Super User

Super User

Δευτέρα, 25 Απρίλιος 2016 03:00

Ἡ φραγέλλωση

  Μία βάναυση ποινή
fraggelosi  Τό τέλος τῆς δίκης τοῦ Ἰησοῦ, τῆς πιό ἄδικης δίκης πού ἔγινε σ’ αὐτό τόν κόσμο, σημειώνεται λιτά ἀπό τόν εὐαγγελιστή· «Τότε (ὁ Πιλᾶτος) ἀπέλυσεν αὐτοῖς τόν Βαραββᾶν, τόν δέ Ἰησοῦν φραγγελώσας παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ» (Μθ 27,26). Στή μετοχή «φραγγελώσας» κρύβεται ἕνα φρικτό μαρτύριο πού ὑπέμεινε ὁ Ἰησοῦς πρίν ἀπό τόν σταυρό.
 Φραγγέλωση σημαίνει χτύπημα μέ φραγγέλιο, μαστίγωμα. Τό φραγγέλιο, βασανιστικό ὄργανο, ἦταν ἕνα μαστίγιο. Ἀποτελοῦνταν ἀπό μία κοντή ράβδο, στήν κορυφή τῆς ὁποίας ὑπῆρχαν νεῦρα βοδιοῦ ἤ δερμάτινα λουριά ἤ σχοινιά, πού πολλές φορές εἶχαν στίς ἀπολήξεις τους κομμάτια ἀπό κόκκαλο ἤ μόλυβδο (μάστιξ ἀστραγαλωτή). Τήν αἴσθηση πού προκαλοῦσε στούς ἀνθρώπους τήν ἀπαθανάτισε στήν ἱστορία ὁ Ρωμαῖος ποιητής Ὁράτιος μέ τόν χαρακτηρισμό «φρικῶδες φραγγέλιον» (horribile flagellum).
  Ἡ φραγγέλωση ἤ μαστίγωση ἦταν μία σοβαρή ποινή γνωστή στούς Ἰουδαίους ἀπό τά χρόνια τοῦ Σολομῶντος. Ὁ νόμος ὅριζε νά δίνουν 40 χτυπήματα στόν τιμωρούμενο. Ἀπό φόβο ὅμως μήπως γίνει παράβαση τοῦ νόμου εἶχε ἐπικρατήσει νά δίνονται 39 χτυπήματα. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀναφέροντας τίς κακουχίες καί ταλαιπωρίες πού ὑπέστη ἐξ αἰτίας τοῦ κηρύγματος, γράφει· «Ὑπό Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μίαν ἔλαβον» (Β’ Κο 11,24).
  Οἱ Ρωμαῖοι θεωροῦσαν τή φραγγέλωση ποινή τόσο ἐξευτελιστική, ὥστε τήν ἐπέβαλλαν μόνο σέ ὑπόδουλους ἤ δούλους καί ποτέ σέ Ρωμαῖο πολίτη. Ἦταν δέ φοβερά ἄγρια καί βάναυση, ἀφοῦ κανένας νόμος δέν ὅριζε τόν ἀριθμό τῶν χτυπημάτων. Εἰδικά τήν ἐκτέλεση τῶν θανατοποινιτῶν, ὅταν αὐτοί δέν ἦταν Ρωμαῖοι, τήν ἄρχιζαν μέ μαστίγωση. Ὁ κατάδικος δεχόταν τή μαστίγωση γυμνός καί δεμένος σκυφτός σ’ ἕνα κίονα, ἔτσι ὥστε νά μένει ἐλεύθερη ἡ ράχη του. Καθώς τό μαστίγιο ἔπεφτε μέ ὁρμή, ὁ αὐχένας, ἡ ράχη, τά πλευρά, οἱ βραχίονες, οἱ κνῆμες καί πολλές φορές καί τό πρόσωπο χαρακώνονταν μέ μελανές γραμμές καί ἐξογκωμένες φουσκάλες καί σιγά-σιγά τό δέρμα καί οἱ μύες ξεσχίζονταν κι ἀπό παντοῦ ἔτρεχε αἷμα. Στό τέλος ὁ μαστιγωμένος γινόταν μία ἄμορφη μᾶζα ἀπό αἱμόφυρτες σάρκες. Πολλές φορές λιποθυμοῦσε καί συχνά πέθαινε ἀπό τά χτυπήματα. Γι’ αὐτό καί πρίν ἐκτελέσουν τήν ποινή αὐτή ἔπρεπε νά ἐξετάσουν ἄν τήν ἀντέχει ὁ κατάδικος. Μά κι ὅταν ὁ κατάδικος ἄντεχε τή μαστίγωση, ἦταν ἤδη τόσο ταλαιπωρημένος καί ἐξαντλημένος μετά ἀπό αὐτήν, πού πολύ γρήγορα πέθαινε. Ἔτσι ἡ μαστίγωση πρίν ἀπό τή σταύρωση ἐπέσπευδε τόν θάνατο καί μείωνε τόν χρόνο τοῦ φρικτοῦ μαρτυρίου τοῦ σταυροῦ. Ὅσοι εἶχαν ἐπιζήσει μετά ἀπό μία μαστίγωση εἶχαν φρικαλέα καί παραμορφωμένη μορφή.

  Σταύρωση πρό τῆς σταυρώσεως
  Ἡ ἐντολή τοῦ Πιλάτου νά μαστιγωθεῖ ὁ Ἰησοῦς, σήμαινε ὅτι ὁ Ρωμαῖος ἐπίτροπος συγκατένευσε στό θέλημα τῶν Ἰουδαίων καί ἐνέκρινε τή θανατική ποινή, πού ἐκεῖνοι εἶχαν ἐπιβάλει στόν ὑπόδικό του. Παρά ταῦτα κατά βάθος δέν τήν ἐνέκρινε καί συνέχιζε νά τονίζει τήν ἀθωότητα τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὑποθέτει ὅτι διέταξε τή μαστίγωση θέλοντας ἴσως νά ξεθυμάνει τό πάθος τῶν Ἰουδαίων. Ἀφοῦ μέ ὅλες τίς προηγούμενες προσπάθειες δέν μπόρεσε νά τόν ἀπελευθερώσει, ἔφθασε μέχρι αὐτοῦ τοῦ κακοῦ καί τόν μαστίγωσε καί ἐπέτρεψε νά γίνουν ὅσα ἔγιναν, ὥστε νά μαλακώσει τήν ὀργή τους. Βλέποντάς τον ἔτσι, ἴσως θά ἀπαλλάσσονταν ἀπό τό πάθος καί θά ἔβγαζαν τό φαρμάκι. Ἴσως κάποιος οἶκτος θά γεννιόταν στήν καρδιά τους, ἴσως κάποια συμπάθεια θά κινοῦνταν μέσα τους, ὥστε νά μήν ἐπιμένουν νά ὑποστεῖ τήν ἔσχατη ποινή. Ἴσως, ἀκόμη, κάποιες τύψεις ξυπνοῦσαν τήν κοιμισμένη τους συνείδηση, ἀφοῦ, μ’ ὅλο πού μανιασμένα φώναζαν «σταυρωθήτω», ἤξεραν ὅτι εἶναι ἀθῶος. Τό εἶχε καταλάβει καί ὁ Πιλᾶτος ὅτι «διά φθόνον παρέδωκαν αὐτόν». Ἀλλά, ὅπως ἀποδείχτηκε στή συνέχεια, τό πάθος τῶν Ἰουδαίων ἦταν ἀσίγαστο καί δέν κόπασε, ἡ συνείδησή τους ἦταν ὁλότελα πωρωμένη καί δέν ξύπνησε. Ἔτσι ἡ φραγγέλωση ἦταν ἕνα ἐπί πλέον μαρτύριο γιά τόν Κύριο, μία σταύρωση πρίν ἀπό τή σταύρωσή του.
 Οἱ ἀνεύθυνοι καί βάναυσοι στρατιῶτες, πού κατάγονταν ἀπό τή Γαλατία, τή Γερμανία, τή Θράκη καί ἄλλες περιοχές τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἐκπλήρωσαν ἀπόλυτα τήν προφητεία τοῦ Κυρίου, ὅτι θά παραδοθεῖ «τοῖς ἔθνεσιν εἰς τό ἐμπαῖξαι καί μαστιγῶσαι» (Μθ 20,19). Πόσο ἐπιτυχημένα τούς ζωγράφισε πρίν ἀπό αἰῶνες ἡ θεόπνευστη προφητεία· «Ἐκύκλωσάν με κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων περιέσχον με» (Ψα 21,17)· «Ἐπί τόν νῶτόν μου ἐτέκταινον οἱ ἁμαρτωλοί» (Ψα 127,3).

  Παρακαταθήκη ἱερή
  Μαστιγώνεται ὁ Ἰησοῦς. Ὡς ἀμνός ἄφωνος παραδίδει στή φραγγέλωση τόν θεῖον του νῶτο. Καί γίνεται «τό εἶδος αὐτοῦ ἄμορφον» κάτω ἀπό τά βαριά χτυπήματα τῶν βαρβάρων στρατιωτῶν. Ἔτσι, οἱ πιστοί του παίρνουν ἕνα μάθημα γιά νά ὑπομένουν γενναῖα τίς μαστιγώσεις τῶν πειρασμῶν καί τῶν θλίψεων πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός στή ζωή τους.
  Μαστιγώνεται ὁ Ἰησοῦς. Καί εἶναι ἡ μαστίγωσή του μία παρακαταθήκη ἱερή, μία κληρονομιά πολύτιμη γιά τούς μαθητές του. Θά τούς ἐμπνέει ἀργότερα, ὅταν οἱ ἴδιοι θά μαστιγώνονται ἀπό τούς ἐχθρούς τοῦ Κυρίου, ὥστε νά φεύγουν «χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πρξ 5,41). Στό πέρασμα τῶν αἰώνων, πού κατά τήν προφητεία τοῦ ἀποστόλου Παύλου «πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται», εἶναι ἡ πιό γλυκειά παρηγοριά γιά τούς χριστιανούς ἡ φραγγέλωση τοῦ Ἰησοῦ. Πάσχοντας γιά τό ὄνομά του «ἀνταναπληροῦν τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» στό ἴδιο τους τό σῶμα. Κι ὅταν γι’ αὐτόν τόν λόγο καί μ’ αὐτή τή συναίσθηση πάσχουν, προσφέρουν μία ἀνακούφιση στόν μωλωπισμένο ἀπό τό φραγγέλιο τῶν σταυρωτῶν Ἰησοῦ. Κάνουν πάθος τους τό πάθος του καί ἑτοιμάζονται ἔτσι ὥστε νά συμμετέχουν στή δόξα τῆς Ἀναστάσεώς του.

 Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 53-54
Κυριακή, 16 Μάρτιος 2025 03:00

Ἡ τελείωση τῆς ταπεινώσεως

nipsi podion  Καθώς πλησιάζει τό Πάθος, ὁ Ἰησοῦς ἑτοιμάζεται νά τελέσει τήν ὕψιστη ἱερουργία. Κάθε ἀρχιερέας τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ πρίν ἀπό τήν ἱερουργία καθάριζε τόν ἑαυτό του ἀπό κάθε σωματικό μολυσμό, γιά νά προχωρήσει στήν ἱερουργία, κι αὐτό λεγόταν «τελείωσις». Ὁ καινούργιος ἀρχιερέας ἐγκαθιδρύει μιά καινούργια «τελείωση». Ἀνασκουμπώνεται, ζώνεται τό «λέντιον», παίρνει νερό σέ μιά λεκάνη καί ἀρχίζει νά πλένει τά πόδια τῶν μαθητῶν του. Ἡ «τελείωσις» τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἡ ἔσχατη ταπείνωση. Ἔρχεται καί στόν Πέτρο, μά ἐκεῖνος ἀρνεῖται νά δεχθεῖ μιά τέτοια ἐκδούλευση ἀπό τόν Διδάσκαλο. Ἀπό τή διήγηση τῶν εὐαγγελίων δέν φαίνεται ἄν ὁ Κύριος ἦρθε στόν Πέτρο πρῶτα ἤ τελευταῖα ἤ ἐνδιάμεσα. Ἴσως ἦταν ὁ πρῶτος. Καί αὐτό πού ἐξέφρασε ὁ Πέτρος τό εἶχαν ὅλοι μέσα τους, ἀλλά τό εἶπε αὐτός ὡς πιό ἐκδηλωτικός, ὁπότε οἱ ἄλλοι συμμορφώθηκαν μέ τήν παρατήρηση πού τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς καί δέχτηκαν ἀδιαμαρτύρητα νά τούς πλύνει ὁ Κύριος τά πόδια.

  Ὁ ἐγωισμός μέ τίς δύο ὄψεις του
   Ἡ ἀντίδραση τοῦ Πέτρου ἦταν ἐγωιστική. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, πού παρέχει πρόθυμα στούς ἀνωτέρους του καί τήν πιό ταπεινωτική ἐκδούλευση, μέ τήν ἴδια προθυμία δέχεται καί μιά ἐκδούλευση πού θά τοῦ προσφέρει ὁ ἀνώτερός του. Ἐνῶ ὁ ἐγωιστής οὔτε νά προσφέρει ταπεινωτική ἐκδούλευση δέχεται οὔτε νά τοῦ προσφέρουν. Καί τήν μέν πρώτη ἀδυναμία του πολλές φορές τήν κρύβει ἀπό κάποια σκοπιμότητα. Τήν δεύτερη ὅμως συνήθως δέν μπορεῖ νά τήν κρύψει κι ἔτσι φανερώνει τόν ἐγωισμό του. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Πέτρος.
   Ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου ἀνάγκασε τόν Ἰησοῦ νά θυσιάσει τή μισή δοκιμαστική ἀξία τῆς χειρονομίας του, φανερώνοντας στόν Πέτρο ὅτι «ὅ ἐγώ ποιῶ, σύ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δέ μετά ταῦτα». Ἀλλά ὁ Πέτρος ἀκόμη πιό ἐγωιστικά ἐπιμένει· «Οὐ μή νίψῃς τούς πόδας μου εἰς τόν αἰῶνα». Καί ὁ Ἰησοῦς θυσιάζοντας ὅλο τό μυστικό τοῦ ἀποκαλύπτει καί σχεδόν τόν ἀπειλεῖ. «Ἐάν μή νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ’ ἐμοῦ». Τότε ὁ ἐγωισμός τοῦ Πέτρου στρέφει τήν ἄλλη ὄψη του καί λέει· «Μή τούς πόδας μου μόνον, ἀλλά καί τάς χεῖρας καί τήν κεφαλήν». Προκειμένου νά μή χάσει, εἶναι ἕτοιμος καί τριπλάσια ἀγγαρεία νά φορτώσει στόν Διδάσκαλο. Καταπληκτική ἡ ἀφέλεια μέ τήν ὁποία ὁ ἐγωισμός δείχνεται κι ἀπό τή μιά κι ἀπό τήν ἄλλη ὄψη του. Καί στό τέχνασμα τοῦ δοκιμαστῆ κάθε ἀντιτέχνασμα τοῦ ἐγωιστῆ δέν κατορθώνει τίποτε ἄλλο παρά νά ἀποκαλύψει ἀκόμη περισσότερο τόν ἐγωισμό του.

  Ὑπόδειγμα ταπεινοφροσύνης
   Παρ’ ὅλο πού ὁ ἐγωισμός τοῦ Πέτρου δοκιμάσθηκε καί ξεσκεπάστηκε, ὅμως ὁ Ἰησοῦς μέ τή χειρονομία του δέν ἀπέβλεπε στή δοκιμασία. Ὁ σκοπός του ἦταν νά δώσει παράδειγμα ταπεινοφροσύνης στούς μαθητές του, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος στή συνέχεια. Κι ὅπως ἕνας καλός παλαιστής, ἐνῶ ὁ ἀντίπαλός του περιμένει λαβή στόν βραχίονα, αὐτός ξαφνικά τόν ἁρπάζει ἀπ’ τόν ἀστράγαλο, ἔτσι καί ἐδῶ, ἐνῶ καί ὁ Πέτρος καί ὅλοι περιμένουν ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ στή νέα ἐξυπνάδα τοῦ Πέτρου, ὁ Ἰησοῦς ἁρπάζει τόν Ἰούδα· «Ὁ λελουμένος οὐ χρείαν ἔχει ἤ τούς πόδας νίψασθαι, ἀλλ’ ἔστι καθαρός ὅλος· καί ὑμεῖς καθαροί ἐστε ἀλλ’ οὐχί πάντες». Αὐτό τό εἶπε γιά τόν Ἰούδα, λέει ὁ εὐαγγελιστής, τοῦ ὁποίου γνώριζε τίς ἐνέργειες.
  Τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ δέν εἶναι ἕνας δηκτικός ὑπαινιγμός κατά τοῦ Ἰούδα, ἀλλά μία ἀπό τίς τελευταῖες ἀπόπειρές του νά δείξει στόν Ἰούδα τήν θεία καρδιογνωσία του καί νά τόν πείσει ἔτσι νά μετανοήσει καί νά ματαιώσει τήν προδοσία του. Ἀλλά κι αὐτές τίς τελευταῖες ἀπόπειρες τῆς στοργῆς τοῦ Ἰησοῦ τίς ποδοπάτησε ὁ Ἰούδας καί δέν διασώθηκε ἀπό τό βάραθρο τῆς ἀπωλείας του.
   Ἐκτός τῶν ἄλλων μπορεῖ κανείς νά θαυμάσει ἐδῶ πόσο ὁ Ἰησοῦς εἶναι κύριος καί τῶν ἐνεργειῶν καί τῶν συναισθημάτων του σ’ αὐτές τίς ἐπιθανάτιες ὧρες του. Καμία σύγχυση, καμία κάμψη ἀπό συγκίνηση, ἀλλά μέσα στήν ἀγωνία του ἔχει τόν ἀπόλυτο ἔλεγχο τῶν ἐνεργειῶν του. Αὐτό δείχνει τό γεγονός ὅτι «τούς παίζει ὅλους στά δάχτυλα» κι αὐτήν τήν ὥρα. Καί συνεχῶς, σέ ὅλη τή διάρκεια τοῦ πάθους του ὁ Ἰησοῦς παρά τήν ἀγωνία, τόν φόβο, τή θλίψη, τούς πόνους, τήν ἀγανάκτηση, κρατᾶ ἀπόλυτα τόν ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ περιβάλλοντός του, ἀκόμη καί ἐπάνω στόν σταυρό.

  Ὅπως ὁ Διδάσκαλος
   Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τελείωσε τό νίψιμο τῶν ποδιῶν, ἑρμήνευσε τήν ἐνέργειά του· ἐξήγησε γιατί τό ἔκανε αὐτό. «Σεῖς μέ φωνάζετε ὁ "Διδάσκαλος" καί ὁ "Κύριος" καί καλά κάνετε, γιατί εἶμαι. Ἄν λοιπόν ἐγώ, ὁ Κύριος καί ὁ Διδάσκαλος, ἔνιψα τά πόδια σας, καί σεῖς ὀφείλετε νά πλένετε ὁ ἕνας τά πόδια τοῦ ἄλλου. Διότι σᾶς ἔδωσα τό παράδειγμα, ὥστε ὅπως σᾶς ἔκανα ἐγώ, νά κάνετε καί σεῖς». Ὁ μαθητής καί ὁ ἀπεσταλμένος ὀφείλει νά ταπεινώνεται τουλάχιστον μέχρις ἐκεῖ πού ταπεινώθηκε ὁ διδάσκαλός του καί ὁ κύριός του πού τόν ἀπέστειλε. Ἄν, λοιπόν, ἐγώ ὁ Διδάσκαλός σας καί Κύριός σας ταπεινώθηκα τόσο, σεῖς ὀφείλετε νά ταπεινώνεστε τουλάχιστον τόσο, ἄν ὄχι καί περισσότερο. Γιατί βέβαια δέν εἶσθε καί ἀνώτεροί μου.

  Γνώση καί πράξη
   Διδάσκοντας μέ πράξη καί λόγια τήν ταπείνωση ὁ Ἰησοῦς λέει στούς μαθητές του. «Ἄν τά γνωρίζετε αὐτά, τότε θά εἶσθε μακάριοι, ἄν τά κάνετε».
   Ἡ γνώση καί ἡ πράξη εἶναι ἐξίσου ἀναγκαῖα γιά τήν προκοπή καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Κι ὅταν δέν ὑπάρχει τό πρῶτο, εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρχει τό δεύτερο. Ὅταν πάλι δέν ὑπάρχει τό δεύτερο, τό πρῶτο κι ἄν ὑπάρχει εἶναι ἄχρηστο. Δέν εἶναι ἀσήμαντο ὅτι ὁ Ἰησοῦς λέει αὐτό τό δόγμα στήν ἀρχή τῆς διαθήκης του μέ τούς ἀνθρώπους πού θά ἀποτελέσουν τήν Ἐκκλησία του, γιατί αὐτό εἶναι τό πρῶτο δόγμα, τό ὑπερδόγμα, τό δόγμα πού προηγεῖται καί τοῦ τριαδικοῦ δόγματος καί τῆς ἁγιότητος καί τοῦ δόγματος τῆς ἀναστάσεως καί τῆς ἀγάπης. Στήν ἀρχαιότητα ὑπῆρχαν μεγάλοι αἱρετικοί, πού ἦταν σαρκικά ἁγνοί, νηστευτές, ἀσκητικώτατοι, μέ ἀγάπη καί φιλοφροσύνη, ἀλλά δέν παραδέχονταν ὁλόκληρη ἤ σωστά τή δογματική ἀλήθεια. Στούς νεώτερους χρόνους ἀντιστρόφως ὑπάρχουν φαῦλοι καί ἀκάθαρτοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ὅμως στό δόγμα εἶναι ἀκριβέστατοι καί ὀρθοδοξότατοι. Καί οἱ μέν καί οἱ δέ εἶναι ἐξίσου ἁμαρτωλοί καί ἀσεβεῖς, διότι προπάντων καταπάτησαν τό ὑπερδόγμα, πού εἶναι τό ἁπλούστατο καί εὔκολο αὐτό μάθημα, ὅτι οὔτε ἡ γνώση χωρίς τήν πράξη, οὔτε ἡ πράξη χωρίς τήν γνώση ἔχουν καμία ἀξία γιά τή σωτηρία.
   Ὁ Χριστιανισμός ἀρχικά εἶναι εὔκολος νά τόν μάθεις καί δύσκολος νά τόν πράξεις. Δυστυχῶς σήμερα ἀντιστρέψαμε τά πράγματα καί δημιουρ­γή­σαμε ἕναν Χριστιανισμό δύσκολο νά τόν μάθεις καί εὔκολο νά τόν πράξεις. Δέν εἶναι αὐτός ὁ Χριστιανισμός τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὅταν λέμε ὅτι εἶναι ἐξίσου καί ἀπολύτως ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία καί ἡ γνώση καί ἡ πράξη, ἐννοοῦμε τά πράγματα αὐτά ὅπως ἐννοοῦνται στήν Καινή Διαθήκη.

Στέργιος Ν. Σάκκος
"Ἀπολύτρωσις" 36 (1981) 56-57

Δευτέρα, 10 Απρίλιος 2023 03:00

Ἰωσήφ ὁ πάγκαλος τύπος τοῦ Ἰησοῦ

  iosif Στό δρόμο πρός τό Γολγοθά, πού κάθε χρόνο ἀνοίγει ἡ Ἐκκλησία γιά τούς πιστούς μέ τήν Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν, μᾶς περιμένει πρῶτος ὁ Ἰωσήφ ὁ Πάγκαλος. Στέκεται στήν ἀρχή τῶν μεγάλων ἡμερῶν, ὅπου πληθαίνουν βαθμηδόν τά σημαίνοντα γεγονότα, καί μᾶς προοιμιάζει γιά ὅλα. Στό πρόσωπό του ἔχει κλείσει τήν ὡραιότητα τοῦ Νυμφίου, στά ἀνθρώπινα μέτρα του ἔχει κλιμακώσει τήν εἰκόνα τοῦ πάσχοντος Θεανθρώπου.
  Πάγκαλος ὁ Ἰωσήφ. Ὄμορφος μές στήν ἁγνότητά του. Τά μάτια τοῦ πάθους δέν μπόρεσαν νά τόν προσβάλουν, τά χέρια τῆς ἁμαρτίας δέν ἴσχυσαν νά τόν αἰχμαλωτίσουν. Φωτεινό τό βλέμμα του, καθαρή ἡ σκέψη του, ἄσπιλο τό κορμί του.
   Ὄμορφος γιά τήν ἀγάπη του. Ποιό πέλαγο νά ἔμοιαζε ἄραγε ἡ καρδιά του, πού ἔπνιξε τόσο μῖσος καί τόση κακία ἀπέναντί του, πού χώρεσε τόση συγχώρηση καί ἀνεξικακία! Ἡ ἀγκαλιά του, πού ἄνοιξε καί δέχτηκε μέ συγκίνηση τούς ἀδελφούς, ἔδειξε τό πλάτος τῆς ἀγάπης του. Ὄμορφος ἀπό τήν πίστη του. Μιά πίστη δυνατή, ὥστε νά κουβαλᾶ τόν Θεό μαζί του, καί ὑπέρλογη, ὥστε νά προτιμᾶ τόν ὀνειδισμό τοῦ κόσμου ἀπό τήν αἰσχύνη μπρός στό Θεό. Μπόρεσε γυμνός νά γλιστρήσει μέσα ἀπό τά χέρια τῆς ἔκφυλης, γιατί ἦταν ντυμένος μέ τόν σεμνό χιτώνα τῆς πίστεως.
   Μέ τό κάλλος τῆς ἁγνότητος, μέ τό κάλλος τῆς ἀγάπης, μέ τό κάλλος τῆς πίστεως ὁ Ἰωσήφ γίνεται ὁ τύπος τοῦ «ὡραίου κάλλει παρά πάντας βροτούς». Ζωντανή προφητεία γιά τό πόσο ἀθῶος ὑπῆρξε ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτής, πόσο ἀνεξίκακος καί πόσο ταπεινός, περπατᾶ μπροστά μας. Ἐλᾶτε νά βαδίσουμε πάνω στά ἴχνη, πού ἀφήνουν τά πατήματά του! Θά μᾶς ὁδηγήσει ἴσια στόν Ἰησοῦ.

Ο ΙΩΣΗΦ:
 Ἀγαπητός: «Ἰακώβ δέ ἠγάπα τόν Ἰωσήφ παρά πάντας τούς υἱούς αὐτοῦ» (Γε 37,3).
 Ποιμήν: «Ἰωσήφ δέ δέκα καί ἑπτά ἐτῶν ἦν, ποιμαίνων τά πρόβατα τοῦ πατρός αὐτοῦ» (Γε 37,2).
 Δόξα (ὄνειρα): «Περιστραφέντα δέ τά δράγματα ὑμῶν προσεκύνησαν τό ἐμόν δράγμα… ὁ ἥλιος καί ἡ σελήνη καί ἕνδεκα ἀστέρες προσεκύνουν με» (Γε 37,8-9).
 Ἀποστολή: «Καί εἶπεν Ἰσραήλ πρός Ἰωσήφ. Δεῦρο ἀποστείλω σε πρός τούς ἀδελφούς σου» (Γε 37,13).
 Φθόνος: «Ἰδόντες δέ οἱ ἀδελφοί αὐτοῦ ἐμίσησαν αὐτόν καί οὐκ ἠδύναντο λαλεῖν αὐτῷ οὐδέν εἰρηνικόν» (Γε 37,4).
 Συμβούλιον: «Προεῖδον δέ αὐτόν μακρόθεν καί ἐπονηρεύοντο τοῦ ἀποκτεῖναι αὐτόν» (Γε 37,18).
 Γύμνωση: «Ἐξέδυσαν τόν Ἰωσήφ τόν χιτῶνα τόν ποικίλον τόν περί αὐτόν» (Γε 37,23).
 Ἀγωνία: «Καί λαβόντες αὐτόν ἔρριψαν εἰς τόν λάκκον» (Γε 37,24).
 Πώληση: «Καί ἀπέδοντο τόν Ἰωσήφ τοῖς ἰσμαηλίταις εἴκοσι χρυσῶν» (Γε 37,28).
 Ἰούδας: «Εἶπε δέ Ἰούδας πρός τούς ἀδελφούς αὐτοῦ… δεῦτε ἀποδώμεθα αὐτόν τοῖς ἰσμαηλίταις» (Γε 37,26).
 Κατηγορούμενος: «καί ἐκάλεσε τούς ὄντας ἐν τῇ οἰκίᾳ καί εἶπεν αὐτοῖς λέγουσα· ἴδετε εἰσήγαγεν ἡμῖν παῖδα ἑβραῖον ἐμπαίζειν ἡμῖν» (Γε 39,14).
 Ἁγνός: «καί πῶς ποιήσω τό ρῆμα τό πονηρόν τοῦτο καί ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;» (Γε 39,9).
Οἱ δύο φυλακισθέντες: «καί ἔθετο αὐτούς (ἀρχιοινοχόον καί ἀρχισιτοποιόν) ἐν φυλακῇ εἰς τό δεσμωτήριον»  Ὁ ἕνας ἐλευθερώθηκε καί ὁ ἄλλος θανατώθηκε (Γε 40,3).
 Ἀνύψωση: «καί ἐπί τῷ στόματί σου ὑπακούσεται πᾶς ὁ λαός» (Γε 41,40).

Ο ΙΗΣΟΥΣ:
 Ἀγαπητός: «Οὖτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17).
 Ποιμήν: «Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμήν ὁ καλός» (Ἰω 10,11).
 Δόξα (προφητεῖες): «Ὁ Θεός ἐδόξασε τόν παῖδα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Πρξ 3,13).
 Ἀποστολή: «Τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεός εἰς τόν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι’ αὐτοῦ» (Α’ Ἰω 4,9).
 Φθόνος: «διά φθόνον παρέδωκαν αὐτόν» (Μθ 27,18).
 Συμβούλιον: «Συμβούλιον ἔλαβον πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ κατά τοῦ Ἰησοῦ ὥστε θανατῶσαι αὐτόν» (Μθ 27,1).
 Γύμνωση: «Ἐξέδυσαν αὐτόν τήν πορφύραν» (Μρ 65,20).
 Ἀγωνία: «Καί ἔρχονται εἰς χωρίον οὗ τό ὄνομα Γεθσημανῆ καί λέγει αὐτοῖς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου» (Μρ 14, 32-34).
 Πώληση: «Ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια» (Μθ 26,15).
 Ἰούδας: «Τότε πορευθείς Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης πρός τούς ἀρχιερεῖς εἶπε. Τί θέλετέ μοι δοῦναι καί ἐγώ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν» (Μθ 26,15).
 Κατηγορούμενος: «Πολλοί γάρ ἐψευδομαρτύρουν κατ’ αὐτοῦ» (Μρ 14,56).
 Ἁγνός - Ἀναμάρτητος: «Ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α’ Πε 2,2).
 Οἱ δύο ληστές: «Τότε σταυροῦνται σύν αὐτῷ δύο λησταί» Ὁ ἕνας λυτρώθηκε καί ὁ ἄλλος κατακρίθηκε (Μθ 27,37).
 Ἀνάσταση: «Έγείρας αὐτόν ἐκ νεκρῶν καί ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ 1,20).

«Ἀπολύτρωσις» 37 (1982) 56-57
  lazarosἝνα ἰδιόμελο Στιχηρό, πού ψάλλεται στόν Ἑσπερινό τοῦ Λαζάρου, ὁπότε ἀρχίζει οὐσιαστικά ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, προσδιορίζει μέ σαφήνεια, ἀκρίβεια καί πληρότητα τίς προϋποθέσεις καί τήν οὐσία τῶν ἑορτῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Τό ἰδιόμελο αὐτό εἶναι τό ἑξῆς: «Τήν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, τήν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξᾶσαι ἐν αὐτῇ τά μεγαλεῖά σου καί τήν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου».
  Χρειάζεται προκαταβολικά νά παρατηρήσουμε δύο σημεῖα τοῦ τροπαρίου:
  Τό ἕνα εἶναι ὅτι τίς γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τίς βλέπει ὡς συμμετοχή στό πάθος τοῦ Κυρίου, ὡς ἐπιδοκιμασία καί χειροκρότηση τῆς ἀνείπωτης οἰκονομίας πού ἔκανε ὁ Κύριος γιά τή σωτηρία μας. Δηλαδή διδασκόμαστε ἀπό τό τροπάριο ὅτι οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι λαογραφικές ἐκδηλώσεις ἐθιμικοῦ χαρακτῆρος, οὔτε εἶναι ἁπλή ἀνάμνηση μεγάλων γεγονότων πού ἔγιναν στό παρελθόν καί τά θυμίζουμε τώρα ὡς εὐκαιρία γιά μετάδοση κάποιων μηνυμάτων. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ τροπαρίου, οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὅπως ὅλες οἱ ὀρθόδοξες γιορτές, εἶναι κυρίως θαυματουργική ἐπανάληψη τῶν ἑορταζομένων γεγονότων καί προσωπική συμμετοχή τῶν πιστῶν στά γεγονότα αὐτά. Γι’ αὐτό ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα δέν ἔχει ἐπετειακό ἤ διδακτικό μόνο χαρακτήρα. Ἔχει κυρίως λυτρωτικό χαρακτήρα καί στοχεύει νά βοηθήσει τούς πιστούς νά λυτρωθοῦν μέ τή συμμετοχή τους στό σωτήριο ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
  Τό ἄλλο σημεῖο τοῦ τροπαρίου, πού πρέπει νά παρατηρήσουμε, εἶναι ὅτι γιά τό σωστό ἑορτασμό τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος χρειάζονται δύο προϋποθέσεις. Χρειάζεται ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία καί ἡ δωρεά τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία γίνεται μέ τή Μεγάλη Σαρακοστή. Δηλαδή ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ κατανυκτικές ἀκολουθίες, ὅλες οἱ πνευματικές ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν γίνονται μόνο γιά ἠθικούς σκοπούς, γιά τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν, ὅπως συνήθως λέμε. Γίνονται κυρίως γιά νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μέ τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀποκτοῦμε αὐτοσυνειδησία, νιώθουμε τήν ἀνεπάρκεια καί θνητότητά μας, βιώνουμε στήν ὕπαρξή μας τήν τραγωδία τοῦ πόσο ἀπαραίτητη μᾶς εἶναι ἡ αὐτοσυντήρησή μας, πού ἐντούτοις μᾶς μεταγγίζει τή φθορά καί τό θάνατο. Ἔτσι, ἀπογοητευμένοι ἀπό τά ἀδιέξοδα τῆς φύσεώς μας, λαχταροῦμε νά ἔρθει ὁ Κύριος στή θανατική κατάστασή μας, νά δώσει τή σωτήρια μάχη του γιά μᾶς καί νά μᾶς βγάλει ἀπό τό φαῦλο κύκλο τῆς φθαρτότητάς μας. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ κάνει τό θαῦμα νά συμμετέχουν πραγματικά οἱ πιστοί στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, πού εἶναι ἡ ἀνείπωτη θεία οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία τους.
  Τά λυτρωτικά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος μέ τή σειρά πού γίνονται εἶναι: ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ἡ ἐπίσημη εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἰεροσόλυμα, ἡ ὑποδοχή πού τοῦ ἔκανε ὁ ἄδολος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ μετωπική σύγκρουση τοῦ Κυρίου μέ τό δαιμονοκίνητο κατεστημένο τοῦ ἰουδαϊσμοῦ τῆς ἐποχῆς, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ σύλληψη, ἡ δίκη καί καταδίκη, ἡ σταύρωση, ὁ θάνατος καί ἡ ταφή τοῦ Κυρίου.
   Ἡ ἐμπειρία ἀπό τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὁδήγησε στή ρεαλιστική διαπίστωση ὅτι, παρά τά ὁποιαδήποτε κατορθώματά μας, εἴμαστε μολυσμένοι ἀπό τό μίασμα τοῦ θανάτου. Ἔτσι, ἀρχίζοντας τή Μεγάλη Ἑβδομάδα μέ τό περιστατικό τοῦ Λαζάρου, αὐτόματα μπαίνουμε στή θέση του, καθώς τόν βλέπουμε νά σαπίζει μέσα στόν τάφο του. Νιώθουμε σάν θηλιά στό λαιμό τόν πνιγμό πού μᾶς προκαλεῖ ἡ συμμετοχή μας στό μνῆμα τοῦ Λαζάρου, ἀνακράζουμε μαζί μέ τή Μάρθα «Κύριε, ἐάν ἤσουν ἐδῶ, δέν θά πέθαινε ὁ ἀδελφός μου». Καί ἀκούγοντας τόν Κύριο νά βεβαιώνει «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή», κυριολεκτικά ἀνασαίνουμε ἐλπιδοφόρο, ἀναστάσιμο ἀέρα. Παρακολουθώντας στή συνέχεια τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, γκρεμίζουμε τά ἀδιέξοδα τείχη τῆς θνητότητας καί ξεσπᾶμε στό θριαμβευτικό παιάνα «Τήν κοινήν ἀνάστασιν πρό τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τόν Λάζαρον, Χριστέ ὁ Θεός...».
   Τήν ἄλλη μέρα, τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια, πανηγυρίζουμε γιά τήν προσωπική μας βεβαιότητα ὅτι ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τόν πνιγμό τοῦ θανάτου. Συμπορευόμαστε μέ τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού διηγεῖται ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὑποδεχόταν τόν Κύριο μέ τά βάγια, διότι εἶδε τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Συμμετέχουμε καί μεῖς στή χαρά τοῦ λαοῦ, γινόμαστε λαός τοῦ Θεοῦ, ὑποδεχόμαστε τόν Κύριο καί τόν προπέμπουμε μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια γιά τή μάχη πού θά δώσει ἐνάντια στή φθορά καί στό θάνατο.
   Ἀπό τό βράδυ τῆς ἴδιας μέρας ἀρχίζουν οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου. Δέν μποροῦσε νά ὑπάρχει πιό πετυχημένος ὅρος ἀπό τόν ὅρο «Νυμφίος», γιά νά φανεῖ ἡ λαχτάρα τῶν πιστῶν γιά τόν Κύριο. Νυμφίος εἶναι ὁ γαμπρός, πού σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου ἑνώνεται μέ τή νύμφη σέ σάρκα μία. Καμία ἄλλη ἀνθρώπινη ἕνωση δέν εἶναι οὐσιαστικότερη ἀπό τήν ἕνωση τῶν συζύγων. Λοιπόν, οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου μᾶς ἑτοιμάζουν τέτοια ὀντολογική ἕνωσή μας μέ τό Νυμφίο Χριστό. Ἄρα τό πάθος τοῦ Κυρίου, πού θά ἐπαναληφθεῖ στίς ἑπόμενες μέρες, μᾶς προσφέρεται ἀντικειμενικά, γιά νά μετάσχουμε σέ αὐτό ἤ τουλάχιστον νά τό χειροκροτήσουμε καθώς θά τό παρακολουθοῦμε. Ἀφοῦ εἴμαστε σάρκα μία μέ τό Νυμφίο, σῶμα ἕνα στήν Ἐκκλησία Του, δέν γίνεται νά μή συμμετέχουμε στό πάθος του.
   Τίς ἑπόμενες μέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος παρακολουθοῦμε κατάπληκτοι τή δαιμονοκίνητη συμπεριφορά τῶν Φαρισαίων ἀπέναντι στόν Κύριο, πού δίνει τή μάχη του ἐνάντια στίς δαιμονικές δυνάμεις, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά καί τό θάνατο. Ἀναλογιζόμαστε τήν ἱστορία, τήν εὐλογία, τήν ἀποστολή τοῦ «λαοῦ τοῦ Θεοῦ» καί μᾶς καταλαμβάνει δέος, καθώς βλέπουμε τόν Κύριο νά ἐπιβάλλει στόν ἀποπροσανατολισμένο ἰουδαϊσμό τήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, ξηραίνοντας συμβολικά τήν ἄκαρπη συκῆ. Συνειδητοποιοῦμε γιά ἄλλη μία φορά, ὅτι δέν ὑπάρχει ὕπαρξη καί ζωή χωρίς τό δένδρο τῆς ζωῆς. Τό δένδρο τῆς παρακοῆς ἔφερε θάνατο. Ὁ χωρισμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν προορισμό του ἔφερε ἀποπροσανατολισμό καί καταδίκη. Ἡ ἄκαρπη συκῆ εἶναι μοιραῖο νά ξηραίνεται. Ἔτσι σπεύδουμε, μαζί μέ τίς φρόνιμες παρθένες, νά γεμίσουμε τίς λαμπάδες τῆς ζωῆς μας μέ ἔργα φιλανθρωπίας καί νά μποῦμε μέ τό Νυμφίο στόν ὁλόφωτο νυμφώνα, ἔστω καί ἄν ξέρουμε ὅτι, γιά νά τό κατορθώσουμε αὐτό, θά ἀγρυπνήσουμε καί θά περάσουμε πρῶτα ἀπό τή Γεθσημανή καί τό Γολγοθᾶ.   
   Ἔτσι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τίς δελεαστικές ἐπιρροές τοῦ πολιτικοῦ, κοινωνικοῦ καί ἠθικιστικοῦ κατεστημένου, πού ἀποπροσανατόλισε τούς Ἰουδαίους, συμμετέχουμε στό Μυστικό Δεῖπνο τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Γίνεται Λειτουργία τή Μεγάλη Πέμπτη καί καλοῦνται οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί νά κοινωνήσουν ἀπό τά χέρια τοῦ Κυρίου τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους καί τούς ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης καί τή Μεγάλη Παρασκευή συμμετέχουμε στή σύλληψη, στήν καταδίκη, τή φραγγέλωση, τούς ἐμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τή σταύρωση καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Κατανοοῦμε μέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πού ἀνέχεται ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἀθλιότητα, μόνο καί μόνο γιά νά βρεθεῖ στήν κατάστασή μας καί νά τήν ἀνακαινίσει μέ τήν παρουσία Του. Ἡ ἀπέραντη αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού τόν κάνει νά δεχθεῖ, ἀθάνατος Θεός αὐτός, τήν ἀνθρώπινη θανατική μοῖρα, κατασυγκινεῖ τήν ὕπαρξή μας, κεντρίζει τά φίλτρα μας, ματώνει τήν καρδιά μας. Μᾶς μεταδίδει θαυματουργικά τά σπλάγχνα του. Ἀλλοιώνει τή φύση μας. Μᾶς μπολιάζει τήν ἀγάπη Του. Εὐαισθητοποιεῖ τό χαρακτήρα μας. Μᾶς κάνει νά ἀγαπᾶμε, ὅπως ἀγαπᾶ Αὐτός. Αὐτό εἶναι πού λένε, ἡ σταυρωμένη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σώζει τόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἡ συμμετοχή στό πάθος τοῦ Χριστοῦ, πού γίνεται στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, σπέρνει στόν ἄνθρωπο τό χάρισμα τῆς ἀγάπης, πού τόν ἑνώνει μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους, τόν σώζει.
   Ἀφοῦ λοιπόν τηρήσαμε τή Μεγάλη Σαρακοστή καί γι’ αὐτό λαχταρήσαμε τό Νυμφίο Χριστό, παρακαλοῦμε τόν φιλάνθρωπο Κύριο νά μᾶς ἀξιώσει νά δοῦμε τά πάθη του τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί νά δοξάσουμε στή διάρκειά της τά μεγαλεῖα του καί τήν ἀνείπωτη οἰκονομία του πού κάνει γιά τή σωτηρία μας.
Δῆμος Ματσκίδης
Παρασκευή, 28 Μάρτιος 2025 03:00

Ἀναβαίνετε!

 

anabainete   Ἀπό τά βάθη τῆς ἐρήμου, ὅπου πέρασε τή ζωή του, κι ἀπό τήν ἀπόσταση τῶν δεκαπέντε αἰώνων, πού μᾶς χωρίζουν ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἀσκητικοῦ γέροντα, μοιάζει ξέμακρη ἡ φωνή του. Μά εἶναι τόσο σοφή καί πρακτική ἡ διδασκαλία του, τόσο ἀναγκαία καί ἐπίκαιρη, πού ἀξίζει νά μᾶς ἀπευθύνει αὐτός τό μήνυμα τῆς περιόδου αὐτῆς, ὁ ἅγιος Ἰωάννης συγγραφέας τῆς Κλίμακος (525-600 μ.Χ.), τόν ὁποῖο τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τήν τέταρτη Κυριακή τῶν νηστειῶν. 
   Ἐπί σαράντα χρόνια στή μόνωση τῆς ἐρήμου, ὅπου ἀπό τά δεκαέξι του εἶχε καταφύγει, καί κατόπιν, ἐπί μία εἰκοσαετία περίπου, ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Σινᾶ, μελέτησε σέ βάθος τήν ἀνθρώπινη ψυχή καί γνώρισε τά μυστικά τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας του τό ἀπόσταγμα περιλαμβάνει στό σοφό βιβλίο του «Κλῖμαξ». Σ᾿ αὐτό, μέσα σέ τριάντα λόγους (ὅσα ἦταν τά χρόνια τοῦ Κυρίου, ὅταν ἄρχισε τή δημόσια δράση του), ταξινομεῖ πρακτικά διδάγματα γιά τή μοναχική ζωή ἀλλά καί γενικότερα γιά τήν πνευματική ζωή τῶν πιστῶν. Ἄν καί ἀσκητής ὁ ἴδιος καί πρός ἀσκητές ἀπευθυνόμενος, δέν περιορίζεται σέ ἐντολές πού ἀφοροῦν στή σωματική ἄσκηση. «Δέν ἔχω νηστέψει, δέν ἔχω ἀγρυπνήσει, δέν κοιμήθηκα στό χῶμα, ἀλλά ταπεινώθηκα καί μέ ἔσωσε ὁ Κύριος», γράφει χαρακτηριστικά στόν 25ο λόγο.
   Τό γνώρισμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, πού κυρίως τονίζει ὁ θεοφώτιστος διδάσκαλος, εἶναι ὁ συνεχής ἀγώνας γιά τήν πνευματική ἀναβάθμιση τοῦ πιστοῦ. Παρουσιάζει τήν πνευματική ζωή ὡς μία κλίμακα. Τό χρέος τοῦ καθενός εἶναι νά ἀγωνίζεται, ὅσο περισσότερο μπορεῖ, ν᾿ ἀνεβαίνει στήν κλίμακα. «Κλίμακα ἀναβάσεως πεπελέκηκα (= ἔχω καταρτίσει)», γράφει στόν 27ο λόγο, «ἕκαστος, λοιπόν, βλεπέτω ἐν ποίᾳ βαθμίδι ἕστηκεν». Τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀναβάθμισης τονίζει ἐπιγραμματικά καί στήν κατακλείδα τοῦ βιβλίου παροτρύνοντας τούς ἀναγνῶστες: «Ἀναβαίνετε, ἀναβαίνετε, ἀδελφοί, ἀναβάσεις προθύμως ἐν καρδίᾳ διαθέμενοι (= ἐπιθυμώντας ὁλόψυχα τίς ἀναβάσεις)».
   Πόσο σοφός ὁ λόγος τοῦ ἁγίου καθηγητῆ τῆς ἐρήμου καί πόσο ἀναγκαῖος καί γιά ὅλους ἐμᾶς, πού μέσα στήν ἐρημία τῶν πόλεων, στίς τόσες μέριμνες τῆς καθημερινότητας, δέν παύουμε ν᾿ ἀτενίζουμε μέ λαχτάρα τόν οὐρανό καί νά ζητοῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιά τήν κατάκτησή του! Αὐτή τή λαχτάρα ἐπιθυμώντας νά τονώσει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, μᾶς προετοιμάζει σ᾿ ὅλη τήν περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, καθώς βῆμα-βῆμα μᾶς χειραγωγεῖ στόν θρόνο τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου, στόν ζωοποιό σταυρό του, γιά νά ἀξιωθοῦμε καί τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεώς του.
    Ἡ ὅλη πορεία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἶναι μία ἀνάβαση. Τή βιώνει ὁ πιστός σέ προσωπικό ἐπίπεδο μέ τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγησή του. Ἄν σέ πρώτη φάση ἡ μετάνοια εἶναι ἀλλαγή φρονήματος καί πορείας, στή συνέχεια προσδιορίζεται ὡς ἀλλαγή ἐπιπέδου. Κερδίζουμε ὕψος κάθε φορά πού μέ συναίσθηση καί συντριβή ἐπιστρέφουμε στόν Κύριο κι ἐξαγορευόμαστε τά κρίματά μας στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως. «Ἰδού, ἀναβαίνομεν εἰς Ἰεροσόλυμα», θά ψάλουμε στήν ἀρχή τῆς Μ. Ἑβδομάδας. Θά εἴμαστε, ἄραγε, ὅλοι ἕτοιμοι γιά τήν ἀνάβαση αὐτή; Θά ἔχει προηγηθεῖ ἡ εἰλικρινής ἐξομολόγησή μας; Ὁ Θεός νά δώσει!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Παρασκευή, 01 Απρίλιος 2022 03:00

Βαθμίδες ἀπό τήν «Κλίμακα»

klimaxἉγίου Ἰωάννου Σιναΐτου

Χριστιανός εἶναι ἡ ἀπομίμηση τοῦ Χριστοῦ, ὅσο εἶναι δυνατόν στόν ἄνθρωπο, καί στά λόγια καί στά ἔργα καί στή σκέψη. Πιστεύει δέ ὀρθά καί ἀλάνθαστα στήν Ἁγία Τριάδα.

(Περί ἀποταγῆς)

  Ἄς προσέχουμε καλά τόν ἑαυτό μας, μήπως πλανηθοῦμε καί, ἐνῶ πιστεύουμε ὅτι βαδίζουμε τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, ἐντούτοις βρισκόμαστε στήν πλατειά καί εὐρύχωρη.

 (Περί ἀπροσπαθείας)

 Ὅποιος ἀποκρούει τόν ἔλεγχο, εἴτε δίκαιο εἴτε ἄδικο, αὐτός ἀρνήθηκε τή σωτηρία του. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού τόν δέχεται, εἴτε μέ δυσκολία εἴτε χωρίς δυσκολία, αὐτός γρήγορα θά πετύχει τήν ἄφεση τῶν πταισμάτων του.

(Περί ὑπακοῆς)

 Τίποτε δέν ὑπάρχει τόσο ἤ ἀνώτερο ἀπό τούς οἰκτιρμούς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὅποιος ἀπελπίζεται σφάζει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του.

(Περί μετανοίας)
 

 Ὅπως ὁ ἄρτος εἶναι ἀναγκαιότερος ἀπό κάθε ἄλλη τροφή, ἔτσι καί ἡ σκέψη τοῦ θανάτου ἀπό κάθε ἄλλη πνευματική ἐργασία.

(Περί μνήμης θανάτου)

  Ἐκεῖνος πού ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου θά φοβηθεῖ μόνο τόν δικό Του Δεσπότη. Καί ἐκεῖνος πού δέν φοβᾶται τόν Θεό φοβᾶται πολλές φορές τή σκιά του.

(Περί δειλίας)

 Ὅταν ἀκούσεις ὅτι ὁ πλησίον σου ἤ ὁ φίλος σου σέ περιγέλασε, εἴτε πίσω ἀπ’ τήν πλάτη σου εἴτε κατά πρόσωπο, ἐσύ νά τοῦ δείξεις ἀγάπη καί νά τόν ἐπαινέσεις.

  (Περί κενοδοξίας)
Τρίτη, 01 Ιούλιος 2014 03:00

Ἡ θυσία τοῦ Ἰσαάκ (Γέ 22,1-12)

 θυσία Ισαάκ  Μία εἰκόνα τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου μας προτυπώνει καί ἡ θυσία τοῦ Ἰσαάκ. Ἀνάμεσα σέ ὅλα τά γεγονότα πού ἐκτυλίσσονται καί στά ἀντικείμενα πού ἐμφανίζονται, δεσπόζει ὁ σταυρός. Ἄς δοῦμε ὅμως πρῶτα τό γεγονός, ὅπως μᾶς τό παρουσιάζει ἡ Γένεσις.
  Ὁ Ἀβραάμ, ὁ ἐκλεκτός δοῦλος καί φίλος τοῦ Θεοῦ, ἔπλεε μέσα στόν πλοῦτο, τή χαρά καί τήν εὐτυχία. Διήνυε τήν πιό εὐτυχισμένη περίοδο τῆς ζωῆς του. Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἐποχή διάλεξε ὁ Θεός, γιά νά τόν ὑποβάλει στήν πιό σκληρή δοκιμασία. Τόν καλεῖ καί τοῦ λέγει: «Πάρε τόν υἱό σου τόν ἀγαπητό, αὐτόν πού ἀγαπᾶς, τόν Ἰσαάκ, πήγαινε στό βουνό, θυσίασέ τον καί κάνε τον ὁλοκαύτωμα σ’ ὅποιο ὕψωμα σοῦ πῶ» (βλ. Γέ 22,2).
   Προφανῶς νύχτα ἔλαβε ὁ Ἀβραάμ τό μήνυμα. Τό πρωί σηκώνεται, σαμαρώνει τή γαϊδούρα του, παίρνει μαζί του δυό δούλους καί τόν Ἰσαάκ, παίρνει καί ξύλα σχισμένα ἕτοιμα, γιά νά κατακάψει τό θύμα του, καί μετά ἀπό πορεία τριῶν ἡμερῶν φτάνει στόν τόπο πού τοῦ ὑπέδειξε ὁ Θεός. Ὅταν εἶδε ἀπό μακριά τό ὕψωμα ὅπου θά γινόταν ἡ θυσία, ἔδωσε ἐντολή στούς δούλους του νά μείνουν ἐκεῖ μέ τό ζῶο. Αὐτός μέ τό παιδί, εἶπε, θά πᾶνε μέχρι τό μέρος ἐκεῖνο, θά προσκυνήσουν καί θά γυρίσουν. Φορτώνει τά ξύλα στόν Ἰσαάκ, πράγμα πού δείχνει ὅτι τό παιδί θά ἦταν παλληκάρι γύρω στά δεκαπέντε του χρόνια, παίρνει ὁ διος τή φωτιά καί τό μαχαίρι καί ξεκινοῦν γιά τό ὕψωμα. Στό δρόμο ὁ Ἰσαάκ τόν ρωτάει:
  - Πατέρα, βλέπω μόνο τή φωτιά καί τά ξύλα· ποῦ εἶναι τό πρόβατο, πού θά γίνει ὁλοκαύτωμα;
  - Ὁ Θεός, παιδί μου, θά βρεῖ πρόβατο γιά ὁλοκαύτωμα, ἀπαντάει ὁ Ἀβραάμ.
   Ἔφτασαν στόν τόπο τῆς θυσίας, πού ὅρισε ὁ Θεός. Ἐκεῖ ὁ Ἀβραάμ ἔστησε τό θυσιαστήριο κι ἔβαλε πάνω τά ξύλα. Ἔπειτα πιάνει τόν Ἰσαάκ, τοῦ δένει τά πόδια, τόν βάζει πάνω στά ξύλα καί ἁπλώνει τό χέρι νά πιάσει τό μαχαίρι, γιά νά σφάξει τόν υἱό του. Ἐκείνη τήν ὥρα τοῦ φωνάζει ἕνας ἄγγελος Κυρίου ἀπό τόν οὐρανό:
  - Ἀβραάμ!
  - Ἐδῶ εἶμαι, ἀπαντάει αὐτός καί σταματᾶ.
  - Μή βάζεις τό χέρι σου φονικό στό παιδί καί μήν τοῦ κάνεις τίποτε· τώρα βλέπω ὅτι σέβεσαι τόν Θεό καί δέν λυπήθηκες νά σφάξεις γιά χάρη μου τόν γιό σου τόν ἀγαπημένο.
  Εὔκολα ἐντοπίζεται ἡ ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στά περιστατικά τῆς θυσίας τοῦ Ἰσαάκ καί τῆς θυσίας τοῦ Ἰησοῦ.
  • «Ὁ Θεός ἐπείρασε τόν Ἀβραάμ... καί εἶπε· Λαβέ τόν υἱόν σου τόν ἀγαπητόν, ὅν ἠγάπησας, τόν Ἰσαάκ, καί πορεύθητι εἰς τήν γῆν τήν ὑψηλήν καί ἀνένεγκον αὐτόν ἐκεῖ εἰς ὁλοκάρπωσιν ἐφ’ ἕν τῶν ὀρέων, ὧν ἄν σοι επω» (Γέ 22,1-2). «Υἱός ἀγαπητός» ὁ Ἰσαάκ, «Υἱός ἀγαπητός» καί ὁ Ἰησοῦς. Τό διο στόμα ὀνόμασε καί τούς δύο υἱούς ἀγαπητούς τοῦ πατέρα τους. Ὁ Θεός Ἀ-βραάμ καί Θεός Ἰσαάκ μετά ἀπό δύο χιλιάδες περίπου χρόνια εἶπε γιά τόν Ἰησοῦ· «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17· 17,5· πρβλ. Μρ 1,11· 9,7· Λκ 3, 22· 9,35).
  • Ὁ Ἀβραάμ, ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος, προσέφερε τόν γιό του τόν ἀγαπητό στόν Θεό. Ὁ Θεός προσέφερε τόν γιό του τόν ἀγαπητό στήν ἀνθρωπότητα. Θυσία τοῦ ἀγαπητοῦ, λοιπόν, καί ἐκείνη καί αὐτή.
  • «Εἰς γῆν ὑψηλήν» ὁρίστηκε νά γίνει ἡ θυσία τοῦ Ἰσαάκ. Πρόκειται γιά τό λόφο Μορία, πού βρισκόταν κοντά στό Γολγοθᾶ, ὅπου ὁδηγήθηκε γιά νά θυσιαστεῖ ὁ Ἰησοῦς. Σέ καμία ἄλλη περίπτωση προηγουμένως ὁ Θεός δέν εἶχε ὁρίσει συγκεκριμένο τόπο θυσίας. Τό κάνει πρώτη φορά στήν περίπτωση τοῦ Ἰσαάκ, δείχνοντας ἔτσι τήν ἰδιαίτερη πρόνοιά του γιά τήν τέλεση τῆς θυσίας αὐτῆς. Θέλει νά φανερώσει, κατά κάποιο τρόπο, ὅτι αὐτή ἡ θυσία προεικονίζει ἕνα κατεξοχήν σοβαρό γεγονός, τό γεγονός τῆς ἀπολυτρωτικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ.
  •  Μέ ὄνο πῆγε ὁ Ἰσαάκ μέχρι τό ὄρος· καθισμένος ἐπάνω σέ ὄνο μπῆκε ὁ Ἰησοῦς στήν πόλη τοῦ μαρτυρίου του.
  • Μέ δύο δούλους πορευόταν ὁ Ἰσαάκ πρός τή θυσία· μέ δύο ληστές ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς στό Γολγοθᾶ.
  •  Ὁ Ἀβραάμ «ἔσχισε ξύλα» (Γέ 22,3) γιά τή θυσία· καί οἱ ἀπόγονοί του ἔσχισαν ξύλα, γιά νά κατασκευάσουν τό ὄργανο τῆς θυσίας, τό σταυρό.
  •  Ὁ Ἀβραάμ ἑτοίμασε τή θυσία τοῦ Ἰσαάκ ἀπό ὑπακοή· οἱ σταυρωτές τοῦ Χριστοῦ ἀπό ἀπείθεια. Ἐκεῖνος ἐκτελώντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτοί ἐναντιούμενοι στόν Θεό.
  • «Ἔλαβε δέ Ἀβραάμ τά ξύλα τῆς ὁλοκαρπώσεως καί ἐπέθηκεν Ἰσαάκ τῷ υἱῷ αὐτοῦ» (Γέ 22,6). Παράδοξη ἡ ἐνέργεια τοῦ πατέρα! Δέν ἀγαποῦσε τρυφερά τόν Ἰσαάκ ἡ πατρική καρδιά τοῦ Ἀβραάμ; Δέν πονοῦσε τόν μικρό μονογενῆ του ὁ φιλόστοργος πατέρας; Ἔκανε μία θυσία. Δέχτηκε νά προσφέρει ὁλοκαύτωμα τό μονάκριβο σπλάχνο του. Ἔστω. Γιατί ὅμως φορτώνει ἐπάνω στούς ἀσθενικούς παιδικούς ὤμους τοῦ Ἰσαάκ τά ξύλα τῆς θυσίας; Γιατί δέν σέβεται τίς τελευταῖες στιγμές τοῦ ἄκακου παιδιοῦ; Ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἀβραάμ φαίνεται ἀνθρώπινα ἀνεξήγητη, διότι εἶναι θεοκίνητη. Δέν πράττει ὅ,τι θέλει, ἀλλά ἀντιγράφει τό μέλλον. Καμία λογική δέν ἔχει τόπο σέ μυστήρια τέτοιου εἴδους. Ὁ Ἰσαάκ, ὁ ὁποῖος σηκώνει ἐπάνω στούς ὤμους του τά ξύλα, καθώς ἀνεβαίνει ἐπάνω στό ὄρος, προδιαγράφει σαφῶς τόν Χριστό, πού πορεύεται πρός τό Γολγοθᾶ καί σηκώνει τό σταυρό τοῦ μαρτυρίου του.
  • Καθώς ὁ Ἀβραάμ ἀνεβαίνει ἐπάνω στό ὄρος μέ τό γιό του, κρατάει στά χέρια του φωτιά καί μαχαίρι. Ἡ φωτιά συμβολίζει τήν ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου, πού θυσιάστηκε «ὑπέρ τοῦ κόσμου».
  • Τό μαχαίρι εἶναι προτύπωση τῆς λόγχης τοῦ στρατιώτη, ὁ ὁποῖος «ἔνυξε» τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ (Ἰω 19,34).
  • Κατά τήν ἀνάβαση ἐκτυλίσσεται ἕνας συγκινητικότατος διάλογος μεταξύ τοῦ στοργικοῦ πατέρα καί τοῦ ἀθώου παιδιοῦ: «Εἶπε δέ Ἰσαάκ πρός Ἀβραάμ τόν πατέρα αὐτοῦ· πάτερ. Ὁ δέ εἶπε· τί ἐστι τέκνον; Εἶπε δέ· ἰδού τό πῦρ καί τά ξύλα· ποῦ ἐστι τό πρόβατον τό εἰς ὁλοκάρπωσιν; Εἶπε δέ Ἀβραάμ· ὁ Θεός ὄψεται ἑαυτῷ πρόβατον εἰς ὁλοκάρπωσιν, τέκνον» (Γέ 22,7-8).
  «Ὁλοκάρπωσις» ἤ ὁλοκαύτωμα εἶναι ἡ θυσία κατά τήν ὁποία τό θυσιαζόμενο καίγεται ὁλόκληρο καί γίνεται στάχτη. Σέ ἄλλες θυσίες τά προσφερόμενα ἁπλῶς ψήνονταν καί τρώγονταν. Ὁ Ἰσαάκ θά κατακαιγόταν, μέχρι νά γίνει στάχτη. Ποιός εἶπε στόν Ἰσαάκ ὅτι τό θύμα ἔπρεπε νά εἶναι πρόβατο; Παιδί μιλάει ἤ στόμα προφήτη; Πρόβατο ἀσφαλῶς ἔπρεπε νά εἶναι τό θύμα, ἀρνί ὅπως ὁ Ἰσαάκ, ὅπως ὁ Κύριός μας. Καί πράγματι ἀρνί ἔδωσε ὁ Θεός γιά τή θυσία.
 Ἀλλά καί ὁ Ἀβραάμ ὡς προφήτης μιλάει· «Ὁ Θεός θά φανερώσει τό πρόβατό του». Βέβαια ἄλλη ἦταν ἡ σκέψη τοῦ Ἀβραάμ, ὅταν μιλοῦσε γιά τό πρόβατο, καί ἄλλη ἦταν ἡ σκέψη τοῦ Ἰσαάκ. Ἀλλά οἱ γλῶσσες καί τῶν δύο ἦταν θεοκίνητες. Καί ἐνῶ διαφορετικό ἦταν τό νόημα τῶν λόγων τους, ἐκφράστηκαν μέ τίς διες λέξεις. Προέλεγαν μυστικά τήν δια θυσία, τή θυσία τοῦ Θεανθρώπου, τή θυσία τοῦ Ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ, πού φορτώνεται τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Οἱ λόγοι καί τοῦ πατέρα καί τοῦ γιοῦ ὑποδήλωναν τό λυτρωτικό ἔργο τοῦ Θεοῦ.
  Σύντομα περιγράφει ἡ Γραφή τή στιγμή τῆς ἀτέλεστης θυσίας· «Καί ᾠκοδόμησεν ἐκεῖ Ἀβραάμ τό θυσιαστήριον καί ἐπέθηκε τά ξύλα, καί συμποδίσας Ἰσαάκ τόν υἱόν αὐτοῦ, ἐπέθηκεν αὐτόν ἐπί τό θυσιαστήριον ἐπάνω τῶν ξύλων. Καί ἐξέτεινεν Ἀβραάμ τήν χεῖρα αὐτοῦ λαβεῖν τήν μάχαιραν σφάξαι τόν υἱόν αὐτοῦ» (Γέ 22,9-10). Γιά νά θυσιάσουν ἕνα μοσχάρι ἤ πρόβατο, πρῶτα τοῦ ἔδεναν τά πόδια, ὥστε νά τό ρίξουν κάτω καί νά μήν κλωτσάει. Τό διο κάνει καί ὁ Ἀβραάμ.
  •  Ἀλλά, ὅσο κι ἄν τεντώσει κανείς τό αὐτί του, δέν θά ἀκούσει παράπονο ἀπό τό στόμα τοῦ Ἰσαάκ. Ὁ Ἀβραάμ δένει τά πόδια του, τόν ἀνεβάζει ἐπάνω στό βωμό ὡς σφάγιο, ἁπλώνει τό χέρι του νά πάρει τό μαχαίρι καί νά τό μπήξει στό λαιμό τοῦ παιδιοῦ του. Τό ἄκακο παιδί δέν αἰφνιδιάζεται, δέν ρωτᾶ κἄν γιατί ὁ πατέρας του προβαίνει σ’ αὐτή τή φοβερή πράξη. Ὁ Ἰσαάκ μένει ἄφωνος. Γιατί; Γιά νά εἶναι τύπος τοῦ Ἰησοῦ. Καί ὁ Ἰησοῦς, ὁ Κύριός μας, ἄφωνος ὑπέμεινε τό φρικτό μαρτύριό του, χωρίς νά γογγύσει, χωρίς νά ἀντιδράσει, χωρίς νά διαμαρτυρηθεῖ γιά τήν ἄδικη σφαγή: «Ὡς ἀμνός ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τό στόμα», προφήτευσε ὁ Ἠσαΐας (53,7· πρβλ. Πρξ 8, 32). Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος σημείωσε ὅτι ὁ Ἰησοῦς «οὐκ ἀπεκρίθη... πρός οὐδέ ἕν ρῆμα, ὥστε θαυμάζειν τόν ἡγεμόνα λίαν» (Μθ 27,14). Ὁ Ἰσαάκ καί τυπικά καί ἠθικά προδιαγράφει τόν Χριστό.
  • Ὁ Ἰσαάκ ἐπάνω στό θυσιαστήριο καί ὁ Ἀβραάμ ἕτοιμος νά ὑψώσει τό μαχαίρι ἐπάνω ἀπό τόν μονογενῆ του. Ὁ μικρός Ἰσαάκ, μέ φρόνημα ὑπακοῆς πρός τόν πατέρα του, ἄφωνος ἀντιμετωπίζει τή σφαγή· ἀγόγγυστα ἔχει ἀποφασίσει τή θυσία ὁ Ἀβραάμ, μέ φρόνημα ὑπακοῆς πρός τόν οὐράνιο Πατέρα. Τί μεγαλεῖο πίστεως, ἀγάπης καί ὑπακοῆς! Ὁ ἄγγελος βέβαια ἐμπόδισε τόν Ἀβραάμ νά σφάξει τόν υἱό του. Στήν οὐσία ὅμως ἡ θυσία τελέσθηκε, ἀφοῦ ἡ ἀπόφαση εἶχε ληφθεῖ ἀμετάκλητα ἀπό τόν Ἀβραάμ, καί ὁ Ἰσαάκ εἶχε ὁδηγηθεῖ καί εἶχε τοποθετηθεῖ ἐπάνω στό θυσιαστήριο ἀδιαμαρτύρητα. Τά περαιτέρω δέν ἦταν παρά ζήτημα στιγμιαίας κίνησης. Ἡ ἀρετή τοῦ Ἀβραάμ δοκιμάσθηκε καί βρέθηκε γνήσια καί μεγάλη.
  Ἀλλά ἡ προτύπωση τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου στό συγκεκριμένο περιστατικό δέν τελειώνει στό σημεῖο αὐτό. Ἡ τελευταία φάση της, ἡ πιό θεολογική καί μυστική, φαίνεται στή θυσία τοῦ κριοῦ καί στό φυτό σαβέκ, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.
Στεργίου Σάκκου, Ὁ Σταυρός στήν Π.Δ., β΄ ἔκδ., σελ. 49-56
Πέμπτη, 01 Απρίλιος 2021 03:00

Σταυρός, ἡ σωτηρία ὅλων

estauromenos  Τό αἷμα τρέχει ποτάμι στά θυσιαστήρια στή γῆ τῶν πατέρων. Βόες, μόσχοι, αἶγες, κριοί, πρόβατα, ἄρνες, ἔριφοι, τρυγόνια, περιστέρια. Βογγοῦν οἱ βωμοί. Καί σιμιγδάλι καί λάδι καί ἄρτοι καί λιβάνι καί λάγανα. Ἔτσι θά τά σφάζουν, ἔτσι θά τά χωρίσουν, ἔτσι θά τά προσφέρουν, ἔτσι θά τά ζυμώσουν, ἔτσι θά τά ψήσουν. Κι ἔτσι θά λυτρωθοῦν. Ὁλοκαυτώματα, καρπώματα, θυσίες. Τί ἄλλο νά κάνει ὁ Ἰσραηλίτης νά σβήσει τή φωτιά πού ἔχει μέσα του; Κι ὅμως τό αἷμα τῶν ταύρων καί τῶν τράγων κι ἡ στάχτη τῶν δαμάλεων τό πολύ-πολύ νά ᾿πλυνε λίγο τό σῶμα. Ἡ ψυχή καιγόταν σάν τά σφάγια στή φωτιά. Μόνο ἕνα παράξενο πρᾶγμα τή δρόσιζε: θαμπό, μυστικό, ἀκαθόριστο, ἀκατάληπτο, σκιῶδες. Ἕνας τύπος, ἕνα σύμβολο, ἕνα σχῆμα. Κάτι σάν τό κριάρι πού θά σφαζόταν ἀντί τοῦ Ἰσαάκ, μπλεγμένο στό φυτό σαβέκ. Κάτι σάν τήν κίνηση πού ἔκανε ὁ Μωϋσῆς μέ τό ραβδί, ὅταν χτύπησε κι ἄνοιξε τή θάλασσα. Κάτι σάν τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο. Κάτι σάν τό σχῆμα πού εἶχαν τά χέρια του ὑψωμένα ψηλά γιά νά νικήσουν οἱ Ἑβραῖοι τούς ἐχθρούς... Νά ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ στό Σταυρό στό Γολγοθᾶ. Κι ὁ ἐκλεκτός λαός, προπάτορες, πατριάρχες, προφῆτες, δίκαιοι, προδότες, σταυρωτές, ἀρνητές, ὅλοι μποροῦν ἐπιτέλους νά ξεδιψάσουν.
  Καί στή γῆ τῶν εἰδώλων τό ἴδιο δρᾶμα. Θέλουν ζωή καί σφάζουν. Τά ζῶα δέν φτάνουν. Ἐδῶ ψάχνουν ἐκλεκτότερα θύματα. Ἀνθρωποθυσίες. Θέλουν ζωή καί ρίχνονται στή φθορά. Θέλουν ἀλήθεια καί ρίχνονται στούς μύθους. Θέλουν ζωή, ἀλλά πεθαίνουν ἕνας-ἕνας. Κατεβαίνουν στόν ἅδη καί φυλακίζονται ἐκεῖ αἰώνια. Κι ὅμως ἡ ψυχή κάτι περιμένει. Δέν μπορεῖ· μέσα στούς τόσους θεούς θά ὑπάρχει ὁ Ἕνας. Μέσα σ᾿ αὐτή τή φυλακή θά ὑπάρχει μιά πόρτα. Μέσα σέ τόσο θάνατο θά ὑπάρχει κάπου ζωή... Νά αὐτός ὁ νεκρός μέσα στόν ἅδη τρεῖς μέρες μιλάει γιά ζωή, κηρύττει τήν Ἀνάσταση. Κι ἐπιτέλους μποροῦν ὅλοι πού ἔζησαν αἰῶνες στό θάνατο, στό ψέμα, στήν ἄγνοια, στήν κατάρα, μποροῦν νά γλιτώσουν ἀπ᾿ αὐτή τήν κόλαση.
  «Καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγώ πέμπω ὑμᾶς». Ἐμεῖς ζοῦμε μετά τό Χριστό, μετά τό Σταυρό. Ζοῦμε μέ τό Χριστό, ζοῦμε μέ τό Σταυρό. Μόνο μέ τό Χριστό, μόνο μέ τό Σταυρό. Ὅμως δέν πρέπει νά μείνει κανένας· καμμία γλῶσσα, καμμιά πατριά, κανένα γένος, κανένα ἔθνος, κανένας λαός, κανένας οἶκος, κανένας ἄνθρωπος, πού νά μήν ἀκούσει γιά τό Σταυρό, πού νά μή γονατίσει μπροστά του.
  Ὅταν αὐτός ὁ κόσμος θά τελειώσει, ὅταν τ᾿ ἄστρα θά πέσουν κι ὁ ἥλιος θά σβήσει, ἕνα σημεῖο θά φανεῖ στόν οὐρανό. Ὁ Σταυρός, ὁ Ἐσταυρωμένος. Θά τόν δεῖ κάθε ἀνθρώπινο μάτι κι αὐτοί πού τόν κέντησαν. Καί θά θρηνήσουν πάνω του ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Αὐτές πού δέν τόν ἀγάπησαν. Πού εἶδαν τό Σταυρό σάν σκάνδαλο ἤ ἀνοησία. Καί καταφρόνησαν μιά τηλικαύτη σωτηρία.

Ζ. Γ.
Ἀπολύτρωσις 52 (1997) 80-81
Παρασκευή, 21 Μάρτιος 2025 02:00

Ὁ σταυρός Του καί ὁ σταυρός μου

 stauros-disi Τό εὐαγγέλιο μιλᾶ γιά δύο σταυρούς· τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί τό σταυρό τό δικό μας. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκεῖνος πού καταδέχθηκε ὁ Κύριος νά τόν σηκώσει στόν ὦμο του καί ὕστερα νά σταυρώσει πάνω σ' αὐτόν τή σάρκα του καί νά παραδώσει τό πνεῦμα του, νά δοκιμάσει μέ αὐτόν τό θάνατο. Εἶναι ἐκεῖνος πού μπήχτηκε στό Γολγοθᾶ καί ἔμπηξε καρφί μεγάλο μές στήν καρδιά τοῦ ἅδη, διέρρηξε τήν κοιλιά του καί τόν ἀνάγκασε νά ξεράσει τούς νεκρούς του. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό ξύλο μέ τό ὁποῖο συνέτριψε ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς τό κεφάλι τοῦ διαβόλου καί τό ὁποῖο χαρίζει στούς πιστούς τή λύτρωση. Ποιός εἶναι ὅμως ὁ δικός μας σταυρός;
  Ἀπό τότε πού ὁ Χριστός ἔπαθε καί ὑπέφερε ὅσο κανένας ἄλλος ἄδικα καί βαθιά, σταυρό οἱ ἄνθρωποι λέμε τά παθήματα καί τίς θλίψεις μας. Σταυρός εἶναι ἡ ἀρρώστια, ἡ φτώχεια, ἡ ἀδικία· σταυρός εἶναι ἡ ξενιτειά, ὁ καημός, ἡ ταλαιπωρία· σταυρός εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη, ἡ δυστυχία, ὁ χαροκαμός. Κι εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλα τοῦτα σταυρώνουν τόν ἄνθρωπο, τόν κάνουν μιμητή τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ, ἰδίως ὅταν τά ὑφίσταται ἄδικα, καί πρό πάντων ὅταν τά ὑπομένει μέ τή συνείδηση ὅτι ὑπάρχει Θεός πού δέν θά τόν ἀφήσει νά χαθεῖ. Μ' αὐτές τίς προϋποθέσεις τά παθήματα ἀποκτοῦν πράγματι ἕνα θεϊκό νόημα καί μία χάρη, παίρνουν ἀξία ἀπό τήν ἀξία τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί δίνουν σ' αὐτόν πού πάσχει δόξα καί ἐλπίδα· δόξα, διότι μοιάζει μέ τόν Κύριο, καί ἐλπίδα, διότι μπορεῖ νά περιμένει τήν παρηγοριά καί τήν ἀναψυχή ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. «Τοῦτο γάρ χάρις», κηρύττει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «εἰ διά συνείδησιν Θεοῦ ὑποφέρει τις λύπας, πάσχων ἀδίκως» (Α’ Πέ 2,19).
  Ἐν τούτοις, ὁ χριστιανός δέν ὑποφέρει μόνο ἀπό βάσανα καί πόνους· βασανίζεται καί ἀπό σκάνδαλα καί πειρασμούς, μαρτυρεῖ ἀπό τή φθορά τοῦ ἴδιου του τοῦ ἑαυτοῦ καί ἀπό τή διαφθορά τοῦ κόσμου. Ἀποφασίζοντας νά ζήσει σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μπαίνει σέ ἕναν ἀγώνα πού τόν φέρνει ἀντιμέτωπο μέ τό δικό του θέλημα, μέ τίς ἐπιθυμίες καί τίς ὀρέξεις πού φωλιάζουν ὕπουλα μέσα στήν ψυχή του καί κινοῦν βίαια τό κορμί του. Ἀγωνίζεται καί παλεύει νά ὑποτάξει τό ἐγώ του γιά νά ὑπακούσει στόν Θεό κι αὐτή ἡ πάλη πονᾶ περισσότερο ἀπό ἀρρώστια, σφίγγει δυνατότερα κι ἀπό δυστυχία, πικραίνει βαθύτερα κι ἀπό καημό. Ἀνακούφιση δέν ὑπάρχει, μετριασμός δέν γίνεται κι ὁ κόσμος γύρω δέν βοηθᾶ, ἀλλά πολεμᾶ σκληρότερα. Μέ θέλγητρα καί μέ φόβητρα ζητᾶ νά ἀπομακρύνει τόν πιστό ἀπό τήν Ἐκκλησία, μέ πονηριά ἀλλά καί μέ κυνικότητα προσπαθεῖ νά τόν φέρει σέ διάσταση μέ τόν Θεό. Συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως ὁ χριστιανός ζῆ ἕνα μαρτύριο, διαγράφει ἕναν σταυρό, καθώς ἀντιτίθεται στήν τυραννία τῶν παθῶν του καί ἀντιστέκεται στή δεσποτεία τοῦ κόσμου. «Οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Γα 5, 24).
  Ὑπάρχουν μερικοί ἄνθρωποι, ἐκλεκτοί καί μακάριοι, οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή τους ἔδειξαν καθαρά τί σημαίνει σταυρός τοῦ χριστιανοῦ καί φανέρωσαν πρακτικά ποιά γνωρίσματα συνιστοῦν αὐτόν τό σταυρό. Εἶναι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, δίκαιοι καί προφῆτες, ἀπόστολοι καί μάρτυρες, πατέρες, ἀσκηταί καί διδάσκαλοι, ὅλοι ὅσοι βάδισαν γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δρόμους σκληρούς καί ἔφθασαν στό τέρμα μέ ἱλαρό τό πρόσωπο καί εὐφροσύνη στήν καρδιά. Μέ μύριους τρόπους καί μέ μύρια χρώματα ἡ πορεία τοῦ καθενός ἀπό αύτούς ζωγραφίζει τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ. Ἄλλοι ὑπέμειναν τόν ὀνειδισμό τοῦ κόσμου, τήν ἀπόρριψη καί τήν καταφρόνηση τῆς κοινωνίας. Ἄλλοι ὑπέστησαν τό διωγμό καί τό βασανισμό ἀπό ἄρχοντες καί δημίους. Ἄλλοι ἀνέλαβαν τόν κόπο καί τήν ταλαιπωρία τοῦ κηρύγματος, τό βάρος τῶν ψυχῶν. Ἄλλοι διάλεξαν τήν ἄσκηση τοῦ σώματος καί τοῦ πνεύματος, τήν ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων καί τίς στερήσεις τῆς ἐρήμου. Μέσα σ’ αὐτή τήν ποικιλία τῶν σταυρικῶν σχημάτων δύο εἶναι τά κοινά γνωρίσματα· ἕνα τό «ἑκούσιον πάθος», ἄλλο τό «χάριν Χριστοῦ». Μέ τή θέλησή τους καί γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὁ καθένας σήκωσε τό σταυρό του καί μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε ὄχι τό σχῆμα του, ἀλλά τό φρόνημα καί τή νοοτροπία του.
  Νά, λοιπόν, ποιός εἶναι ὁ δικός μας ὁ σταυρός γιά τόν ὁποῖο μιλᾶ τό εὐαγγέλιο, ὁ σταυρός πού καθίσταται ὄντως μίμηση τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, σημάδι γνησιότητος τοῦ χριστιανοῦ. Δέν εἶναι μόνο τά χτυπήματα τῆς ζωῆς οὔτε ἁπλῶς οἱ θλίψεις· εἶναι αὐτά καί ἄλλα πολλά, τά ὁποῖα ὑπογράφονται μέ τό αἷμα τῆς καρδιᾶς μας καί σφραγίζονται μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀγάπη μας γι' αὐτόν καί ἡ ἀγάπη του γιά μᾶς δίνουν νόημα καί ἀξία στό κάθε πάθημά μας καί τό καθιστοῦν σταυρό ἅγιο. Ἔτσι σταυρός εἶναι μία πράξη ὑπέρτατης θυσίας, πού συγκλονίζει τούς αἰῶνες, ἀλλά καί μία πράξη καθημερινῆς ἀνοχῆς, πού περνᾶ ἀπαρατήρητη ἀπό τούς πολλούς. Σταυρός εἶναι νά ἀκρωτηριάζεσαι ἀπό τούς ἀπίστους καί σταυρός εἶναι νά ἐξευτελίζεσαι ἀπό τούς συναδέλφους -ἀρκεῖ να γίνεται γιά τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ μέ δοξολογία. Σταυρός εἶναι ὅταν σέ ταλαιπωροῦν μέ ἄγρια βία, σταυρός εἶναι κι ὅταν ἐσύ ταλαιπωρεῖς μέ ἄσκηση ἥμερη τόν ἑαυτό σου -ἀρκεῖ νά γίνεται γιά χάρη τοῦ Θεοῦ μέ εὐχαριστία. Τό μυστικό εἶναι ὅτι ὁ δικός μας σταυρός, γιά νά εἶναι γνήσιος, χρειάζεται νά ἔχει κοινή ρίζα μέ τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, νά βλαστάνει ἀπό τόν τίμιο κορμό του, ἤ νά ἐμφυτεύεται μέσα σ' αὐτόν μέ τά ἱερά μυστήρια καί τή χάρη τοῦ Πνεύματος, ὥστε νά ἀνθοβολεῖ καί νά καρποφορεῖ τήν ἁγιωσύνη.
  Δύο σταυρούς ὑψώνει καί ἡ Ἐκκλησία τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή· ἕναν μέ τόν Ἐσταυρωμένο καί ἕναν χωρίς αὐτόν. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ μένει ἄδειος μετά τήν ἀποκαθήλωση, ἀλλά παραμένει ὑψωμένος, γιά νά μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι πρέπει ἐκεῖ ἐπάνω νά σταυρώσουμε πλέον τόν ἑαυτό μας. Ὁ Χριστός μᾶς ἀφήνει τό σταυρό του, γιά νά τόν κάνουμε δικό μας σταυρό. Μή μᾶς τρομάζει τό ὕψος του, μή μᾶς φοβίζει τό πλάτος του. Τή μεγάλη θυσία τήν ἔχει ἐπιτελέσει ἤδη ὁ Κύριος. Ἐμεῖς φθάνει νά εἴμαστε μέλη στό σῶμα του, ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας του, γιά νά πληρώσουμε τό χρέος τοῦ σταυροῦ μας· θά μᾶς ἀνεβάσει ὁ ἴδιος πάνω στό σταυρό, θά μᾶς κρατᾶ ἐκεῖ αὐτός μέσα στήν ἀγκαλιά του καί στό τέλος τῶν αἰώνων θά μᾶς δοξάσει μέ τή δική του δόξα.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 48 (1993) 49-51

 
 
Πέμπτη, 20 Μάρτιος 2025 03:00

Σταυρός τό ξύλον τῆς ζωῆς

 estauromenos  Μετά τήν παράβαση τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, ὁ Θεός ὅρισε ἀγγελικές δυνάμεις νά φρουροῦν τό «ξύλον τῆς ζωῆς», ἀπαγορεύοντας στούς ἀνθρώπους νά φᾶνε ἀπ’ αὐτό. Μετά τή σταύρωση ὅμως καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, οἱ ἀγγελικές στρατιές δορυφοροῦν τό ξύλο τοῦ σταυροῦ καί καλοῦν ὅλους τούς πιστούς νά φᾶνε ἀπό τούς καρπούς του, γιά νά γίνουν ἀθάνατοι καί μέτοχοι αἰωνίου ζωῆς.
   Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὑπόσχεται νά χαρίσει τό «ξύλον τῆς ζωῆς» στόν κάθε ἀγωνιζόμενο χριστιανό. Στήν πρώτη ἀπό τίς ἑπτά ἐπιστολές πρός τούς «ἀγγέλους (=ἐπισκόπους) τῶν ἐκκλησιῶν» τῆς Ἀποκαλύψεως, τίς ὁποῖες τό ἅγιο Πνεῦμα κοινοποιεῖ σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες, ὁ Κύριος βεβαιώνει ὅτι θά δώσει σέ ὅλους τούς πιστούς «τό ξύλον τῆς ζωῆς» (Ἀπ 2,7). Τί γλυκειά ὑπόσχεση! Γιά νά ἀπολαύσουμε ὅμως αὐτό τό βραβεῖο, τό ἀπαράμιλλο ἔπαθλο, τό μέγιστο δῶρο, ἀπαιτεῖ ὁ Κύριος νά μετανοήσουμε, νά ἐπανέλθουμε στήν πρώτη ἀγάπη καί νά μισήσουμε τά ἔργα τῶν νικολαϊτῶν, πού καί σήμερα ὀργιάζουν. Ἀλλά καί στόν ἕβδομο καί τελευταῖο μακαρισμό τῆς Ἀποκαλύψεως ὁ Κύριος, βραβεύοντας τήν ἀφοσίωση ἐκείνων πού θά τηρήσουν τίς ἐντολές του, προσφέρει σ᾿ αὐτούς τήν ἐξουσία «ἐπί τό ξύλον τῆς ζωῆς» (22,14).
   Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ὁ παράδεισος, μέσα στόν ὁποῖο γευόμαστε ἤδη τούς καρπούς τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς μέ τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Προσφέροντας σέ μᾶς τό ἄχραντο σῶμα καί τό τίμιο αἷμα του, ὁ Κύριος μᾶς μεταγγίζει συνεχῶς αἰώνια ζωή, μᾶς χαρίζει τήν πρόγευσή της. Καί αὐτή ἡ πρόγευση λειτουργεῖ ὡς ἐφόδιο πού μᾶς δυναμώνει στήν πορεία αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἀλλά καί ὡς ἄσειστη ἐγγύηση, ἡ ὁποία μᾶς βεβαιώνει γιά τήν αἰώνια χαρά καί δόξα πού μᾶς περιμένει στόν οὐρανό.

Στεργίου Σάκκου,
«Ὁ σταυρός στήν Παλαιά Διαθήκη»,
Β΄ ἔκδοση, βελτιωμένη καί ἐπαυξημένη.