματα οὔτε τίποτε ἄλλο. Ὅταν ὅμως χρειάζεται νά ὠφεληθοῦν καί νά κερδίσουν κάτι ἀπό τά πνευματικά, προφασίζεσθε ὅτι εἶναι ἀπασχολημένα.
Δέν ἐξοργίζετε ἔτσι τόν Θεό, ὅταν γιά ὅλα τ᾿ ἄλλα εὐκαιρεῖτε καί ἀφιερώνετε χρόνο, τό νά ἐπιδίδονται ὅμως τά παιδιά στά δικά του τό νομίζετε ἐνοχλητικό καί ἀναχρονιστικό;
Τίποτε πιό σπουδαῖο δέν θά κατορθώσεις, ἄν τοῦ μάθεις τέχνη καί κοσμική παιδεία γιά ν᾿ ἀποκτήσει χρήματα, ὅσο ἄν τοῦ διδάξεις τήν τέχνη γιά νά περιφρονήσει τά χρήματα. Ἄν θέλεις νά τό κάνεις πλούσιο, αὐτό κάμε. Διότι πλούσιος δέν εἶναι αὐτός πού ἔχει ἀνάγκη τά πολλά λεφτά καί τόν τριγυρίζουν πολλά ἀγαθά, ἀλλά ἐκεῖνος πού δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τίποτε. Μήν ἀναζητᾶς πῶς νά τό κάνεις νά προκόψει στά κοσμικά διδάγματα καί νά τό καταντήσεις φιλόδοξο, ἀλλά φρόντισε πῶς νά τό διδάξεις νά περιφρονεῖ τή δόξα σ᾿ αὐτή τή ζωή.
Ἀπό πουθενά ἀλλοῦ δέν προέρχεται ἡ διαστροφή τῶν παιδιῶν, παρά ἀπό τό ὑπερβολικό ἐνδιαφέρον γιά τά βιοτικά.
Ἡ πραγματική σοφία καί ἡ ἀληθινή μόρφωση εἶναι ὁ σεβασμός πρός τόν Θεό. Δέν νομοθετῶ νά παραμένουν ἀμόρφωτα τά παιδιά. Ἀλλά ὁ ἔρωτας τῶν χρημάτων ὅλα τά ἀνέτρεψε καί κατέστρεψε καί ἀπομάκρυνε τόν ἀληθινό φόβο τοῦ Θεοῦ καί κατέλαβε τίς ἀνθρώπινες ψυχές, ὅπως ἀκριβῶς κάποιος τύραννος κατακυριεύει μιά ἀκρόπολη. Γι᾿ αὐτό ἀδιαφοροῦμε καί γιά τή σωτηρία τῶν παιδιῶν μας καί γιά τή δική μας, ἔχοντας μόνο ἕνα σκοπό: πῶς νά γίνουμε πλουσιότεροι καί ν᾿ ἀφήσουμε τόν πλοῦτο μας στούς ἄλλους καί ἐκεῖνοι πάλι σέ ἄλλους καί οἱ μετά ἀπό ἐκείνους στούς μετά ἀπ᾿ αὐτούς· καί γινόμαστε ἔτσι ὄχι κύριοι ἀλλά μεταβιβαστές τῶν χρημάτων καί τῶν κτημάτων μας.
Δέν παύω νά σᾶς συμβουλεύω καί νά σᾶς παρακαλῶ καί νά σᾶς ἐξορκίζω, πρίν ἀπό κάθε ἄλλο νά δώσετε ἀνατροφή στά παιδιά σας. Ἄν τό πονᾶς τό παιδί σου, φανέρωσέ το μ᾿ αὐτό. Ἐσύ πρῶτος χαίρεσαι τά ἀγαθά, ὅταν ἔχεις καλό γιό κι ἔπειτα ὁ Θεός. Κοπιάζεις γιά τόν ἑαυτό σου.
Πολύ περισσότερο φροντίζουμε γιά τούς ὄνους καί τούς ἵππους, παρά γιά τά παιδιά. Ἐνῶ φροντίζουμε γιά καλό ὀνηγό, γιά τή διαπαιδαγώγηση τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ διαλέγουμε, ἁπλῶς καί ὡς ἔτυχε, ὅποιον βρεθεῖ μπροστά μας.
Τί μπορεῖ ὅμως νά ἐξισωθεῖ μέ τό νά διαμορφώσεις τήν ψυχή τοῦ νέου καί νά διαπαιδαγωγήσεις τό χαρακτήρα του; Ἐμεῖς ὅμως ἀποβλέπουμε πῶς νά ἐξασκηθεῖ στή γλώσσα, πῶς νά μαθαίνει νά ὁμιλεῖ, ὄχι γιά νά μπορεῖ νά ὁμιλεῖ, ἀλλά γιά νά κερδίζει χρήματα.
Νά τούς δώσουμε τό παράδειγμα, νά τά κάνουμε νά συνηθίζουν ἀπό μικρή ἡλικία στήν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν.
Διότι, καί ἄν ἀκόμα ἡ προσωπική μας ζωή εἶναι πολύ καλά τακτοποιημένη, ὅταν ἀδιαφοροῦμε γιά τή σωτηρία τῶν παιδιῶν, θά τιμωρηθοῦμε πολύ φοβερά.
Μέ ἀγωνία, ὄνειρα καί ἐλπίδες γιά τήν πρόοδο τῶν παιδιῶν καί μαθητῶν μας, ἀρχίζουμε τή νέα σχολική χρονιά. Ἄραγε πῶς θά κυλήσει; Τά παιδιά μας θά μπορέσουν νά ἀνταποκριθοῦν στίς ἀπαιτήσεις τοῦ σχολείου ἤ θά ματώσουν καί θά πληγωθοῦν στόν ἀγώνα τους αὐτό, καί ἀπογοητευμένα θά ἐγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια;
Εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητο ὅτι ἡ ἀνάγκη γιά μάθηση καί γνώση εἶναι ἔμφυτη στόν ἄνθρωπο. Ἄν ὅμως τό παιδί μας δείχνει ἀπροθυμία γιά τό σχολεῖο, τά βιβλία καί τά γράμματα, ἄς μή βιαστοῦμε νά τό χαρακτηρίσουμε ὡς τεμπέλη ἤ ἀνίκανο νά μάθει γράμματα. Ὅλα τά παιδιά πού ἔχουν κανονική νοημοσύνη ἔχουν δυνατότητα νά προχωρήσουν ὁμαλά στή μαθησιακή διαδικασία. Κουτά παιδιά δέν ὑπάρχουν. Αὐτό πού τόσο εὔκολα λέμε «δέν παίρνει τά γράμματα» δέν ἔχει σχέση τόσο μέ τήν κληρονομικότητα ὅσο μέ τή στάση καί διάθεση τοῦ παιδιοῦ ἀπέναντι στό σχολεῖο, καθώς καί μέ τήν ἀξιοποίηση τῶν ἔμφυτων δυνατοτήτων του. Γιά τή διανοητική ἀνάπτυξή του εἶναι ἀπαραίτητη μία ἀγωγή πού νά ἐξασφαλίζει στό παιδί μας ψυχική ὑγεία μέ δύναμη θέλησης, θάρρος, αὐτοπεποίθηση καί κοινωνικό αἴσθημα εὐθύνης σέ συνδυασμό μέ τή συστηματική ἄσκηση πού γίνεται στό σχολεῖο.
Γιά νά πετύχει ὅμως καί νά εὐδοκιμήσει κάθε τέτοια προσπάθεια σωστῆς καί ὑπεύθυνης ἀγωγῆς, βασική προϋπόθεση εἶναι ἡ ἀγάπη. Παιδιά πού δέν βιώνουν τή στοργή καί τήν ἀγάπη, «τή ζεστασιά τῆς οἰκογένειας», ὑποφέρουν ἀπό δειλία, ἄγχος, καί προσβάλλονται ἀπό διάφορες ἀρρώστιες πού ἡ κύρια αἰτία τους εἶναι τά ψυχολογικά προβλήματα καί οἱ ψυχικές τους δυσκολίες. Δεκατετράχρονος μαθητής Γυμνασίου αὐτοκτόνησε μέ τό κυνηγετικό ὅπλο τοῦ πατέρα του, ἀφήνοντας τό ἑξῆς σημείωμα: «Δέν μέ ἀγαποῦσαν οἱ γονεῖς μου κι ἄς μοῦ ἔδιναν χρήματα κι ἄς ἱκανοποιοῦσαν καί τά πιό ἀκριβά μου γοῦστα. Ποτέ τους ὅμως δέν μέ χάιδεψαν. Ποτέ τούς δέν εἶδαν ὅτι χρειαζόμουν λίγη στοργή, κάποια ἐνθάρρυνση. Ποτέ δέν εἶχαν χρόνο γιά μένα».
Ἀκόμη μεγαλύτερη ἔλλειψη στοργῆς νιώθουν τά παραμελημένα, τά ἐξώγαμα, τά ὀρφανά, τά παιδιά διαζευγμένων οἰκογενειῶν. Αὐτά τά παιδιά πού δέν γνώρισαν τή στοργή τῆς μάνας, τή θαλπωρή τῆς οἰκογένειας, τή ζεστασιά τοῦ πατρικοῦ σπιτιοῦ αἰσθάνονται ἀδικημένα ἀπό τή ζωή, δέν ἔχουν τήν αἴσθηση τῆς εὐθύνης καί σιγουριᾶς, γι᾿ αὐτό συνήθως εἶναι φοβισμένα καί ἀπογοητευμένα. «Μερικές φορές», λέει ὁ Adlerἶ, «παίρνουν μία στάση ἀμυντική, ἐνίοτε καί ἐχθρική ἀπέναντι στήν κοινωνία καί στούς ἀνθρώπους». Ἄν στά παιδιά αὐτά προσφέρει κάποιος ἀληθινό στήριγμα, ἄν τούς προσφέρει τό αἴσθημα τῆς ἀσφάλειας καί σιγουριᾶς, τότε θά μπορέσουν νά ἀγαπήσουν τά γράμματα καί νά παρουσιάσουν ἱκανοποιητική ἐπίδοση στό σχολεῖο.
Ἐχθρική στάση ὅμως ἀπέναντι στούς ἄλλους παίρνουν καί κάποιοι ψευτονταῆδες, ψευτοπαλληκαράδες, διότι κάποιοι ἴσως ἀπό κακῶς ἐννοούμενη ἀγάπη- τούς στέρησαν κάθε ἰκμάδα ζωντάνιας, δύναμης· τούς στέρησαν τή δυνατότητα νά γίνουν πραγματικά παλληκάρια. Στό ὄνομα τῆς (παθολογικῆς) ἀγάπης τούς στέρησαν τό δικαίωμα τῆς ἀνεξάρτητης λειτουργίας. Θεωρώντας τους ἀνώριμους, «παιδιά ἀκόμη», δέν τούς ἐπέτρεπαν νά ἐκφρασθοῦν ἐλεύθερα, νά ποῦν αὐτό πού σκέφτονταν ἤ ἔνιωθαν. Οἱ γονεῖς ἔπαιρναν ὅλες τίς σημαντικές γιά τή ζωή τους ἀποφάσεις. Τά ᾿καναν, ἔτσι, «παιδιά τοῦ θερμοκηπίου». Τό βιβλίο τῆς Εἰρήνης Μάρρα «Τά δαντελένια χέρια» μιλᾶ γιά ἕνα τέτοιο παιδί πού ἡ μητέρα του, ἀπό τή λαχτάρα της νά μήν κουρασθοῦν καί ταλαιπωρηθοῦν τά χεράκια τοῦ ἀγαπημένου της μοναχογιοῦ, τοῦ ᾿πλεξε ἕνα ζευγάρι πανέμορφα γάντια. Τοῦ στέρησε ἔτσι τήν ὀμορφιά τοῦ ἀγώνα, κάνοντάς τον ἕνα ἀνεύθυνο καί ἀδύναμο πλάσμα, ἕναν ἄνθρωπο πού ἐξαιτίας τῶν γαντιῶν οὔτε τή θητεία του στό στρατό μπόρεσε νά ὑπηρετήσει οὔτε ὅμως καί νά συνεργασθεῖ μέ ἄλλους, προσφέροντας στό στίβο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Πῶς τώρα ἕνα τέτοιο παιδί θά μπορέσει νά ἐνταχθεῖ σέ ἕνα κοινωνικό σύνολο, σέ ἕνα σχολεῖο μέ δασκάλους καί συμμαθητές, πού σίγουρα δέν θά τοῦ δείξουν αὐτή τήν ὑπερβολική ἀγάπη; Θά νιώσει τότε σάν τό ψάρι ἔξω ἀπό τό νερό, φοβισμένο καί ἀδύναμο, χωρίς πίστη στόν ἀγώνα του, χωρίς σταθερότητα. Ἕνας μαθητής χωρίς σταθερή ἐπίδοση καί ἕτοιμος τήν κάθε στιγμή νά ἀναζητήσει ἀπό ἄλλους τή λύση καί τοῦ πιό ἁπλοῦ προβλήματος.
Τό πρόβλημα τῆς παιδείας εἶναι τό πρόβλημα τῆς ζωῆς καί κάτω ἀπ᾿ αὐτήν τήν προοπτική τό ἐπεξεργάστηκαν στό νοῦ τους, τό βίωσαν καί τό προσέφεραν στή συνέχεια μέ τή λύση του στήν ἀνθρωπότητα οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες.
«Κάμετε τήν ἐκπαίδευση ὅπλο γιά τή δικαιοσύνη καί ὄχι ὅπλο γιά τό θάνατο», γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἡ δικαιοσύνη ἐδῶ ἔχει μία εὐρύτερη ἔννοια καί πρέπει νά νοηθεῖ ὡς τρόπος ζωῆς πού ἐξισορροπεῖ τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἑαυτό του, μέ τόν συνάνθρωπο καί μέ τόν Θεό. Ἔτσι ἐπιτυγχάνεται μιά καθολική σύλληψη τοῦ κόσμου. Καί ἡ παιδεία δέν εἶναι ἕνας τομέας τῆς ζωῆς μας ἀλλά ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Ἔτσι τήν εἶδαν οἱ τρεῖς φωστῆρες τῆς οἰκουμένης.
Στή συνέχεια θά δώσουμε μερικά μόνο δείγματα ἀπόψεων πάνω σέ λεπτομέρειες πού ἀφοροῦν ἰδιαίτερα στήν παιδεία ὡς σχολική παίδευση καί θά τήν ἀντιπαραθέσουμε μέ ἀπόψεις πού πηγάζουν ἀπό τή σημερινή πράξη. «Ὁ μαθητής πρέπει πρῶτα ν᾿ ἀποκτήσει ἀσφαλῆ καί βεβαία γνώση τῶν διδαχθέντων καί μετά νά δέχεται νέο μάθημα», λέγει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Ἀνάλογες μέ τόν Χρυσόστομο ἰδέες ἔχουν ὁ Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ προτιμότερο τό λίγο καί ἀσφαλέστερο ἀπ᾿ τό πολύ. Φέρνει κι ἕνα παράδειγμα ἀπό τή φύση. Δέν εἶναι ὠφελιμότερη, λέγει, ἡ ραγδαία βροχή ἀπό τήν ἤρεμη, διότι ἐκείνη παρασύρει τό χῶμα, ἐνῶ αὐτή μπαίνει βαθιά καί τό κάνει γόνιμο.
Σήμερα, βέβαια, ἐμεῖς πιστεύουμε πώς ὁ μαθητής ἔχει σιδερένια νεῦρα. Μπορεῖ π.χ. ὁ φοιτητής πού πῆρε τίς σημειώσεις μία ἑβδομάδα πρό τῶν ἐξετάσεων νά διαβάζει μονορούφι δεκάδες ἤ ἑκατοντάδες σελίδες.
Ὁ Χρυσόστομος πάλι τονίζει ὅτι οἱ μαθητές δέν πρέπει νά διδάσκονται ὅσα θέλει ὁ δάσκαλος, ἀλλά ὅσα αὐτοί εἶναι ἱκανοί νά ἀφομοιώσουν.
Καί τί ν᾿ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτό πού προτείνει ὁ Μ. Βασίλειος, ὅτι δηλαδή ἡ διδασκαλία τῶν ὠφελίμων πρέπει νά γίνεται μέ τέρψη, ἐφόσον ὅ,τι διδάσκεται μέ τέρψη καί χάρη παραμένει μόνιμα; Στά σημερινά σχολεῖα καί στά πανεπιστήμια ἡ μόνη σχεδόν τέρψη πού ἀπόμεινε εἶναι μιά ἀποχή, μιά διαμαρτυρία, μιά κατάληψη!
Ὁ διορατικός Γρηγόριος προτείνει ὁ δάσκαλος νά διακρίνει ἔγκαιρα τίς κλίσεις τῶν μαθητῶν καί νά ὑποδεικνύει στούς ἐφήβους ποιά ἐπαγγέλματα πρέπει ν᾿ ἀκολουθήσουν, ἀφοῦ ὅ,τι γίνεται κατά τίς ὑποδείξεις τῆς φύσεως πετυχαίνει, ἐνῶ ὅ,τι εἶναι ἀντίθετο ἀποτυγχάνει.
Γιά τούς καθηγητές καί δασκάλους ὁ Μ. Βασίλειος παρατηρεῖ: «Ὁ δάσκαλος πρέπει νά ἔχει γνώσεις τῆς ψυχολογίας τοῦ ἀνθρώπου, τῶν ἁγίων Γραφῶν, νά εἶναι ἀκέραιος στό χαρακτήρα, ἀμνησίκακος, ἀκενόδοξος, νά ἔχει τελικά κάτι τό θεϊκό μέσα του». Σύμφωνα δέ μέ τή γνώμη τοῦ Γρηγορίου τό νά ἐπιχειρεῖ κανείς νά παιδεύει ἄλλους, πρίν αὐτός παιδευτεῖ ἀρκετά, εἶναι τολμηρό καί ἀνόητο.
Τέλος, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες πιστεύουν ὅτι ἡ ἀγάπη, πού τό γνήσιο εἶδος της μόνο στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά καλλιεργηθεῖ, εἶναι τό μεγάλο ἀτού τῆς παίδευσης.
Σήμερα ἡ μόρφωση εἶναι καρπός διανοητικῆς ἤ τεχνοκρατικῆς ἀσκήσεως. Ὅμως ὁ Μ. Βασίλειος γράφει: «Εἶναι καλύτερο καί συμφερότερο νά ᾿ναι κανείς ἁπλός καί ὀλιγογράμματος καί μόνο μέ τήν ἀγάπη νά πλησιάζει τόν Θεό, παρά νά ᾿ναι πολυμαθής, νά νομίζει ὅτι εἶναι ἔμπειρος, καί ν᾿ ἀποδεικνύεται ὑβριστής τοῦ Θεοῦ». Κι ἄν ἡ ἀγάπη -πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον- εἶναι ἕνας ἀπό τούς στόχους τῆς ἀληθινῆς παιδείας θεωρεῖται ἐπίσης καί ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τή σωστή ἐπικοινωνία ἀνάμεσα στόν δάσκαλο καί τόν μαθητή.
Ἡ παιδεία, ὅπως σημειώνει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶναι «τῶν παρ᾿ ἡμῖν ἀγαθῶν τό πρῶτον». Γι᾿ αὐτό ἀπαιτεῖ καί τήν πρέπουσα προσοχή τόσο ἀπό τήν πολιτεία ὅσο καί ἀπό ὅλους μας, γιά νά βγεῖ ἀπό τίς ἐπικίνδυνες στενωπούς καί νά «πάρει τό δρόμο της»· τό δρόμο πού σηματοδοτοῦν οἱ παραδόσεις τοῦ Γένους μας. Καί ἐδῶ οἱ οἰκουμενικοί διδάσκαλοι ἔχουν τόν κύριο λόγο.
Τί πρέπει νά κάνετε γιά νά φτάσετε ἀπό τίς συγκρούσεις στή συνεργασία μέ τούς ἐφήβους σας;
Τό μαγικό κλειδί εἶναι ἡ ἐπικοινωνία. Ἡ βάση τῶν ὑγιῶν σχέσεων μέ τούς ἐφήβους εἶναι ἡ ἱκανότητά σας νά ἐπικοινωνεῖτε, ν’ ἀκοῦτε καί νά μιλᾶτε ἱκανοποιητικά καί μέ τρόπο φιλικό. Μέ σεβασμό. Πρέπει νά διακρίνετε ὁρισμένους κλασικούς τύπους γονιῶν, τούς ὁποίους καί πρέπει νά ἀποφεύγετε. Αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς πού διατάζουν, κάνουν κήρυγμα, διδάσκουν, ἀξιολογοῦν καί γελοιοποιοῦν.
Βασική προϋπόθεση, γιά μία ἐπικοινωνία πού θά φέρει πιό κοντά γονεῖς καί ἐφήβους, εἶναι νά δεχτεῖτε τόν ἔφηβο ὅπως εἶναι, μέ ὅλα του τά λάθη. Ἡ παραδοχή ὅμως τῶν γονιῶν δέν πρέπει μόνο νά εἶναι μία ἁπλή στάση. Πρέπει νά εἰπωθεῖ μέ λόγια.
Γιά καλύτερη ἐπικοινωνία πρέπει ν’ ἀκούσετε τά συναισθήματα πού συνοδεύουν τά λόγια του. Δεῖξτε του ὅτι ὄχι μόνο ἀκοῦτε αὐτό πού λέει ἀλλά νιώθετε καί τήν ψυχική του κατάσταση. Tό ν’ ἀκοῦτε καί νά γίνεστε ὁ καθρέφτης τῶν συναισθημάτων του ἀπαιτεῖ νά λέτε μέ ἀκρίβεια ὅ,τι νομίζετε πώς νιώθει ὁ ἔφηβος π.χ.:
«Εἶσαι πολύ θυμωμένος».
«Εἶσαι πολύ πληγωμένος».
«Εἶσαι πολύ ἀναστατωμένος».
Ἐπίσης ἐπηρεάζουμε θετικά τούς ἐφήβους, ὅταν συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας στά θετικά τους σημεῖα. Ὅταν δέν ἀναζητοῦμε τήν ἀπόλυτη τελειότητα καί τήν ὑπεροχή ἀλλά, ἀντίθετα, συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας στίς δυνάμεις πού βρίσκονται μέσα στόν ἔφηβο -στά χαρακτηριστικά πού καθορίζουν τή μοναδικότητα τῆς προσωπικότητάς του- τότε θά μάθουμε νά τόν ἐκτιμᾶμε ὡς ἄτομο.
Ὁ ἔφηβος, πού δέν εἶναι βέβαια ἕνας δεξιοτέχνης, μπορεῖ νά ἐξασκηθεῖ ἐντατικά προσπαθώντας νά βελτιώσει τήν ἐπίδοσή του στή μουσική. Ἴσως δέν εἶναι πολύ ἐκδηλωτικός, μπορεῖ ὅμως νά εἶναι πονετικός καί καλός φίλος. Ἴσως δέν εἶναι πρῶτος μαθητής, εἶναι ὅμως ὑπεύθυνο μέλος τῆς οἰκογένειας καί ὑπεύθυνος πολίτης.
Βάλτε σκοπό σας νά βρεῖτε τά θετικά σημεῖα του καί νά συγχωρήσετε τίς ἀτέλειες, πού κι αὐτές ἀποτελοῦν μέρος τοῦ ἑαυτοῦ του. Δῶστε τό μήνυμα ὅτι ἀναγνωρίζετε καί ἐκτιμᾶτε τά θετικά του σημεῖα.
Ζοῦμε σέ μία κοινωνία πού ψάχνει γιά λάθη. Γι’ αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία γιά μᾶς τούς γονεῖς ν’ ἀποτελέσουμε γιά τούς ἐφήβους μας μία ἀστείρευτη πηγή ἐνθάρρυνσης. Ἡ ἀποθάρρυνση εἶναι ἡ κυριότερη αἰτία γιά τήν ἀρνητική συμπεριφορά τῶν ἐφήβων, γιά τήν ἀποτυχία τους νά λειτουργήσουν θετικά.
Ἡ ἐνθαρρυντική σχέση πού θά καλλιεργήσουμε θά ἀναπτύξει τό θάρρος τοῦ ἐφήβου γιά ν’ ἀνταπεξέλθει στίς δυσκολίες τῆς ζωῆς (σχολικές, κοινωνικές, πνευματικές).
Ὁ γονιός πού ἐνθαρρύνει:
1. Ἐκτιμάει καί δέχεται τόν ἔφηβο.
2. Ἐπικοινωνεῖ μαζί του μέ τέτοιο τρόπο ὥστε τόν βοηθάει νά δημιουργήσει τό αἴσθημα τῆς ἐπάρκειας καί αὐτοεκτίμησης.
3. Ἐκδηλώνει ἐμπιστοσύνη καί πίστη. Δίνει τό μήνυμα: «Ξέρω πώς θά κάνεις ὅ,τι μπορεῖς, ἔχεις ὅλη τή συμπαράστασή μου, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἀποτέλεσμα».
Μποροῦμε νά περιγράψουμε τήν ἐπικοινωνία ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους χρησιμοποιώντας τούς ὅρους «κλειστές» καί «ἀνοιχτές» ἀπαντήσεις. Μία «κλειστή» ἀπάντηση δείχνει ὅτι ὁ ἀκροατής οὔτε ἄκουσε οὔτε κατάλαβε αὐτό πού εἰπώθηκε. Οἱ «κλειστές» ἀπαντήσεις κόβουν τήν ἐπικοινωνία. Ἀντίθετα μία «ἀνοιχτή» ἀπάντηση δείχνει ὅτι ὁ ἀκροατής ἔχει ἀκούσει αὐτό πού εἶπε ὁ συνομιλητής του. Καθρεφτίζει τό μήνυμα πού δίνει αὐτός πού μιλάει καί δείχνει καθαρά ὅτι ὁ ἀκροατής ἔχει κατανοήσει τά συναισθήματα πού κρύβονται πίσω ἀπό τίς λέξεις τοῦ ὁμιλητῆ.
Μερικά παραδείγματα:
Παιδί: Εἶμαι ἀπογοητευμένος μέ τόν Μιχάλη καί τ’ ἄλλα παιδιά πού δέν ἦρθαν στό γήπεδο νά παίξουμε.
«Κλειστή» ἀπάντηση: Τά πράγματα δέν ἔρχονται πάντα ὅπως τά θέλουμε. Ἔτσι εἶναι ἡ ζωή.
«Ἀνοιχτή» ἀπάντηση: Φαίνεται σάν νά μή σέ νοιάζεται κανείς καί νιώθεις ὅτι σ’ ἀφήνουν ἔξω ἀπό τήν παρέα.
Ἡ πρώτη ἀπάντηση δέν δέχεται τά συναισθήματα τοῦ παιδιοῦ. Λέει πώς αὐτό πού νιώθει τό παιδί δέν ἔχει σημασία. Αὐτό ἐμποδίζει τήν ἐπικοινωνία καί ἴσως τό παιδί νιώθει ἀπόρριψη.
Ἡ δεύτερη ἀπάντηση ἀναγνωρίζει αὐτό πού νιώθει τό παιδί. Δείχνει παραδοχή καί ἐνδιαφέρον. Τό παιδί ἴσως ἀποφασίσει νά σᾶς πεῖ περισσότερα. Αὐτό τό εἶδος τῆς ἀκοῆς δέν κρίνει. Ἐνθαρρύνει τό παιδί νά νιώσει ὅτι τό ἀκοῦν, τό κατανοοῦν καί τό βοηθοῦν νά ἐξακολουθήσει νά μιλάει. Χρειάζεται νά εἶστε διακριτικοί. Μήν ἀντιδρᾶτε σέ κάθε κατσούφιασμα ἤ παρατήρηση. Μέ τήν εὐαισθητοποίηση μπορεῖτε ν’ ἀντιληφθεῖτε πότε τό παιδί σας θέλει νά μιλήσει καί πότε ὄχι.
Στήν ἐφηβεία εἶναι φυσιολογικό τά παιδιά ν’ ἀπομακρύνονται ἀπ’ τούς γονεῖς καί νά πλησιάζουν περισσότερο τούς φίλους τους. Αὐτό συμβαίνει διότι συχνά δέν ἔχουν τίποτα ἐνδιαφέρον νά συζητήσουν μέ τούς γονεῖς, ἐνῶ περνοῦν ὄμορφα μέ τούς φίλους τους ἐπειδή ἔχουν κοινά ἐνδιαφέροντα. Ἀκόμα κι ἄν οἱ ἔφηβοι δέν εἶναι μέ φίλους τους, κλείνονται στό δωμάτιό τους καί περνοῦν ὧρες ὁλόκληρες εἴτε ἀγκαλιά μέ τό τηλέφωνο εἴτε μέ τόν ἠλεκτρονικό ὑπολογιστή ἤ μέ τ’ ἀκουστικά τῆς μουσικῆς στ’ αὐτιά.
Οἱ γονεῖς συνήθως ἀνησυχοῦν καί προβληματίζονται γι’ αὐτή τήν ἀπομάκρυνση τῶν ἐφήβων, ἄν καί αὐτό δέν εἶναι ἀνησυχητικό. Ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν ἔφηβο μπαίνει σέ ἄλλη φάση, πιό ὥριμη, πιό ποιοτική καί καθορίζεται ἀπό τόν ἴδιο τόν ἔφηβο καί τή δική του διάθεση καί ὄχι ἀπό τούς γονεῖς του.
Κατά τήν ἐφηβεία ἐμφανίζεται καί ἡ ἀντίρρηση, ὁπότε τά περισσότερα παιδιά γίνονται πνεύματα ἀντιλογίας.
Βασικό γιά τούς γονεῖς εἶναι νά παραμείνουν ψύχραιμοι, ν’ ἀκοῦν ὑπομονετικά τά ἐπιχειρήματα τοῦ παιδιοῦ καί ν’ ἀπαντοῦν μέ τήν κοινή λογική. Ἔχει σημασία νά λέει τό παιδί τίς σκέψεις του ὅπως μπορεῖ. Κάποια στιγμή θά μάθει νά χρησιμοποιεῖ σωστά τά ἐπιχειρήματά του, διότι θά διδαχθεῖ ἀπ’ τή σωστή ἐπιχειρηματολογία τῶν μεγάλων (γονεῖς, δάσκαλοι κτλ.).
Γιά νά «φρενάρετε» τό πνεῦμα ἀντιλογίας τοῦ παιδιοῦ σας, προτοῦ χάσετε τήν ὑπομονή σας καί καταλήξετε σέ καβγά, μπορεῖτε νά προφασιστεῖτε ὅτι ἔχετε μία δουλειά καί νά ἀποχωρήσετε ἀπό τή συζήτηση. Σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις εἶναι προτιμότερο νά ἀναβάλετε μία συζήτηση γιά κάποια ἄλλη στιγμή, ὅταν καί οἱ δυό δέν θά βρίσκεστε σέ σύγκρουση. Πολλές φορές φράσεις ὅπως οἱ παρακάτω ἀκούγονται ἀπό γονεῖς καί ἐφήβους, χωρίς βέβαια καί νά ἔχουν καμιά βαθύτερη σημασία.
Ἔφ: Ἀφῆστε με πιά ἥσυχο.
Γον.: Μή μοῦ κλείνεις ἐμένα τήν πόρτα κατάμουτρα.
Ἔφ: Δέ μέ καταλαβαίνει κανείς.
Γον.: Κάνεις πάντα τοῦ κεφαλιοῦ σου.
Ἔφ: Εἶναι δικό μου θέμα.
Γον.: Μόνο λεφτά ξέρεις νά ζητᾶς.
Ἔφ: Παράτα με.
Καμιά φορά ὅμως φράσεις ὅπως «Δέ σᾶς ἀντέχω ἄλλο» καί «Ἀφῆστε με στήν ἡσυχία μου» ἀποκαλύπτουν πώς τό παιδί πιθανῶς ὑφίσταται ἐνοχλητική πίεση. Σ’ αὐτή τήν περίπτωση ἀναλογιστεῖτε μήπως ἄθελά σας πιέζετε πολύ τό παιδί. Μήπως ἔχετε ὑπερβολικές ἀπαιτήσεις ἀπ’ αὐτό. Σέβεστε τόν προσωπικό του χῶρο; Μπορεῖ ν’ ἀκούσει τή μουσική πού τοῦ ἀρέσει; Πόσο ἀπαιτητικοί εἶστε στούς βαθμούς του;
Συχνά οἱ ἔφηβοι παραπονιοῦνται: «Κανένας δέν μέ καταλαβαίνει». Ζητῆστε νά τό συζητήσετε, ἀκοῦστε χωρίς νά ἔχετε ἕτοιμη τήν ἀπάντηση στά χείλη σας. Εἴτε ἱκανοποιήσετε τό αἴτημά του εἴτε ὄχι, θά μπορέσετε νά τοῦ πεῖτε μέ ἐπιχειρήματα ὅτι καταλάβατε τί θέλει νά σᾶς πεῖ, ἀλλά ἐσεῖς διαφωνεῖτε. Τό παιδί πρέπει νά καταλάβει καλά τή μεγάλη διαφορά τοῦ «συμφωνῶ» καί τοῦ «κατανοῶ». Ἐάν λοιπόν ἔχει κάποιο παράπονο, μπορεῖ νά λέει «ὅλοι διαφωνεῖτε μαζί μου ἐδῶ μέσα» ἀλλά ὄχι «κανένας δέ μέ καταλαβαίνει».