Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ (Α´ Κο 1,18-24)
Στήν Κόρινθο κήρυτταν τό εὐαγγέλιο κάποιοι διδάσκαλοι οἱ ὁποῖοι πρόσφεραν τήν διδασκαλία μέ ἐντυπωσιακά φιλοσοφικά, ρητορικά καί διαλεκτικά τεχνάσματα. Αὐτά ἐντυπωσίαζαν ὁρισμένους ἀκροατές καί τούς προσείλκυαν στό κήρυγμα. Ἐπειδή ὅμως οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔμεναν στά ἐξωτερικά σχήματα χωρίς νά προσεγγίζουν τό βαθύτερο νόημα τοῦ εὐαγγελίου, ἄρχισαν νά κρίνουν καί νά διακρίνουν τούς διδασκάλους ἀπό τόν τρόπο τῆς διδασκαλίας. Προτιμοῦσαν ἐκείνους πού ἐντυπωσίαζαν μέ τόν ρητορικό λόγο καί ὑποτιμοῦσαν τούς ἄλλους πού μιλοῦσαν ἁπλούστερα, χωρίς ρητορεῖες. Ἔφθασαν μάλιστα στό σημεῖο νά διαφωνοῦν καί νά διαπληκτίζονται μεταξύ τους καί νά δημιουργοῦνται ἔτσι ἀντιμαχόμενες μερίδες.
Τήν περίτεχνη αὐτή μέθοδο τοῦ κηρύγματος τήν ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «σοφία λόγου» καί τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος ἐπιτελεῖ τό ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ψυχῶν «οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου» (1,17), χωρίς νά στηρίζεται στήν ἀνθρώπινη σοφία, στήν φιλοσοφία, τήν ρητορεία καί τήν διαλεκτική. Εἶναι ἀκράδαντη πεποίθησή του ὅτι ἡ δύναμη τοῦ ἀποστόλου δέν βρίσκεται στήν πολυμάθεια ἤ τήν εὐφράδειά του. Ὁ ἴδιος εἶχε σπουδάσει τήν σοφία τοῦ κόσμου καί κατεῖχε τήν φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά διαπίστωσε τήν χρεωκοπία καί τήν ἀποτυχία τους. Γι᾽ αὐτό θέλησε νά μείνει πιστός διδάσκαλος τοῦ σταυροῦ.
Μέ τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἐπιτεύχθηκε τό πιό σημαντικό ἔργο: ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός διάλεξε αὐτόν τόν παράδοξο ταπεινωτικό τρόπο γιά νά χαρίσει τήν σωτηρία, διαψεύδοντας τίς προσδoκίες τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Ἐνῶ, δηλαδή, οἱ Ἕλληνες περίμεναν σοφό διδάσκαλο καί οἱ Ἰουδαῖοι ἰσχυρό Μεσσία, ὁ Θεός χάρισε τήν σωτηρία μέ τόν Ἐσταυρωμένο. Αὐτό, βέβαια, στούς Ἕλληνες φάνηκε μωρία, γιά τούς Ἰουδαίους ἦταν σκάνδαλο. Γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο ὅμως καί γιά ὅλους τούς πιστούς πού ἀπολαμβάνουν τήν σωτηρία ὁ σταυρός εἶναι «δύναμις Θεοῦ» (1,18). Γι᾽ αὐτό δέν παύουν νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον... Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (1,23-24).
1,18. Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι.
«Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» εἶναι τό κήρυγμα γιά τό πάθος καί τόν σταυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ, πού σύμφωνα μέ τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἔγινε τό μέσο τῆς σωτηρίας μας. Ἡ μετοχή «τοῖς ἀπολλυμένοις» (πρβλ. Β´ Κο 2,15· 4,3· Β´ Θε 2,10), σέ χρόνο ἐνεστώτα, ἀναφέρεται σ᾽ ἐκείνους πού βρίσκονται μακριά ἀπό τόν Χριστό καί βαδίζουν τόν δρόμο τῆς ἀπωλείας. Πρόκειται γιά τούς ἀπίστους, πού περιφρονοῦν καί ἀπορρίπτουν τόν σταυρό, τό μοναδικό μέσο τῆς σωτηρίας. Γι᾽ αὐτούς ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ «μωρία ἐστι», φαίνεται τρέλα, ἀνοησία. Ἡ στάση αὐτή δηλώνει πνευματική ἀσθένεια καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια καί τόν θάνατο τῆς ψυχῆς.
Ὅπως οἱ ἄρρωστοι καί ἐκεῖνοι πού ψυχορραγοῦν ἀποστρέφονται τίς ὑγιεινές τροφές καί ἐνοχλοῦνται ἀπό τούς φίλους καί ἀπό τούς συγγενεῖς, καί πολλές φορές οὔτε τούς ἀναγνωρίζουν, ἔτσι συνήθως συμβαίνει καί μ᾽ ἐκείνους πού χάνουν τήν ψυχή τους. Δέν ἀναγνωρίζουν ὅσα τούς ὁδηγοῦν στήν σωτηρία καί θεωροῦν ἐνοχλητικούς ἐκείνους πού φροντίζουν γι᾽ αὐτούς. Ἐξαιτίας τῆς ἀρρώστιας τους ἔχουν παραφρονήσει καί γι᾽ αὐτό ἀποστρέφονται τά φάρμακα τῆς σωτηρίας. Ἀλλά ὅπως οἱ ἄρρωστοι ἄνθρωποι προκαλοῦν τήν συμπόνια μας, ἔτσι πρέπει, κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, καί γιά «τοὺς ἀπολλυμένους» νά θρηνοῦμε, νά τούς ἀγαποῦμε καί νά τούς προσελκύουμε στήν σωτηρία.
Ἄν ἐπιχειρήσουμε, βέβαια, νά μή τούς ἀπορρίψουμε ἀλλά νά τούς πείσουμε μέ λογικά ἐπιχειρήματα, ὅπως ἀσφαλῶς αὐτοί θά ἤθελαν, γιά τό πῶς ὁ Θεός εἰσῆλθε σέ μήτρα παρθενική καί ἔγινε ἄνθρωπος, ἐκεῖνοι θά χλευάσουν περισσότερο. Διότι ὅσα ὑπερβαίνουν τήν λογική ἀπαιτοῦν μόνο πίστη. Ἄν πολλά ἀπό αὐτά πού συμβαίνουν γύρω μας στήν φύση δέν μποροῦμε νά τά ἐξηγήσουμε μέ τήν λογική μας καί περιοριζόμαστε ἁπλῶς στό νά τά περιγράφουμε, πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτό γιά ὅσα ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό; «Τὰ γὰρ μεγάλα λόγος οὐδεὶς παραστῆσαι δύναται» (ἅγιος Χρυσόστομος). Καί αὐτό ὀφείλεται στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Πῶς νά χωρέσει τό ἀνθρώπινο μυαλό ὅτι ὁ Θεός καταδέχθηκε νά καταδικασθεῖ καί νά θανατωθεῖ; Πῶς νά κατανοήσει ὅτι ἕνας κατάδικος μέ τόν θάνατό του σώζει τόν κόσμο; Πῶς νά πιστέψει ὁ ἄνθρωπος σ᾽ ἕναν Θεό Ἐσταυρωμένο, ἄν στηριχθεῖ μόνον στήν λογική του; Σύμφωνα μέ τήν ἀνθρώπινη λογική, ἄν ἦταν Θεός, θά ὑπερασπιζόταν τόν ἑαυτό του. Δέν θά ἐπέτρεπε νά τόν συλλάβουν, νά τόν δικάσουν καί νά τόν καταδικάσουν σέ σταυρικό θάνατο.
Πραγματικά, ὁ σταυρός ξεπερνᾶ τήν ἀνθρώπινη λογική, φανερώνοντας ὅμως τήν ἀπερίγραπτη δύναμη τοῦ Θεοῦ. Διότι εἶναι γνώρισμα ἄπειρης δυνάμεως ὄχι ἡ ἀποφυγή τῶν δεινῶν ἀλλά ἡ ὑπερνίκησή τους. Συγκεκριμένα στήν περίπτωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν θά ἦταν τόσο θαυμαστό τό νά μήν πεθάνει ὅσο τό ὅτι νεκρός διέλυσε τόν θάνατο. «Μήν λέγεις, λοιπόν, "γιατί δέν βοήθησε τόν ἑαυτό του ἐπάνω στόν σταυρό;"», συνιστᾶ μέ δύναμη ὁ χρυσορρήμων πατέρας, καί ἐξηγεῖ: «Ἐπειγόταν νά συμπλακεῖ μέ τόν θάνατο. Δέν κατέβηκε ἀπό τόν σταυρό ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε, ἀλλά ἐπειδή δέν ἤθελε. Διότι αὐτόν πού δέν κράτησε ἡ ἐξουσία τοῦ θανάτου, πῶς θά μποροῦσαν νά κρατήσουν τά καρφιά τοῦ σταυροῦ;».
Κάτω ἀπό τήν φαινομενική ἀδυναμία, λοιπόν, κρύβεται ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μέ τόν θάνατό του νίκησε τόν θάνατο μέ τήν ἐσχάτη ἀδυναμία του ἐξασφάλισε γιά τούς ἀνθρώπους τήν ὑψίστη δωρεά, τήν σωτηρία. Αὐτό ὅμως τό ἀντιλαμβάνονται καί τό βιώνουν μόνον ὅσοι δέχονται αὐτήν τήν δωρεά, ὅσοι λαμβάνουν τήν σωτηρία. Γι᾽ αὐτούς,«τοῖς σῳζομένοις», ὁ σταυρός εἶναι «δύναμις Θεοῦ». Ὁ σταυρός ἀποκαλύπτει: α) Τήν ἀπροσμέτρητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού φθάνει ὥς τήν θυσία, β) τήν πανσοφία του, πού ἐπινόησε ἕνα ἀσύλληπτο γιά τήν ἀνθρώπινη λογική σχέδιο προκειμένου νά μᾶς σώσει, ἀλλά καί γ) τήν παντοδυναμία του, ἀφοῦ κέρδισε τήν λαμπρότερη νίκη κατά τοῦ θανάτου τήν ὥρα τῆς ἐσχάτης ἀδυναμίας του!
1,19. Γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω.
Ὁ Παῦλος στηρίζει τήν ἀλήθεια πού κηρύττει σέ ἕναν λόγο τῆς Γραφῆς. Ἀναφέρει ἕνα χωρίο ἀπό τόν προφήτη Ἠσαḯα σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση. Τό χωρίο αὐτό ἔχει σχέση μέ τό ἑξῆς ἱστορικό γεγονός: Σέ μιά ἐποχή πού ὁ ἰουδαϊκός λαός εἶχε ἐγκαταλείψει τήν πίστη στόν Θεό, εἶχε ἐκτραπεῖ στήν ἁμαρτία καί τήν διαφθορά, καί οἱ ἄρχοντες γεμάτοι ὑπερηφάνεια εἶχαν θεοποιήσει τήν γνώμη τους, ὁ βασιλιάς τῶν Ἀσσυρίων Σενναχηρίμ στράφηκε ἀπειλητικά ἐνάντια στό βασίλειο τοῦ Ἰούδα. Σ᾽ αὐτήν τήν κρίσιμη ὥρα ὁ Θεός ἐπεμβαίνει. Ὑπόσχεται νά σώσει τόν λαό του μέ θαυμαστό τρόπο, παραμερίζοντας τούς ἐπιδέξιους πολιτικούς πού διαχειρίζονταν τίς ἐξωτερικές ὑποθέσεις. Ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ σοφία τους εἶναι ἀνωφελής καί μάταιη. Λέγει μέ τό στόμα τοῦ προφήτη· «Καὶ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν κρύψω» (29,14).
«Σοφία» εἶναι ἡ εὐφυḯα, ἡ ἐπιδεξιότητα, καί συνήθως χαρακτηρίζει τόν δάσκαλο. «Σύνεσις» εἶναι ἡ ὀξύνοια, ἡ ἱκανότητα τοῦ μαθητῆ νά ἀντιλαμβάνεται γρήγορα αὐτά πού διδάσκει ὁ δάσκαλος. Πολλές φορές οἱ δύο λέξεις χρησιμοποιοῦνται ὡς συνώνυμες. Ἔτσι συμβαίνει καί στόν στίχο μας. Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά ἐκείνους πού θεωροῦνται σοφοί καί συνετοί ἀπό τούς ἀνθρώπους ἤ οἱ ἴδιοι ἔχουν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους καί κομπάζουν γιά τήν φρόνησή τους. Μέ τά ρήματα «ἀπολῶ» καί «ἀθετήσω» ὁ Θεός βεβαιώνει ὅτι θά καταργήσει, θά παραμερίσει ὡς ἀνωφελῆ καί ἄχρηστη «τὴν σοφίαν» καί «τὴν σύνεσιν» τέτοιων ἀνθρώπων. Ἀντίθετα, εἶναι ἐπιθυμητή ἡ κατά Θεόν σύνεση ὅπως δείχνει ἡ εὐχή τοῦ ἀποστόλου Παύλου στόν μαθητή του Τιμόθεο· «δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι» (Β´ Τι 2,7).
1,20. Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;
Καί ἡ φράση αὐτή εἶναι ἀπό τόν Ἠσαΐα σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση (βλ. 19,12∙ 33,18). Ὁ προφήτης ἀναφέρεται στήν καταστροφή τῶν Ἀσσυρίων, ἡ ὁποία ἦταν ἐπέμβαση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἐπίτευγμα τῶν σοφῶν καί γραμματέων τοῦ Ἰσραήλ.
«Σοφός» χαρακτηρίζεται στό χωρίο αὐτό κάθε ἕλληνας (ἐθνικός) γνώστης τῆς ἀρχαίας φιλοσοφίας «γραμματεὺς» ὀνομάζεται ὁ Ἰουδαῖος πού μελετᾶ τίς ἅγιες γραφές καί νομίζει ὅτι κατέχει τό νόημά τους καί γενικά τά τῆς ἰουδαϊκῆς θρησκείας «συζητητὴς» εἶναι ὁ ἀσκημένος στήν διαλεκτική τέχνη, ὁ ρήτορας, εἴτε εἶναι Ἕλληνας εἴτε Ἰουδαῖος. Ἡ ἔκφραση «τοῦ αἰῶνος τούτου» ἀναφέρεται στόν χρόνο μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί δηλώνει γενικώτερα τόν κόσμο πού δουλεύει στό κακό καί τήν ἁμαρτία.
Μέ τίς ἀπανωτές θριαμβευτικές ἐρωτήσεις ὁ ἀπόστολος ἐπικυρώνει τόν προφητικό λόγο πού ἀνέφερε στόν προηγούμενο στίχο, προβάλλοντας ὡς ἀπόδειξη τήν ἴδια τήν πραγματικότητα. Ποιός φιλόσοφος ἤ ποιός ἀπό ἐκείνους πού κατέχουν τά τῶν ἰουδαίων μπόρεσε, πράγματι, νά ὁδηγήσει στήν σωτηρία καί στήν γνώση τῆς ἀληθείας; Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος δίνει κατηγορηματική τήν ἀπάντηση: «τῶν ἁλιέων τὸ πᾶν γέγονε», τό ἔργο αὐτό κατόρθωσαν μόνον οἱ ἀπόστολοι οἱ ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Ἑπομένως ἡ ἀνθρώπινη σοφία καταργεῖται, ἀποδεικνύεται ἄχρηστη προκειμένου νά γνωρίσει κανείς τόν Θεό (πρβλ. Μθ 11,25 Λκ 10,21).
Αὐτό τό νόημα ἔχει καί ἡ φράση «οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;». Πρόκειται γιά μιά ρητορική ἐρώτηση πού ἰσοδυναμεῖ μέ ἰσχυρή κατάφαση. Ναί, πραγματικά, ὁ Θεός ἀπέδειξε ἀνόητη τήν σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Τήν ἀπέδειξε ἀνόητη ὡς πρός τήν πίστη, διότι δέν ἐπαρκεῖ γιά νά ὁδηγήσει στήν γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ (πρβλ. Ρω 1,22-23). Δέν χρειάζεται νά κατέχει τήν ἀνθρώπινη σοφία, νά ἔχει πτυχία καί τίτλους σπουδῶν κάποιος γιά νά ἀποδεχθεῖ τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. Καί ἕνας ἀγράμματος μπορεῖ νά πιστέψει στό εὐαγγέλιο. Κάποιες φορές μάλιστα, εὐκολώτερα μπορεῖ νά ἀποδεχθεῖ τό εὐαγγέλιο ὁ λιγώτερο σοφός κατά κόσμον, διότι γρηγορώτερα ὑποτάσσει τήν λογική του καί παραδίδεται στόν Κύριο (ἅγιος Χρυσόστομος).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν τοποθετεῖται ἐναντίον τῆς ἐπιστήμης, στρέφεται ὅμως ἐναντίον τῆς φιλοσοφίας, διότι αὐτή διεκδικεῖ τήν θέση τῆς θρησκείας, γίνεται ἕνα εἶδος ψεύτικης θρησκείας. Ἡ ἐπιστήμη ἐξετάζει ὅ,τι ἐμπίπτει στόν κόσμο τῶν αἰσθήσεων, ἐνῶ ἡ φιλοσοφία καταγίνεται μέ τίς θεωρίες πού διατυπώνουν κατά καιρούς οἱ ἄνθρωποι. Οἱ χριστιανοί χρησιμοποιοῦν τά ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης, ἀρνοῦνται ὅμως νά ἀσπασθοῦν τίς ποικίλες κοσμοθεωρίες καί βιοθεωρίες πού προτείνουν οἱ διάφορες φιλοσοφίες. Τά διαπιστευτήρια, ἐξάλλου, τῆς ἀληθινῆς σοφίας καί ἐπιστήμης σύμφωνα μέ τόν θεόπνευστο λόγο τῆς ἁγίας Γραφῆς ὁρίζονται ὡς ἑξῆς· «Τίς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πραΰτητι σοφίας» (Ἰα 3,13).
1,21. Ὲπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας.
Ἡ πρόταση πού εἰσάγεται μέ τό «ἐπειδὴ γὰρ» αἰτιολογεῖ τόν προηγούμενο στίχο, καί συγκεκριμένα τό «οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;». Ἡ αἰτία τῆς μωράνσεως εἶναι ὅτι «ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν». Ὁ Θεός ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτό του καί τόν καθιστᾶ γνωστό σέ μᾶς μέσα ἀπό δύο βιβλία: α) τήν φυσική δημιουργία, ὅπου φανερώνεται ἡ πανσοφία (βλ. Ψα 103,24 Ρω 1,18-23) καί οἱ ἄλλες ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ καί β) τήν ἁγία Γραφή, ὅπου ξεδιπλώνεται τό σοφό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας.
Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, εἶναι φανερή ἀλλά «ὁ κόσμος», οἱ μακράν τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, δέν μπόρεσαν «διὰ τῆς σοφίας», μέ τήν δική τους εὐφυΐα καί ἱκανότητα νά δοῦν καί νά γνωρίσουν τόν Θεό μέσα στήν φυσική δημιουργία.
Ἄν, λοιπόν, ἡ σοφία τοῦ κόσμου δέν μπόρεσε νά ἐξασφαλίσει τά ἀνώτερα ἀγαθά, τί νόημα ἔχει; Μάταια καυχιέται ὁ ἄνθρωπος γιά τήν δύναμή της. Κι ἄν τότε πού θά μποροῦσε νά τόν βοηθήσει μέσα ἀπό τήν δημιουργία νά βρεῖ τόν Θεό δέν τό πέτυχε, πῶς τολμᾶ στήν συνέχεια, ὅταν ἀποκαλύφθηκαν μεγαλύτερα πράγματα πού μόνον μέ τήν πίστη προσεγγίζονται, πῶς ἀποτολμᾶ νά ζητᾶ μόνη της νά τά κατανοήσει; Πραγματικά, εἶναι ἀδύνατον γιά τήν ἀνθρώπινη σοφία νά συλλάβει μόνη της τίς θεῖες ἀλήθειες (ἅγιος Χρυσόστομος).
Φουσκωμένοι ἀπό τήν ὑπερηφάνειά τους οἱ χωρίς Θεό σοφοί τοῦ κόσμου περιφρόνησαν τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί τήν θεώρησαν «μωρία», ἀνοησία, ἐνῶ τίς ἀνοησίες, πού οἱ ἴδιοι ἐπινοοῦν γιά ψεύτικους θεούς καί θεές καί τούς λατρεύουν, τίς παρουσιάζουν ὡς σοφία. Ὡστόσο, «ὁ Θεός» ἀπό τήν πολλή ἀγάπη του γιά τόν ἄνθρωπο «εὐδόκησεν», εὐαρεστήθηκε νά σώσει ἐκείνους πού θά πιστεύσουν στήν μωρία τοῦ κηρύγματος. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος διευκρινίζει: «μωρίας οὐχὶ τῆς οὔσης ἀλλὰ τῆς εἶναι δοκούσης». Δέν εἶναι βέβαια μωρία τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἀλλά ἐκεῖνοι τό θεωροῦν μωρία. Μέ τό κήρυγμα γιά τήν σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ὁ Θεός σέ κάθε ἐποχή προσελκύει τούς δικούς του ὄχι μέ τήν δύναμη τῆς ἀνθρώπινης σοφίας οὔτε τῆς ρητορικῆς εὐγλωττίας, ἀλλά μέ τήν μωρία τοῦ σταυροῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας λίγο πρίν ἀπό τό πάθος του διακήρυξε «κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰω 12,32).
1,22-23. Ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν.
Ἡ ἀπαίτηση τῶν ἰουδαίων ἀπό τά χρόνια ἀκόμη τῆς δημόσιας δράσης τοῦ Ἰησοῦ ἦταν νά δοῦν «σημεῖον», πού νά ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ πανίσχυρος Μεσσίας τόν ὁποῖο αὐτοί προσδοκοῦσαν. Ἔλαβαν ὅμως αὐστηρή τήν ἀπάντηση· «γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ, εἰ μὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου» (Μθ 12,39· 16,4· Λκ 11,29). Ὁ Ἰησοῦς ἀρνήθηκε νά τούς δείξει κάποιο ἰδιαίτερο σημεῖο καί τούς παρέπεμψε μόνο στό σημεῖο τοῦ Ἰωνᾶ πού ἀποτελεῖ δυνατή προφητεία γιά τόν θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί τήν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλο τόν κόσμο. Ὁ παντοδύναμος Κύριος δέν θέλησε νά φανεῖ θεαματικά ἡ παντοδυναμία του οὔτε στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του. Ἤθελε καί στήν γενιά ἐκείνη πού τόν ἔβλεπε νά προκαλέσει πίστη, ὥστε νά δημιουργήσει τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας νά μποροῦν, δηλαδή, νά τόν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν αἰώνων χωρίς νά εἶναι ἀνάγκη νά βλέπουν σημεῖα.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, οἱ «Ἕλληνες», δηλαδή οἱ εἰδωλολάτρες ἐθνικοί, ζητοῦσαν «σοφίαν». Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀναζητοῦσαν τόν μεγαλύτερο φιλόσοφο, πού μέ λογικά ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις θά καθιέρωνε μία φιλοσοφία παραδεκτή ἀπό ὅλους καί θά τούς ὀδηγοῦσε στήν ἀλήθεια θεωρητικά καί πρακτικά.
Μέ τό «ἡμεῖς δὲ» τονίζεται μέ ἔμφαση ἡ ἔντονη ἀντίθεση πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στίς ἀξιώσεις τῶν ἰουδαίων καί τῶν ἑλλήνων καί στό κήρυγμα τῶν ἀπόστολων. Οἱ ἀπόστολοι, παρά τίς ἐντελῶς ἀντίθετες προσδοκίες ἰουδαίων καί ἐθνικῶν, δέν παύουν νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν».
«Σκάνδαλον» εἶναι τό πρόσκομμα. Γιά παράδειγμα, μιά πέτρα στήν μέση τοῦ δρόμου μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ «σκάνδαλον», διότι κάνει τούς περαστικούς νά σκοντάφτουν καί νά πέφτουν. Γιά τούς ἰουδαίους, πού περίμεναν τόν Μεσσία ὡς πανίσχυρο καί ἀήττητο βασιλιά, ὁ ὁποῖος θά ἐλευθέρωνε τό ἔθνος τους ἀπό τήν μακροχρόνια δουλεία, ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ στάθηκε ἕνα πρόσκομμα. Σκόνταφταν ἐπάνω στόν σταυρό καί δέν μποροῦσαν νά πιστέψουν στόν Χριστό. Τούς ἦταν ἀδύνατον νά δεχθοῦν ὅτι ὁ Μεσσίας μποροῦσε νά πεθάνει. Δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ ἀδύναμος ἐκεῖνος ἄνθρωπος, πού εἶχε μιά συνοδία φτωχῶν καί ἀμόρφωτων ἀνθρώπων, πού παρουσιάσθηκε μπροστά στόν Πιλᾶτο καταφρονημένος, πού δέχθηκε τόσες ταπεινώσεις καί σταυρώθηκε ἀνάμεσα σέ δυό κακούργους! Ἕνας Μεσσίας ἐσταυρωμένος πού δέν κατεβαίνει ἀπό τόν σταυρό νά συντρίψει τούς ἐχθρούς του ἦταν γι᾽ αὐτούς τό φοβερότερο σκάνδαλο!
Οἱ ἕλληνες πάλι χλεύαζαν τόν σταυρό, περιγελοῦσαν τήν πίστη στόν Ἐσταυρωμένο, διότι γιά τήν δική τους σοφία ἡ σταυρική θυσία ἦταν μωρία, ἀνοησία. Δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν πῶς εἶναι δυνατόν ὁ θάνατος ἑνός Ἐσταυρωμένου νά χαρίζει στούς ἀνθρώπους ζωή καί σωτηρία!
Παρουσιάζοντας ὁ ἀπόστολος τίς προσδοκίες καί τῶν ἰουδαίων καί τῶν ἐθνικῶν καί ἀντιπαραθέτοντας τήν ἐπιμονή τῶν ἀποστόλων νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον», προβάλλει ἀκόμη ἐντονότερα στούς Κορινθίους τήν δύναμη τοῦ σταυροῦ. Ὁ σταυρός, ἦταν ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπ᾽ αὐτό πού ζητοῦσαν καί οἱ ἰουδαῖοι καί οἱ ἕλληνες. Ὄχι μόνον δέν μποροῦσε νά θεωρηθεῖ «σημεῖον» πού φανερώνει δύναμη, ἀλλά ἀντίθετα δείχνει τήν ἔσχατη ἀδυναμία. Ὄχι μόνον δέν ἐμφανίζεται μέ ἀξιώσεις ὑψηλῆς σοφίας, ἀλλά ἀντίθετα φαίνεται στήν ἀνθρώπινη λογική «μωρία». Ἔτσι ὅμως ἀποδεικνύεται ἀκόμη περισσότερο ἡ δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου. Διότι ἐνῶ οἱ ἀπόστολοι κηρύττουν στούς ἰουδαίους καί τούς ἐθνικούς ἀντίθετα ἀπό ὅσα αὐτοί ἐπιθυμοῦσαν, ἐντούτοις τούς πείθουν γιά τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Καί αὐτό ἦταν ἤδη μιά πραγματικότητα, τήν ὁποία γνώριζαν οἱ Κορίνθιοι πού διάβαζαν τήν Ἐπιστολή. Εἶναι μιά πραγματικότητα τήν ὁποία μαρτυρεῖ αἰῶνες τώρα ἡ ἱστορία, γιά νά βεβαιώνεται ὅτι «οὐκ ἔστιν ἀνθρώπινον τὸ κήρυγμα» (ἅγιος Χρυσόστομος).
Πόσο παράδοξη καί θαυμαστή εἶναι ἡ ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου, δίχως τήν χρήση ἀνθρώπινης δυνάμεως ἤ σοφίας, ἀλλά μέ μόνο ὅπλο τό κήρυγμα τοῦ σταυροῦ, παρουσιάζεται πολύ παραστατικά ἀπό τόν ἅγιο Χρυσόστομο μέ τά ἑξῆς παραδείγματα: Ὅπως ἄν κάποιος θαλασσοδέρνεται καί ἐπιθυμεῖ ἕνα λιμάνι, ἀλλά ἐσύ τοῦ δείξεις ἄλλο μέρος τοῦ πελάγους ἀγριώτερο, καί ὅμως τόν κάνεις νά σέ ἀκολουθήσει μέ εὐγνωμοσύνη! Ὅπως ἄν κάποιος πληγωμένος ἐπιθυμεῖ φάρμακα, καί ἕνας γιατρός ὑπόσχεται νά τόν κάνει ὑγιῆ ὄχι μέ φάρμακα ἀλλά μέ καυτηριασμό, καί ὅμως πετυχαίνει νά τόν κερδίσει μέ τό μέρος του! Τόσο παράδοξο καί θαυμαστό ἦταν τό ἔργο τῶν ἀποστόλων καί τά ἀποτελέσματά του!
Καί ἀπό τήν φύση ὁ ἅγιος πατέρας ἀναφέρει καταπληκτικά παραδείγματα, γιά νά δείξει πώς ἔχουν μεγάλη δύναμη καί πράγματα πού φαίνονται στά μάτια μας ἀδύναμα: Ὁ Θεός τείχισε τήν θάλασσα μέ τήν ἄμμο, συγκρατώντας τό ἰσχυρό μέ τό ἀσθενές! Τοποθέτησε τήν γῆ ἐπάνω στό νερό, δίνοντας σέ κάτι βαρύ καί πυκνό ἕνα ὄχημα ἐλαφρύ καί ρευστό! «Ὥσπερ γὰρ τὸ ὕδωρ βαστάζει τὴν γῆν, οὕτω καὶ ὁ σταυρὸς βαστάζει τὴν οἰκουμένην».
1,24. αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν.
Τό κήρυγμα τοῦ σταυροῦ, ἐνῶ ἀπορρίπτεται ἀπό τούς ἰουδαίους πού ζητοῦν σημεῖο καί ἀπό τούς ἕλληνες πού ἀναζητοῦν σοφία, γίνεται ὡστόσο δεκτό καί ἀπό ἰουδαίους καί ἀπό ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἀποδέχονται τήν κλήση τοῦ Θεοῦ καί ὀνομάζονται ἀπό τόν ἀπόστολο «κλητοί».
Ὁ Θεοδώρητος ἀναφέρει τό παράδειγμα τοῦ ἥλιου. Ὁ ἥλιος εἶναι φῶς γιά ὅσους βλέπουν, ἀλλά σκοτάδι γιά τούς τυφλούς. Δέν προκαλεῖ, βέβαια, ὁ ἥλιος τό σκοτάδι, ἀλλά ἡ ἀσθένεια τῆς ὅρασης παρεμποδίζει τήν λάμψη τῆς ἀκτίνας. Κατά παρόμοιο τρόπο, ἡ κακία τῆς ἀπιστίας ἐμποδίζει τό φῶς τῆς θεογνωσίας νά καταυγάσει τίς ψυχές τῶν ἀπίστων, διότι «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς» (Ἰω 3,20). Ὅσοι ὅμως κρατοῦν ἀνοιχτή τήν καρδιά τους στήν κλήση τοῦ Θεοῦ, αὐτοί παίρνουν τό φῶς του καί ὁδηγοῦνται στήν ἀλήθεια τῆς σωτηρίας.
Γι᾽ αὐτούς τούς κλητοὺς ὁ ἐσταυρωμένος Χριστός εἶναι «Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία». Ἡ σοφία καί ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ φαίνεται στόν σταυρό, διότι ἐπάνω στόν σταυρό πλανήθηκε καί νικήθηκε ὁ σατανᾶς, ὁ πρῶτος καί μεγάλος πλάνος, ὁ ὁποῖος μπῆκε στόν παράδεισο καί πλάνεψε τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. «Πεπλάνηται ὁ πλάνος (σατανᾶς), ὁ πλανηθεὶς (ἄνθρωπος) λυτροῦται σοφίᾳ σῇ, Θεέ μου», ψάλλει εὐγνώμονα ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας στά ἐγκώμια τοῦ ἐπιταφίου. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦλθε στό βασίλειό του σάν ἄσημος, ἀδύναμος καί ταπεινός ἄνθρωπος καί τήν ὥρα πού ὁ σατανᾶς νόμιζε ὅτι τόν εἶχε κατατροπώσει μέ τόν σταυρικό θάνατο, ὁ Ἰησοῦς τοῦ συνέθλιψε τήν κεφαλή καί τόν κατανίκησε. Ὁ Ἰησοῦς παρουσιάσθηκε στόν ἅδη μέ τό δόλωμα τῆς σαρκός καί τήν ὥρα πού ὁ σατανᾶς ἔπιασε τό δόλωμα, τό ἀγκίστρι τῆς θεότητος, πού ἦταν κρυμμένο μέσα στό δόλωμα αὐτό, διέλυσε τό κρανίο του! Πάνω στόν σταυρό δόθηκε ἡ πιό ἰσχυρή μάχη καί πραγματοποιήθηκε ἡ πιό μεγάλη νίκη! Πάνω στόν σταυρό πραγματοποιήθηκε τό πάνσοφο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού προαιώνια κατέστρωσε ὁ Θεός, γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς (βοήθημα κυκλαρχῶν)
Ὁ «Ἄγγελος» τ' Ἀιβαλιοῦ
Σεπτέμβριος· κι ἡ γιορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μαζί μ' ὅλες τίς σταυρωμένες καί ἀλύτρωτες πατρίδες μας ἀνασταίνει ἐνώπιόν μας καί τήν τραγωδία τῶν Κυδωνιῶν (Ἀιβαλί).
Σάν ἄρχισε ἡ τουρκική ἐπίθεση στό Ἀφιόν ΚαράΧισάρ καί ἡ διάσπαση τῆς γραμμῆς τοῦ ἑλληνικοῦ μετώπου, ζοφερό καί πικρό διαγράφεται τό μέλλον τῆς αἰολικῆς πόλεως. Ἡ ἀνησυχία καί ἡ ἀπόγνωση τῶν 40.000 κατοίκων τ' Ἀιβαλιοῦ κορυφώνεται, ὅταν βρίσκονται μάρτυρες μιᾶς σκληρῆς πραγματικότητος. Δέν προλαβαίνουν ν' ἀκουστοῦν οἱ πρῶτες φοβερές εἰδήσεις κι οἱ ἀρχές τῆς πόλεως ἤδη ἔχουν σχεδιάσει ὡς τόπο τῆς καταφυγῆς τους τήν ἀντικρινή Μυτιλήνη. Τήν ὥρα, λοιπόν, πού ἡ χωροφυλακή καί οἱ δημόσιες ὑπηρεσίες ἀναχωροῦν καί ἀφήνουν τούς Ἀιβαλιῶτες ἀπροστάτευτους κι ἕρμαια τῆς τύχης τους, τήν ὥρα πού ἡ ἀνασφάλεια τοῦ πληθυσμοῦ παίρνει διαστάσεις, ἕνας ἀετός ἁπλώνει τίς φτεροῦγες του, ὄχι γιά νά πετάξει, ἀλλά γιά ν' ἀγκαλιάσει καί νά ζεστάνει τό χειμαζόμενο ποίμνιό του. Εἶναι ὁ ἡρωικός μητροπολίτης Γρηγόριος.
Μηνύματα κατεπείγοντα καταφθάνουν στήν ἐπισκοπή του. «Τουρκικός στρατός κατερχόμενος δέν φείδεται οὔτε νηπίων ζωῆς. Ἐξορκίζω ἀναχωρήσατε ἁπαξάπαντες», τοῦ τονίζει σέ τηλεγράφημά του ἀπό τή Μυτιλήνη ὁ διοικητής τῆς χωροφυλακῆς, ὁ ὑπομοίραχος Γιαννακάκης. Ἐν ὄψει τῆς ἐπικειμένης λαίλαπας, συγκαλεῖ ὁ Γρηγόριος τούς δημογέροντες καί προκρίτους. Μάταια ἀγωνίζεται νά τούς πείσει γιά τόν μοιραῖο ξερριζωμό τοῦ πληθυσμοῦ καί τήν ἐγκατάστασή του στή Μυτιλήνη. Κι ὅμως, μπρός στήν ἀπόφαση τῆς δημογεροντίας πού ἀποτρέπει ρητά τή φυγή τῶν Ἀιβαλιωτῶν, ὁ Δεσπότης ὑποτάσσεται, ὑπακούει, σιωπᾶ.
Ὅσο κυλοῦν οἱ μέρες τόσο καί πυκνώνει ὁ στρατός τῶν Ἀγαρηνῶν στούς δρόμους τοῦ Ἀιβαλιοῦ, στά ὑψώματα τοῦ ὁποίου κατάσπαρτα πυροβόλα καί μυδραλλιοβόλα ἔχουν πάρει τή θέση τους. Τσακίζει τόν Ἱεράρχη ὁ χαμός τοῦ πιό ζωτικοῦ πληθυσμοῦ, τῶν 4.000 στρατευσίμων ἀνδρῶν, πού ὁδηγήθηκαν στά σφαγεῖα ἀπό τόν αἱμοχαρῆ Ὀθωμανό. Τόν συνθλίβει ἡ ὠμή συμπεριφορά τοῦ Σαμπρῆ πασᾶ καί ἡ ἄδικη, συστηματική ἐξόντωση τοῦ ποιμνίου του. Γι' αὐτό, πόσες φορές δέν κατεβαίνει μέ τόν ἀφοσιωμένο του ἀρχιμανδρίτη Εὐγένιο Λαλακιώτη στόν ναό τῆς Μητροπόλεως, γιά ν' ἀφήσει μπρός στόν Ἐσταυρωμένο ὅλο τόν πόνο, τό δάκρυ καί τήν ἀγωνία του! Προθυμοποιοῦνται οἱ πρόξενοι ν' ἀσφαλίσουν τόν Ἐπίσκοπο στή Μυτιλήνη. Καί τότε αὐτός σάν τόν Γρηγόριο τόν Ε΄καί τόν Χρυσόστομο Σμύρνης σθεναρά τούς δηλώνει:
- Καί ποῖος θά μείνει κοντά εἰς τό ἀπειλούμενον ποίμνιον; Ὁ ποιμήν.
Κι ἄλλοτε: «Ἐφ' ὅσον καί ἕνας ἀκόμη χριστιανός εὑρίσκεται ἐδῶ, θά εἶμαι καί ἐγώ ἐδῶ. Θά φύγω τελευταῖος».
Καί δέν φεύγει. Παραμένει ὁ φύλακας ἄγγελος τῶν Κυδωνιῶν. Τή γιορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ οἱ Ἀιβαλιῶτες τόν βλέπουν γιά τελευταία φορά ὡς λειτουργό τοῦ Ὑψίστου. Ἀπό τότε σίγησαν τά ψαλτήρια καί οἱ ἄμβωνες, σώπασαν τά καμπαναριά. Ἡ πόλη στό τέλος τοῦ Σεπτέμβρη νεκρώνεται. Πλοῖα ἑλληνικά μέ ἀμερικανική σημαία, πού ἔφθασαν μέ τίς ἐνέργειες τοῦ Μητροπολίτου, παίρνουν τούς 20.000 περίπου ἐπιζῶντες, πού ἔμελλε νά σηκώσουν τόν σταυρό τῆς προσφυγιᾶς.
Μά, πρίν σαλπάρουν, ἕνα τουρκικό στρατιωτικό ἀπόσπασμα ἁρπάζει τήν ἐλπίδα καί τ' ἀποκούμπι τ' Ἀιβαλιοῦ, τόν ἀκάματο Ποιμενάρχη του μέ τήν πολύτιμη συνοδεία του, 21 ἱερεῖς. Τρεῖς μέρες βασανίζεται μέ μαρτύρια ἀποτρόπαια μές στή φυλακή τό τίμιο πρεσβυτέριο. Ὥσπου στίς 3 Ὀκτωβρίου 1922 κοντά στό χωριό Ἁγιασμάτι ἕνας-ἕνας κληρικός ἄγρια ἐξοντώνεται κι ἄσπλαγχνα σφαγιάζεται. Τραγικός θεατής τοῦ φρικιαστικοῦ δράματος ὁ γηραιός ἐπίσκοπος Γρηγόριος. Γι' αὐτόν τό τουρκικό δαιμόνιο ἐπινοεῖ ἄλλο εἶδος μαρτυρίου. Δύο Τοῦρκοι σέρνουν τόν ἐξαντλημένο Δεσπότη μπροστά σ' ἕναν λάκκο βαθύ. Ὁ ἐπικεφαλῆς ὑπολοχαγός εἰρηνικά καί σαρκαστικά τόν ἐμπαίζει.
- Ἐσένα, μπουγιούκ παπάζ, μπουγιούκ ἐντεψίζ (= ἀρχιπαπά καί ἀναιδέστατε), δέν θά σέ σφάξω, γιατί ξέρεις πόσο σέ ἀγαπῶ. Σοῦ ἑτοιμάσαμε ὀντά νά κατοικήσεις ὅλα τῆς ζωῆς σου τά χρόνια.
Θέλει νά τόν θάψει ζωντανό. Ἀλλά ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐπεμβαίνει. Μπροστά στούς δημίους του ὁ πονεμένος Μητροπολίτης σωριάζεται κι ἀφήνει τήν τελευταία του πνοή, χωρίς νά τούς δώσει τήν ἄγρια χαρά τῆς ἐκτέλεσής του.
Ἔτσι, ξερριζώνει τ' Ἀιβαλί ὁ Ἀγαρηνός. Ἀλλά κι οἱ Σύμμαχοι τήν ὥρα τῆς μικρασιατικῆς μας τραγωδίας μ' ἐκείνη τήν προκλητική τους ἀπάθεια καί σκανδαλώδη ἀταραξία -τήν τόσο γνώριμη στίς μέρες μας- γράφουν τή δική τους ἱστορία. Καθώς ὅμως ὁ σημερινός Ἕλληνας στρέφεται μέ πίκρα πρός τίς μικρασιατικές ἀκτές, ἀναθαρρεύει καί καυχιέται, γιατί στή θύελλα καί τήν ἀνεμοζάλη τοῦ 1922 τρία διαμάντια, τρεῖς ἐθνομάρτυρες, ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης, ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος καί ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος, φορώντας τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου ἔγραψαν ἱστορία πού πέρασε στήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ.
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 50 (1995) 152-153
-Νυχτωμένοι στρατοκόποι,
στά σκοτάδια πού γυρνᾶτε,
σάν τί νά 'ναι πού ζητᾶτε;
Τόσος δρόμος, τόσοι κόποι
μές στό σκοτεινό στρατί
τ' ἀνηφορικό, γιατί,
νυχτωμένοι στρατοκόποι;
Νά! Σέ λίγο ἀρχίζει ἡ μπόρα:
Σύγνεφα, βροντή, καπνός·
καί τό λιγοστό ἀστροφῶς,
πού σᾶς σιγοφέγγει τώρα,
ὅπου νά 'ν' κι αὐτό θά σβήσει.
Καί σεῖς τρέχετε, γυρνᾶτε,
λές καί βιάζεστε νά πᾶτε
σέ νυχτερινό μεθύσι.
Τόσος δρόμος, τόσοι κόποι!
Σάν τί νά 'ναι πού ζητᾶτε
στά σκοτάδια πού γυρνᾶτε,
νυχτωμένοι στρατοκόποι;
- Τί ζητᾶμε; Φῶς, διαβάτη:
Εἶν' ὁ πόθος ὁ βαθύς
κάθε ἀνθρώπινης ψυχῆς.
Σάν ποιό νά 'ν' τό μονοπάτι
πού στό φῶς θέ νά μᾶς φέρει;
Ἄχ! κανείς μας δέν τό ξέρει.
Φῶς ζητᾶμε, Φῶς, διαβάτη.
Πήραμ' ἕνα γιδοστράτι
καί χυθήκαμε στά σκότη
ἀπ' τήν πρώτη μας τή νιότη.
Καί ζητᾶμε κι ὅλο πᾶμε
κι ὅσο πᾶμε καί ζητᾶμε.
Πόσα χρόνια πᾶνε τώρα;
Χίλια; Δυό χιλιάδες; Τρεῖς;
Μέτρησέ μας τα ἄν μπορεῖς.
Μέ τήν ἴδια πάντα φόρα,
στό σκοτάδι, στ' ἀστροφῶς,
τριγυρνᾶμε σάν ἀλῆτες,
νυχτωμένοι παρωρίτες,
καί γυρεύουμε τό Φῶς.
Πήγαμε στή Βαβυλώνα,
στό Θιβέτ, στήν Καρχηδόνα,
στῆς Αἰγύπτου τίς ἐρμιές.
Μᾶς ἐμάθαν ὅλ' οἱ δρόμοι
κι ὅλες οἱ νεροσυρμές
ὥς τήν Κίνα κι ὥς τή Ρώμη.
Τϊποτα! Νεκρές ἐλπίδες!
Δέν ἐβρήκαμε παρά
λιγοστές χλωμές ἀχτίδες.
Φῶς ζητᾶμε, Φῶς, διαβάτη.
Ξαναπαίρνουμε φτερά
καί πετᾶμε νύχτα-μέρα
ἀπ' τό Νεῖλο στόν Εὐφράτη
κι ὥς τίς θάλασσες κι ὥς πέρα.
Τρέξαμε στό Καπιτώλιο
καί στό βράχο τόν αἰώνιο
κι ἀνεβήκαμε κι αὐτές
τοῦ Ὀλύμπου τίς κορφές.
Μά κι ἐδῶ ἡ χαρά σάν πρῶτα
σβήστηκε σάν λευκαφρός:
Ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα,
μά δέν ἤτανε τό Φῶς...
Καί κινήσαμε καί πάλι
καί ριχτήκαμε ξανά
στά λαγκάδια, στά βουνά,
στά σκοτάδια καί στήν πάλη.
Καί γυρνᾶμε σάν ἀλῆτες,
νυχτωμένοι παρωρίτες,
στό σκοτάδι στ' ἀστροφῶς.
Ἄχ! πονόψυχε διαβάτη,
πές ἐσύ, ποιό μονοπάτι
θά μᾶς φέρει πρός τό Φῶς;
- Κουρασμένοι στρατοκόποι,
πού σᾶς εἶδαν τόσοι τόποι,
πού σᾶς θόλωσαν τό μάτι
καταιγίδα, ἀνεμοζάλη,
δίψα, θλίψη, φόβος, μπόρα,
πάρτε καί τό μονοπάτι
τό φτωχό, πού θά σᾶς βγάλει
πρός τῆς Βηθλεέμ τή χώρα.
Εἶν' τό ἴδιο τό στρατί
τό ματόβρεχτο πού φθάνει
στό μαρτυρικό στεφάνι
κι ὥς τό Γολγοθᾶ κρατεῖ.
Ἀκλουθᾶτε το, ἀκλουθᾶτε:
Ἀπ' τή φάτνη ὥς τό Σταυρό
μπόρεσα κι ἐγώ νά βρῶ
τ' ἄυλο Φῶς π' ἀναζητᾶτε.
Γ. Βερίτης
Α΄
Μελέτες καί ἔρευνες, μετρήσεις καί στατιστικές ἐπισημαίνουν καί ἐπιβεβαιώνουν τή βλαπτική ἐπίδραση τοῦ καπνίσματος στήν ὑγεία. Ἐξάλλου καί οἱ ἑταιρεῖες καπνοῦ ὑποχρεώνονται νά τό σημειώνουν στίς συσκευασίες τους ἀλλά καί οἱ τεράστιες ἀφίσες πού διαφημίζουν διάφορες μάρκες τσιγάρων διακηρύττουν: «Τό ὑπουργεῖο ὑγείας προειδοποιεῖ ὅτι τό κάπνισμα βλάπτει σοβαρά τήν ὑγεία». Νεώτερη μάλιστα ὑπουργική ἀπόφαση (3730/2008) ἀπαγορεύει τό κάπνισμα σέ δημόσιους χώρους, μεταφορικά μέσα καί μονάδες παροχῆς ὑπηρεσιῶν ὑγείας. Ὡστόσο, τό κάπνισμα ἀποτελεῖ μία πολύ ἐκτεταμένη, σχεδόν γενικευμένη συνήθεια. Συχνά ἀρχίζει ἀπό τήν ἐφηβική καί τήν παιδική ἀκόμη ἡλικία καί πολύ συχνά οἱ νέοι ἀλλά καί μεγάλοι ρωτοῦν: «Ἀφοῦ εἶναι κάτι πού μέ εὐχαριστεῖ τό κάπνισμα, γιατί ἀπαγορεύεται»;
Ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό ἔχει πολλές παραμέτρους.
Καταρχήν, ποιός εἶπε ὅτι μποροῦμε καί ἔχουμε τό δικαίωμα νά κάνουμε κάθε τί πού μᾶς εὐχαριστεῖ; Καί ποιός λογικός καί ὥριμος ἄνθρωπος τοποθετεῖ τήν εὐχαρίστηση πάνω ἀπό τήν ὠφέλεια; Ὅταν κάτι μέ βλάπτει καί μέ φθείρει, θά τό ἀποφύγω, ὅσο κι ἄν μέ εὐχαριστεῖ. Διαφορετικά, αὐτοκαταστρέφομαι.
Ἔπειτα, τό κάπνισμα ὑπάγεται στίς συνήθειες ἐκεῖνες πού δείχνουν ἀδύναμη θέληση καί συγχρόνως βλάπτουν τήν ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖνος πού ἐπιχειρεῖ νά μελετήσει τό θέμα, μέ εἰλικρίνεια καί μέ ὁδηγό τό λόγο τοῦ Θεοῦ, μέσα στό πάθος αὐτό μπορεῖ νά διακρίνει φοβερές δυνάμεις τοῦ κακοῦ πού ἀντιμάχεται τόν ἄνθρωπο. Νά ἀναγνωρίσει ἕναν δείκτη πού δείχνει πόσο ὕπουλα μπορεῖ ἡ ψυχή νά κλαπεῖ, ἕνα μέτρο πού μετρᾶ πόσο θανατερά μπορεῖ ἡ ψυχή νά αἰχμαλωτισθεῖ. Ἄν θελήσουμε νά ἀνεβοῦμε κλιμακωτά τίς ἀποτρόπαιες ἐνδείξεις αὐτοῦ τοῦ πάθους, περνώντας ἀπό τίς βασικές ἠθικές ἀρχές ὥς τίς ὑψηλότερες δογματικές ἀντιλήψεις τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως θά ἐπισημάνουμε τά ἑξῆς:
1. Τό κάπνισμα εἶναι σπατάλη. Δεδομένου ὅτι ἕνα πακέτο τσιγάρα κοστίζει 3 - 3,5 εὐρώ, ἕνας καπνιστής πού καπνίζει 20-30 τσιγάρα ἡμερησίως, ξοδεύει σχεδόν 1.500-2.000 εὐρώ ἐτησίως γιά τήν ἱκανοποίηση τοῦ πάθους του. Δηλαδή καίει ἄσκοπα τά λεφτά του. Ἀλλά αὐτό εἶναι τό λιγότερο.
2. Τό κάπνισμα εἶναι δουλεία. Ὅπως ὅλα τά πάθη, ὑποτάσσει τόν ἄνθρωπο στούς δικούς του νόμους καί τόν ὑποτάσσει τυφλά. Τόν καθιστᾶ ἀνίκανο νά δεῖ τόν γκρεμό πού χάσκει μπροστά του καί πρός τόν ὁποῖο ὁδηγεῖται, ἀνήμπορο νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά δεσμά του. Δέν θέλει πιά, κι ὅταν θέλει δέν μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ. «ᾯ τις ἥττηται τούτῳ καί δεδούλωται» (Β΄ Πέ 2,20), διακηρύσσει ὁ ἀπόστολος Πέτρος διαγράφοντας ἔτσι τό χῶρο τῆς πνευματικῆς δουλείας. Ἔχεις νικηθεῖ ἀπό τό κάπνισμα; Εἶσαι δοῦλος τοῦ καπνίσματος• τό κάπνισμα εἶναι ὁ ἀφέντης σου. Καί τό χειρότερο, ὁ καπνιστής δέν ὑποδουλώνεται στό τσιγάρο μόνο φρονηματικά, ἀλλά καί ὀργανικά. Τό σῶμα του, ὁ ὀργανισμός του, τά κύτταρά του γίνονται ἕρμαια τῆς συνήθειας πού ἐξουδετερώνει πλέον τόν ἡγεμόνα νοῦ. Ἔτσι, ὁ ὑποδουλωμένος στό κάπνισμα, ἄν κάποια στιγμή θελήσει νά ἀγωνισθεῖ, θά ἔχει νά παλέψει ὄχι μόνο μέ τήν ψυχική του ροπή, ἀλλά καί μέ τή βιολογική του ἀνάγκη, δημιουργήματα καί τά δύο μιᾶς ἄρρωστης συνήθειας.
3. Τό κάπνισμα εἶναι αὐτοκτονία. Ὅπως ἀποδεικνύουν ἰατρικές ἔρευνες, τό κάπνισμα προκαλεῖ 25 ἀπειλητικές γιά τήν ζωή ἀσθένειες καί εἶναι μείζων παράγοντας κινδύνου γιά 16 κύριες αἰτίες θανάτου ἀνθρώπων ἡλικίας ἄνω τῶν 65 ἐτῶν. Συγκεκριμένα τό κάπνισμα προκαλεῖ: στεφανιαία νόσο, καρκίνο τοῦ πνεύμονα, τοῦ φάρυγγα, τοῦ λάρυγγα, τῆς οὐροδόχου κύστης, χρόνιες ἀποφρακτικές πνευμονοπάθειες, ἀγγειακές παθήσεις ἐγκεφάλου κ.ἄ.
Σύμφωνα μέ τίς στατιστικές, τό 90% ὅλων τῶν θανάτων ἀπό καρκίνο τοῦ πνεύμονος, τό 25% τῶν θανάτων ἀπό καρδιαγγειακές παθήσεις καί τό 75% τῶν θανάτων ἀπό χρόνια βρογχίτιδα ὀφείλονται εὐθέως στό κάπνισμα. Ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμός Ὑγείας ὑπολογίζει ὅτι σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο ἔχουμε 10.000 θανάτους ἡμερησίως. Μέ κάθε τσιγάρο πού καπνίζει ὁ καπνιστής ἀφαιρεῖ ἕνα λεπτό καί εἰκοσιπέντε δευτερόλεπτα ἀπό τήν ζωή του.
4. Τό κάπνισμα εἶναι ρύπανση. Πρίν λίγα χρόνια παγκόσμιο συνέδριο μέ θέμα «Περιβάλλον καί ὑγεία» εἶχε ἀποφανθεῖ ὅτι «οἱ ἀντιδράσεις τῶν πλείστων ἀτμοσφαιρικῶν ρυπάνσεων εἶναι ἀμελητέες σέ σύγκριση μέ τό κάπνισμα, τήν τρομερή αὐτή ἐθελοντική ρύπανση. Ὅταν μιλοῦμε γιά βιομηχανική ρύπανση ἐνῶ ἀνεχόμαστε τή δηλητηρίαση ἀπό τόν καπνό, εἶναι περίπου σάν νά πρότεινε κανείς νά ἀδειάσει μέ τό κουταλάκι ἕνα πλοῖο, γιά νά τό ἐμποδίσει νά βυθιστεῖ. Πρέπει νά ποῦμε σέ κάθε καπνιστή ὅτι δέν διακινδυνεύει μόνο τή δική του ζωή, ἀλλά θά ἔχει ἀσφαλῶς εἰς βάρος τῆς συνειδήσεώς του τή βαρειά ἀρρώστια ἤ καί τόν θάνατο ἑνός τουλάχιστον συνανθρώπου του σέ μερικές δεκαετίες».
5. Τό κάπνισμα εἶναι καί παιδοκτονία. Ὁ καπνιστής δέν σκοτώνει μόνο τόν ἑαυτό του. Σκοτώνει καί τά παιδιά του. Τά καταστρεπτικά ἀποτελέσματα τοῦ καπνοῦ ἐκδηλώνονται ἀκόμη καί πρό τῆς γεννήσεως. Ἡ μέλλουσα μητέρα πού καπνίζει μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖ σέ πρόωρο τοκετό, μέ ὅλα τά προβλήματα πού αὐτό συνεπάγεται γιά τό βρέφος. Ἐπιπλέον, τά παιδιά τῶν καπνιστῶν κατά τό πρῶτο ἔτος τῆς ἡλικίας τους ὑπόκεινται στόν κίνδυνο νά προσβληθοῦν ἀπό βρογχίτιδα καί πνευμονία σέ ποσοστό διπλάσιο ἀπό ὅ,τι τά παιδιά τῶν μή καπνιστῶν. Καί ὅσα βρέφη προσβληθοῦν ἀπό αὐτές τίς λοιμώξεις, κατά τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς τους εἶναι περισσότερο εὐάλωτα στά νοσήματα τοῦ ἀναπνευστικοῦ συστήματος.
Ὁ καπνιστής, λοιπόν, προξενεῖ προβλήματα ὄχι μόνο στόν ἑαυτό του ἀλλά καί στό φυσικό περιβάλλον καί σέ ὅλο τό οἰκογενειακό, τό ἐργασιακό καί τό εὐρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του. Μέ τόν καπνό πού ἐκπνέει τούς καθιστᾶ ὅλους παθητικούς καπνιστές, μέ ἀπειλητικές συνέπειες γιά τήν ὑγεία τους. Σύμφωνα μάλιστα μέ πρόσφατες ἔρευνες, τό παθητικό κάπνισμα ἔχει ἤδη βλάψει τίς ἀρτηρίες δεκατριάχρονων παιδιῶν. Καί νά σημειωθεῖ ὅτι τό 59% τῶν Ἑλλήνων, στήν πλειονότητά τους παιδιά, εἶναι παθητικοί καπνιστές.
Ἀλλά δέν σταματᾶ ἐδῶ τό κακό πού προξενεῖ τό κάπνισμα. Τή σοβαρότερη ζημία θά τήν ἐκθέσουμε σέ ἑπόμενο τεῦχος.
Φώτιος
Οἱ νοητικές λειτουργίες καί ἰδιαίτερα ἡ λειτουργία τῆς μνήμης, τῆς μάθησης καί τῆς κριτικῆς ἱκανότητας ἐπιδέχονται βελτίωση; Μποροῦμε νά διατηρήσουμε τό μυαλό μας σέ ἐγρήγορση; Μποροῦμε νά προασπίσουμε τίς νοητικές μας λειτουργίες καί κατ᾿ ἐπέκταση νά διασφαλίσουμε ποιότητα στή ζωή μας; Πῶς μποροῦμε νά κάνουμε πιό «πλούσιους» ἐγκεφάλους;
Περιβάλλον πλούσιο σέ ἐρεθίσματα.
Γιά νά ζήσουν τά ἄνθη ἤ τά φύλλα ἑνός δένδρου ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ὀξυγόνο, νερό καί ἥλιο. Γιά νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά τραφεῖ. Τί τροφοδοτεῖ ὅμως τόν ἐγκέφαλό μας; Ἐνῶ ὅλα τά ὄργανα τοῦ σώματός μας ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ὀξυγόνο καί γλυκόζη, γιά τή σωστή καί ἀκέραιη λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου ἀπαιτεῖται ἐπιπλέον τροφοδοσία μέ συνεχῆ ἐρεθίσματα. Κάθε ἐρέθισμα, ὀπτικό, ἀκουστικό, ἁπτικό, γευστικό, ὀσφρητικό, ἐνδογενές, ἐνεργοποιεῖ κατάλληλες περιοχές τοῦ ἐγκεφάλου μέ ἀποτέλεσμα νά ὑπάρχει συνεχής ἠλεκτρική δραστηριότητα στίς νευρικές συνάψεις. Ἡ συνεχής αὐτή ἠλεκτρική δραστηριότητα διατηρεῖ τή λειτουργία τῶν νευρικῶν κυττάρων καί προάγει τήν ἔκλυση νευροτρόφων παραγόντων. Ἔτσι διατηρεῖται ζωντανός καί λειτουργικός ὁ ἐγκέφαλος.
Παιδιά πού γεννιοῦνται μέ συγγενῆ καταρράκτη, ἄν ἀμέσως δέν χειρουργηθοῦν δέν βλέπουν. Γιατί; Τά ὀπτικά κέντρα ὅπως καί ὅλα τά κέντρα τοῦ ἐγκεφάλου ἀπαιτοῦν ἐρεθίσματα γιά νά λειτουργήσουν, ἀλλιῶς ἀτροφοῦν. Ὠδικά πουλιά πού δέν ἔχουν ἀκούσει κελαηδήματα ἄλλων πουλιῶν δέν μποροῦν νά τραγουδήσουν. Παιδιά πού δέν παίζουν ἤ δέν δέχονται ἐρεθίσματα ἔχουν κατά 20-30% χαμηλότερη ἐγκεφαλική λειτουργία ἀπό παιδιά τῆς ἀντίστοιχης ἡλικίας. Σέ πειραματόζωα στά ὁποῖα δίνονται περισσότερα ἐρεθίσματα, ὁ ἐγκέφαλός τους περιέχει κατά 25% περισσότερες συνάψεις ἀνά νευρώνα. Αὐτό μεταφράζεται σέ ἐξυπνότερους καί πιό προσαρμοσμένους ἐγκεφάλους μέ ἰδιαίτερα καλή συμπεριφορά. Πλούσιες, λοιπόν, ἐμπειρίες παράγουν «πλούσιους» ἐγκεφάλους. Οἱ ἐμπειρίες, πού καθορίζουν τήν ἐγκεφαλική δραστηριότητα καί τήν τροφοδοτοῦν, μοιάζουν μέ τή σμίλη στά χέρια τοῦ γλύπτη ἤ μέ τό ψαλίδι στά χέρια τοῦ ράπτη, καθώς ὁ πρῶτος ἀπό μία πέτρα κάνει ἕνα ἄγαλμα καί ὁ δεύτερος ἀπό ἕνα ὕφασμα ἕνα ὡραῖο ροῦχο. Αὐτό πού κάνει τήν τέχνη εἶναι τό ξεκαθάρισμα ἀπό τά ἄχρηστα καί τά περιττά. Καί τό καταπληκτικό εἶναι ὅτι ὁ ἐγκέφαλός μας ἔχει τήν τέχνη νά διατηρεῖ αὐτό πού χρειάζεται.
Γεωργία Δερετζῆ
Δρ. Νευρολογίας
Ὁ Μανόλης Ἀνδρόνικος, ὁ ἐθνικός μας ἀρχαιολόγος (1919-1992), πῆρε μέρος στίς ἀνασκαφές τοῦ ἀνακτόρου τῆς Βεργίνας, κοντά στή Βέροια, ὅταν ἦταν ἀκόμη φοιτητής. Ἐπί ἀρκετά χρόνια μετά συνέχισε τίς ἔρευνές του. Το 1976 ξεκίνησε τίς ἀνασκαφές στή λεγόμενη «Μεγάλη Τούμπα», ὅπου ὑπῆρχαν ἐνδείξεις ὅτι βρίσκονταν οἱ Αἰγές, ἡ ἀρχαία πρωτεύουσα τῆς Μακεδονικῆς δυναστείας. Σ᾿ αὐτό τό χῶρο στίς 15 Νοεμβρίου 1977 ἀνακάλυψε τούς δύο πρώτους βασιλικούς τάφους μέ πλῆθος εὑρημάτων: τοιχογραφίες, χάλκινα καί ἀσημένια σκεύη, χρυσά κοσμήματα, ἕνα χρυσοπόρφυρο ὕφασμα καί ὁλόκληρο τόν ὁπλισμό τοῦ νεκροῦ βασιλιᾶ Φιλίππου Β΄ τῆς Μακεδονίας, πατέρα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.
Ὁ Ἴδιος ὁ καθηγητής τό Δεκέμβριο τοῦ 1991 δημοσίευσε ἕνα σχετικό κείμενο, ἀπό τό ὁποῖο ἀναδημοσιεύουμε κάποια ἀποσπάσματα:
«...Τά ἔργα πού μᾶς χάρισαν οἱ ἀνασκαφές τῆς μακεδονικῆς γῆς, μέ πρῶτα καί καλύτερα τά ἀριστουργήματα τῆς Βεργίνας, μιλοῦν μέ μιά γλώσσα πού καί ὡς γραμματική καί ὡς σύνταξη ὁδηγοῦν σέ μιά μακρόχρονη ἑλληνική παράδοση... Θά χρειαζόταν σελίδες ὁλόκληρες γιά νά δώσει κανείς μιά ἀμυδρή εἰκόνα τῶν εὑρημάτων τῆς Βεργίνας... Θά ἔφτανε ὅμως μιά ματιά σέ ὅλες αὐτές τίς δημιουργίες πού συνόδευαν τούς μακεδόνες βασιλεῖς στούς τάφους τους, γιά νά βεβαιωθοῦμε πώς βρισκόμαστε μπροστά στά πιό λαμπρά ἔργα ἑνός πολιτισμοῦ πού ἔχει τίς ρίζες του στή μακρόχρονη καλλιτεχνική παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ κόσμου, καί πού ἑτοιμάζεται νά ἁπλώσει τά κλαδιά του φορτωμένα μέ τούς καρπούς τῆς ἑλληνιστικῆς τέχνης καί τοῦ οἰκουμενικοῦ στοχασμοῦ».
Κρής
Ἡ μετάνοια τοῦ Θεοῦ
Μᾶς φαίνεται ἐντελῶς ἀνάρμοστο καί πολύ ἀνάξιο τοῦ Θεοῦ, Θεός αὐτός νά μετανοεῖ. Ὁ Θεός εἶναι πάνσοφος, ὥστε δέν μπορεῖ νά κάνει λάθη, καί εἶναι ἀκόμη παντογνώστης καί προγνώστης, ὥστε μπορεῖ νά προλαβαίνει τίς καταστάσεις καί δέν χρειάζεται νά μετανοεῖ. Κι ὅμως, ὑπάρχουν περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες ἡ ἁγία Γραφή μιλάει γιά μετάνοια τοῦ Θεοῦ.
Χαρακτηριστικό εἶναι αὐτό πού μᾶς ἀναφέρει τό βιβλίο τοῦ Ἰωνᾶ. Ἡ βαθειά καί εἰλικρινής μετάνοια τῶν Νινευϊτῶν ἀναγκάζει τόν Θεό νά ἀλλάξει τό σχέδιο τῆς καταστροφῆς τους, νά μήν πραγματοποιήσει τήν ἀπειλή του, πού ρητά εἶχε ἀναγγείλει ὁ προφήτης, ἀλλά νά τούς συγχωρήσει. «Καί εἶδεν ὁ Θεός τά ἔργα αὐτῶν, ὅτι ἀπέστρεψαν ἀπό τῶν ὁδῶν αὐτῶν τῶν πονηρῶν, καί μετενόησεν ὁ Θεός ἐπί τῇ κακίᾳ ᾗ ἐλάλησε τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς, καί οὐκ ἐποίησε» (Ἰωνᾶς 3,10).
Ὅσο παράδοξη παρουσιάζεται γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ἡ μετάνοια τοῦ Θεοῦ, τόσο θεολογική εἶναι ἡ ἀλήθεια πού ἀποκαλύπτει. Πράγματι, ἐκεῖνο πού ἔκανε τόν Θεό νά μετανοήσει δἐν ἦταν οὔτε ἐσφαλμένη ἐκτίμηση οὔτε εἰδική συμπάθεια, ἀλλά, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «ἡ μεταβολή τοῦ βίου». Εἶδε τούς Νινευΐτες νά μεταπηδοῦν ἀπό τόν πονηρό τρόπο ζωῆς σέ ἀγαθό, καί αὐτός «μεταφοιτᾷ πρός τό ἥμερον καί ἀναβάλλεται τήν καταστροφήν καί φειδοῦς ἀξιοῖ», ἐξηγεῖ καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Ἐφόσον ἔλαβε τέλος ἡ ἁμαρτία, «ἀνίησι καί αὐτός τήν ὀργήν καί μεταβουλεύεται τά χρηστά».
Τό μήνυμα εἶναι ξεκάθαρο καί πολύ παρηγορητικό γιά τήν ἁμαρτωλή καί πάντοτε ἁμαρτάνουσα ἀνθρωπότητα. Ἡ δική μας μετάνοια ἀνακαλεῖ τήν καταδικαστική ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς, ἀνατρέπει τήν ἀπειλή του καί ἀποκρούει τή θεήλατη ὀργή. Μόλις μᾶς δεῖ νά ἐπιστρέφουμε κοντά του ὁ Θεός, λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, τρέχει, μᾶς ξεφορτώνει ἀπό τό φορτίο τῶν ἁμαρτημάτων μας καί μᾶς προσφέρει τίς δωρεές του. Διότι οὔτε κι ἐμεῖς δέν ἐπιθυμοῦμε τόσο τή σωτηρία μας, ὅσο αὐτός ἐπείγεται νά μᾶς τήν χαρίσει. Τό ἔλεος καί ἡ ἀγάπη του βρίσκουν δρόμο μέσα στή μετανοημένη καρδιά καί τήν σώζουν.
Τί δυνατό δικαίωμα γιά τή σωτηρία μᾶς ἔχει παραχωρήσει, στ' ἀλήθεια, ὁ Κύριος! Ἄν μέ τήν προσευχή ὁ ἄνθρωπος παλεύει μέ τόν Θεό, μέ τή μετάνοια μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι κατανικᾶ τόν Παντοδύναμο.
Ἀλλά μιά τέτοια δύναμη, εὔλογο εἶναι ὅτι προϋποθέτει πολύ κόπο ἐκ μέρους μας. Δέν εἶναι εὔκολο νά νικήσουμε τόν Θεό καί νά ἀλλάξουμε τίς βουλές του. Γιά νά μᾶς χαρίσει ὁ Κύριος αὐτή τήν ἀσύλληπτη νίκη, χρειάζεται νά δείξουμε «ἔργα» μετανοίας. Καί τά ἔργα τῆς δικῆς μας μετανοίας εἶναι ἡ πίστη, ἡ συναίσθηση καί ἡ διόρθωση, ἡ προσευχή καί ἡ ἐξομολόγηση, ἡ νηστεία.
Ὅλα αὐτά ὀνομάζονται στή Γραφή μέ μιά πολύ παραστατική λέξη, πού κρύβει μέσα της ἔντονη προσπάθεια καί βαθειά ἀποφασιστικότητα· λέγονται ἐπιστροφή. Εἶναι ἡ μόνη κίνηση πού ἀναγκάζει τόν Θεό σέ μετάνοια, ὅπως λέει ὁ προφήτης Ἰερεμίας· «Πέρας λαλήσω ἐπί ἔθνος ἤ ἐπί βασιλείαν τοῦ ἐξᾶραι αὐτούς καί τοῦ ἀπολλύειν, καί ἐπιστραφῇ τό ἔθνος ἐκεῖνο ἀπό πάντων τῶν κακῶν αὐτῶν, καί μετανοήσω περί τῶν κακῶν, ὧν ἐλογισάμην τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς» (18,7-8). Εἶναι ἡ μόνη κίνηση πού κάνει τόν Πατέρα νά βγεῖ τρέχοντας στό δρόμο καί νά ἀγκαλιάσει καί νά φιλήσει τόν ἄσωτο γιό πού ἐπιστρέφει κοντά του.
Πῶς ὅμως συμβαίνει νά μετανοεῖ ὁ Θεός; Μιά ἄποψη εἶναι ὅτι ἡ μετάνοια τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ ἕνα παιχνίδι ἀγάπης μαζί μας, ἕναν τρόπο ἀγωγῆς καί ἐκπαιδεύσεώς μας. Ὁ Θεός λαλεῖ μέ παιδιά καί γι' αὐτό, ὅταν μᾶς ἀπειλεῖ, προσποιεῖται ὅτι δέν εἶναι προγνώστης, ἀλλά μᾶς ἀπειλεῖ, σάν νά μιλοῦσε σέ βρέφη· καί ὅταν μπροστά στήν ἀπειλή ἐμεῖς μετανοοῦμε, ἐκεῖνος μᾶς λέει «μετανοῶ». Ὁ Θεοδώρητος διευκρινίζει ὅτι ὁ Θεός δέν μετανοεῖ ὅπως ἐμεῖς, διότι δέν μπορεῖ νά θέλει ἄλλο τώρα καί ἄλλο ὕστερα. Ἁπλῶς, στή δική μας μετάνοια χαρίζει τή μετάνοιά του, ὀνομάζοντας μετάνοια τή μεταβολή τῆς ἀπειλῆς. Κακία δέ, γιά τήν ὁποία μετανοεῖ, δέν ἐννοεῖ βέβαια κάποια δική του φαυλότητα, λέει πάλι ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἀλλά «τήν κακωτικήν ὀργήν», τήν ἀπειλή τῆς τιμωρίας, κατά τόν Θεοδώρητο.
Εἶναι, λοιπόν, ἡ μετάνοια τοῦ Θεοῦ ἡ συγγνώμη πού σταλάζει ἀπό τή χάρη του, σύμφωνα μέ τήν ὐπόσχεσή του ὅτι «καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει» (Ψα 50,19). Εἶναι ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἡ συμφιλίωση καί ἡ καταλλαγή μας μέ τόν Θεό, εἶναι τέλος ἡ μεσιτεία του Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἔγινε «ὁ ἱλασμός περί τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Α΄ Ἰω 2,2). Καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἠ μετάνοια τοῦ Θεοῦ ἐκφράζεται καί πραγματώνεται στή ζωή μας εἶναι τό μυστήριο, στό ὁποῖο οἰκονόμησε ὁ Θεός νά ἀποθέτει ὁ ἄνθρωπος τή δική του μετάνοια μπροστά στόν πνευματικό. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό τό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ, ἡ μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου συναντᾶ τή μετάνοια τοῦ Θεοῦ καί συντελεῖται ἡ λύτρωση.
Στήν πραγματικότητα ὁ Θεός μένει πάντοτε ὁ ἴδιος· ἀναλλοίωτα ἐλεήμων καί αἰώνια ἀγαπῶν. Ἡ ἁμαρτία ὅμως μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό κοντά του, παρεμβάλλει ἀνάμεσά μας ἕνα πέπλο σκότους, δημιουργεῖ γύρω μας μιά ἀποπνικτική ἀτμόσφαιρα· μέ ἕνα λόγο, μᾶς ἐγκλωβίζει στό χῶρο τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ χῶρος τῆς ὀργῆς. Οἱ ἀκτῖνες τῆς θείας χάριτος δέν φθάνουν ἐκεῖ καί τό παντοειδές κακό ἄγριο χυμᾶ πάνω μας. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος πού ἀμετανόητα ἁμαρτάνει, χτίζει μέ τά ἴδια του τά χέρια τήν κόλασή του.
Ἡ μετάνοια εἶναι τό συγκλονιστικό ἐκεῖνο ρῆγμα πάνω στό ἀπροσπέλαστο φράγμα τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπό τόν Θεό, πού τό καταφέρουν τά δάκρυα τῆς καρδιᾶς μας. Μέσα ἀπό τή ρωγμή τῆς συντριβῆς μας περνᾶ ὁ Θεός καί μᾶς ἀγκαλιάζει. Μέσα ἀπό τό ἄνοιγμα τῆς ἐξομολογήσεώς μας ἐλευθερώνεται ἡ ψυχή μας καί ἐγκαθίσταται στή χώρα τοῦ ἐλέους καί τῆς μακροθυμίας. Μέ τή μετάνοιά μας γινόμαστε εὐνοούμενοι τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι πολύ ὠφέλιμο νά σκεπτόμαστε πάντοτε τή μετάνοια τοῦ Θεοῦ. Νά τήν ἐπικαλούμαστε καί νά προσπαθοῦμε νά τήν κερδίσουμε μέ ὅλα τά μέσα πού θέτει στή διάθεσή μας ἡ Ἐκκλησία. Καί νά μή ξεχνοῦμε ὅτι εἶναι πόθος καί ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ νά νικοῦμε τήν ὀργή του, γιά νά ὑπερισχύει τό ἔλεός του πάνω μας.
Στέργιος Σάκκος
Ἂπολύτρωσις 41 (1986) 33-35
Κατανοῶ τήν δυσπιστία πού ἐνδεχομένως προξενεῖ ὁ τίτλος τοῦ ἄρθρου. ῾Η σοβαρή οἰκονομική κρίση τῶν ἡμερῶν μας, ἡ μείωση τῶν ἐνεργειακῶν πόρων, οἱ ἀθρόες ἀπολύσεις, ἡ συνεχιζόμενη εἰσροή οἰκονομικῶν μεταναστῶν, ἡ αὐξανόμενη ἀνεργία, ἡ διογκούμενη φτώχεια καί τά τόσα συναφῆ προβλήματα, πού μαστίζουν ὄχι μόνο τήν πατρίδα μας ἀλλά καί ὅλες τίς λεγόμενες ἀνεπτυγμένες χῶρες, δέν ἐπιτρέπουν εὐχάριστες προβλέψεις στόν οἰκονομικό τομέα. Κι ὅμως, ὑπάρχουν πράγματα εὐχάριστα καί συμφέροντα πού προγραμμάτισε γιά τόν καθένα ἀπό μᾶς ἡ Οἰκονομία· ὑπογραμμίζω τό κεφαλαῖο στήν ἀρχή τῆς λέξεως. Ναί, δέν πρόκειται γιά τήν οἰκονομία τῆς ζήτησης καί προσφορᾶς ἀγαθῶν, τῶν ἐπενδύσεων καί τοῦ ἐμπορίου. Πρόκειται γιά τήν Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ!
᾿Αλλά τί εἶναι ἡ Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ; Εἶναι τό σχέδιο πού, πρίν γίνει ὁ κόσμος καί πρίν ὑπάρξει ὁ χρόνος, κατέστρωσε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Διαχειρίζεται τό σπουδαιότερο κεφάλαιο τῆς ἀνθρωπότητος, τήν σωτηρία μας, τήν λύτρωση τῆς ψυχῆς μας ἀπό τήν ἁμαρτία. ῎Αν τό ἀνώτερο ἀπό ὅλα τά ἐπίγεια ἀγαθά εἶναι ἡ ὑγεία, τό ἀνώτερο ἀπό τά πνευματικά καί αἰώνια ἀγαθά εἶναι ἡ σωτηρία. ᾿Αποτελεῖ τήν ὕψιστη ἀναζήτηση, τήν ὑπέρτατη ἀνάγκη ὅλων. ῞Αγιοι καί ἄγριοι, φιλάνθρωποι καί ἀπάνθρωποι, ληστές καί ἀσκητές, ἀπαθεῖς καί παραδομένοι στά πάθη, οἱ πάντες, εἴτε τό ὁμολογοῦμε εἴτε ὄχι, ποθοῦμε τήν σωτηρία, δηλαδή τήν ἀπαλλαγή ἀπό κάθε τι πού βαραίνει τήν ψυχή μας, τήν ἀπόλυτη καί ἀτέρμονη χαρά καί εὐτυχία. ῎Αν μπορούσαμε νά ἀποκρυπτογραφήσουμε τό καρδιοχτύπι μας, θά ἀκούγαμε τό μήνυμα τῆς καρδιᾶς μας· «Θέλω σωτηρία». Καί ὁ φιλάργυρος, πού σωρεύει πλούτη, τήν σωτηρία ἀναζητᾶ μέσα σ᾿ αὐτά. Καί ὁ φιλήδονος, πού μέ βουλιμία πέφτει στίς ἡδονές, αὐτό θέλει, μία γλυκειά καί ἀτέλειωτη ζωή. Καί ὁ φιλόδοξος, πού μέ ὅλες του τίς δυνάμεις ἀγωνίζεται νά ἀποσπάσει τήν ἀναγνώριση τῶν ἄλλων, τήν δόξα, οὐσιαστικά ἐπιθυμεῖ τήν μέγιστη καί ἀτέλειωτη δόξα, πού μόνο ἡ σωτηρία ἐγγυᾶται.
῾Ωστόσο, ἡ σωτηρία εἶναι ἀγαθό πνευματικό. Δέν περιορίζεται στά ὅρια αὐτοῦ τοῦ κόσμου μήτε ζυγίζεται μέ τά γήινα σταθμά. ῾Απλώνεται στήν ἀτέρμονη αἰωνιότητα καί βαραίνει ὅσο ἡ πολύτιμη καί μοναδική ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Γιά τήν ἐξασφάλισή της ἔγινε ἄνθρωπος ὁ ἄπειρος Θεός. ῾Ο ἄχρονος μπῆκε στήν τροχιά τῆς δικῆς μας ἱστορίας καί σημάδεψε τήν πορεία τοῦ χρόνου μέ τήν ἐνανθρώπησή του. ῾Ο Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔζησε ὡς ταπεινός ἄνθρωπος ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, τούς δίδαξε μέ τόν λόγο καί τό παράδειγμά του, θεράπευσε πολλούς ἀπό ἀσθένειες καί νοσήματα, «διῆλθεν εὐεργετῶν...» καί τελικά ἔχυσε πάνω στόν σταυρό τό ἄχραντο αἷμα του γιά ὅλους. Μόνο αὐτό ἔχει τήν δύναμη νά καθαρίζει καί νά ἐξαλείφει ἀπό τήν ψυχή τήν ἁμαρτία. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ σωτηρία· ἡ λύτρωση ἀπό τήν ἁμαρτία.
῾Η γέννηση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό κέντρο καί τήν μείζονα προσφορά τῆς θείας Οἰκονομίας. Γι᾿ αὐτό φωτίσθηκαν οἱ οὐρανοί καί σκίρτησε ἡ γῆ ἐκεῖνο τό βράδυ ὅταν οἱ στρατιές τῶν ἀγγέλων ἀνήγγειλαν στούς ἔκθαμβους βοσκούς τῆς Βηθλεέμ ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ»! Πῶς τό εἰσπράττει αὐτό τό μήνυμα ὁ σημερινός ἄνθρωπος; Εἶναι ἀλήθεια ὅτι, πνιγμένος στήν καθημερινότητα καί φορτωμένος μέ μύρια ἄλλα θέματα, ἐλάχιστα σκέφτεται τήν ψυχή του καί τήν σωτηρία της. Πανικόβλητος γιά τήν οἰκονομική κρίση, τήν ὁποία ἐπιδεινώνει ἡ διάχυτη ραθυμία συνδυασμένη μέ τήν καταναλωτική μανία, ἐλάχιστα νοιάζεται γιά τήν Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ. Καί -τί τραγικό!- ἀποστρέφεται τήν λιτότητα πού τοῦ ἐπιβάλλει ἡ οἰκονομική κρίση, ἀλλά εἶναι πολύ φειδωλός στό νά ἀξιοποιήσει τά δῶρα τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό παραμένει φτωχός, ἀνήσυχος καί ἀνειρήνευτος.
Τήν σωτηρία πού οἰκονόμησε γιά μᾶς ὁ Θεός τήν προσλαμβάνουμε μέ τήν δική μας πίστη, πού ἐκδηλώνεται μέ τήν μετάνοια καί τά ἔργα ἀγάπης. Τίς μέρες αὐτές τίς γιορταστικές, πόσοι καί πόσο θά ἑτοιμασθοῦμε γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν ἄναρχο Θεό, ὁ ὁποῖος μπαίνει στό προσκήνιο τῆς ζωῆς μας ὡς «παιδίον νέον»; Δέν ἐννοῶ ἑτοιμασία ὅ,τι σχετίζεται μέ τίς γαστρονομικές μας ἐπιδόσεις, μέ τίς ἐνδυματολογικές ἐπιδείξεις, τόν τουρισμό, τά ρεβεγιόν καί τίς τόσες κοσμικές ἐκδηλώσεις. ᾿Εννοῶ τήν ἑτοιμασία ἐκείνη πού θά μᾶς βοηθήσει νά προσεγγίσουμε καί νά οἰκειοποιηθοῦμε τά δῶρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ, τήν χαρά, τήν εἰρήνη, τήν λύτρωση. Διαφωτιστική καί ἐξαιρετικά ἐπίκαιρη γιά τά σημερινά δεδομένα ἀκούγεται ἡ προτροπή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου· «Νά μή στήσουμε χορούς, ἀδελφοί, οὔτε νά στολίσουμε τίς πλατεῖες... Νά μήν ἐπιδοθοῦμε στίς ἀπολαύσεις τῆς γεύσης οὔτε νά ψάξουμε γιά τά καλύτερα φορέματα, γιά τήν λάμψη τῶν διαμαντιῶν καί τοῦ χρυσοῦ, γιά τά βαψίματα πού ἀλλοιώνουν τό πρόσωπο, τήν θεία εἰκόνα... Νά μήν παραδοθοῦμε στά μεθύσια καί στά ἄσωτα γλέντια πού πᾶνε μαζί μέ τήν ἀσέλγεια... ῞Ολα αὐτά τά κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες. Αὐτοί ἔχουν θεούς πού χαίρονται μέ τίς μυρωδιές τῶν κρεάτων καί τούς λατρεύουν μέ τόν ἡδονισμό τῆς κοιλιᾶς... ᾿Αλλά ἡ δική μας τρυφή νά εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ... Νά ταξιδέψουμε μαζί μέ τόν ἀστέρα, νά προσφέρουμε στόν Κύριό μας δῶρα μαζί μέ τούς μάγους. Νά τόν δοξάσουμε καί νά τόν ὑμνήσουμε μαζί μέ τούς βοσκούς καί τούς ἀγγέλους... Νά τόν ἀκολουθήσουμε ὕστερα σέ ὅλα τά στάδια τῆς ζωῆς του... γιά νά συσταυρωθοῦμε καί νά συμβασιλεύσουμε μαζί του» (Εἰς τά Θεοφάνεια, Λόγος 38ος).
Γιά νά χαροῦμε τά πλούτη τῆς θείας Οἰκονομίας, πού ᾿Εκεῖνος μᾶς χαρίζει, ὀφείλουμε νά δείξουμε πλούσια τήν δική μας ἀγάπη. ῾Υπάρχουν πολλοί τρόποι γιά ὅσους θά ἤθελαν νά ἀνταποκριθοῦν. Αὐτοί θά εἶναι οἱ κερδισμένοι, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Θεοῦ.
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 64 (2009) 324-326
Πανηγυρικό καί λαμπρό, ἀλλά συνάμα μυσταγωγικό καί κατανυκτικό τό μήνυμα τοῦ Νοεμβρίου. Τή λάμψη καί τή μεγαλοπρέπειά του ἀντλεῖ ἀπό τό μεγάλο γεγονός τοῦ ἑπομένου μήνα, πού εἶναι τό γεγονός τῶν αἰώνων καί τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, ἡ Γέννηση τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Διότι ὁ μισός Νοέμβριος μαζί μέ τίς 24 ἡμέρες τοῦ Δεκεμβρίου ἀποτελοῦν μία πνευματική ἑνότητα, τήν Τεσσαρακοστή τῶν Χριστουγέννων. Εἶναι ἕνα στάδιο προετοιμασίας γιά τή μεγάλη γιορτή τῆς πίστεώς μας.
Κατά τό διάστημα αὐτό μᾶς προετοιμάζει καί μᾶς χειραγωγεῖ μέ μύριους τρόπους ἡ ἁγία μας ᾿Εκκλησία, ἡ θεόσταλτη παιδαγωγός μας στό δρόμο τῆς σωτηρίας. Φθάνει νά ᾿χουμε ἀνοιχτά τῆς ψυχῆς μας τά μάτια καί πρόθυμα τ᾿ αὐτιά μας, γιά ν᾿ ἀκούσουμε καί νά ἐνστερνισθοῦμε ὅσα μέ φιλανθρωπία καί ἀγάπη μᾶς προσφέρει. Κι εἶναι τόσο ἐπίκαιρα, τόσο κατάλληλα καί ἀναγκαία γιά τίς μέρες μας, τόσο προετοιμαστικά καί «εἰσαγωγικά» στό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας τά πνευματικά μηνύματα τῆς περιόδου αὐτῆς!
Πρῶτα-πρῶτα τά εὐαγγελικά καί τά ἀποστολικά ἀναγνώσματα τῶν Κυριακῶν. Μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση ὅλα τονίζουν τήν ἀγάπη, τήν ἐλεημοσύνη, τή συμπαράσταση στόν ἀδύναμο ἀδελφό. ῎Ετσι μᾶς προετοιμάζουν γιά νά δεχθοῦμε τήν ἀσύλληπτη ἀγάπη καί τή μοναδική ἐλεημοσύνη πού προσέφερε στό ἀνθρώπινο γένος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος· Κατέβηκε ὡς ἄνθρωπος στή γῆ ὁ Θεός, γιά νά δώσει στόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα τῆς θεώσεως καί τῆς ἀνόδου στόν οὐρανό.
Ἡ ἁγία νηστεία, τήν ὁποία ὅλοι καλούμαστε νά τηρήσουμε, τό κατά δύναμιν, τί ἀντίδοτο σωστικό στήν εὐδαιμονιστική ἐποχή μας!
῎Επειτα, ἡ ὑμνολογική προετοιμασία, πού μᾶς προσφέρεται στίς λατρευτικές μας συνάξεις. Τί χάρμα ἐκεῖνες οἱ εὐλογημένες καταβασίες, πού τίς ἀκοῦμε στόν ῎Ορθρο κάθε Κυριακή μετά τίς 21 Νοεμβρίου! ᾿Αναφέρω μόνο ἕνα παράδειγμα· ῾Η λαχτάρα μας γιά εἰρήνη -ζωηρότερη τόν καιρό αὐτό, πού πόλεμοι καί «ἀκοαί πολέμων» ἀναστατώνουν τόν πλανήτη μας καί προσθέτουν ἄγχος στό ἄγχος καί ἀγωνία στήν ἀγωνία μας- πόσο τέλεια ἐκφράζεται μ᾿ ἐκεῖνο τό ὑπέροχο «Θεός ὤν εἰρήνης, Πατήρ οἰκτιρμῶν, τῆς μεγάλης βουλῆς σου τόν ῎Αγγελον εἰρήνην παρεχόμενον ἀπέστειλας ἡμῖν...»!
῾Ο Χριστός, ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς καί τοῦ κόσμου μας, ἔρχεται. ῾Ετοιμάσου, ἀδελφέ μου, νά τόν δεχθεῖς στή φάτνη τῆς καρδιᾶς σου. ᾿Αξιοποίησε τά μέσα πού ἡ ᾿Εκκλησία μας προσφέρει. ῾Η ἐγγύηση γι᾿ αὐτή τή σωτήρια ἀξιοποίηση εἶναι ἡ προσωπική σου μετάνοια. Μέ συντριβή καί προσευχή, μέ ἐλεημοσύνη καί συγχώρηση, μέ εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν σου προετοιμάσου, γιά νά δεχθεῖς τόν Χριστό!
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 56 (2001) 219